Γράφει η Άννα Μπαλλή
Καθώς η μάχη για την παγκόσμια κυριαρχία κλιμακώνεται, είναι τόσο πολλές οι κινήσεις στην παγκόσμια πολιτική σκακιέρα που με δυσκολία μπορεί κάποιος να τις παρακολουθήσει όλες.
Έτσι, ενώ πριν από λίγο καιρό στα διεθνή δρώμενα κυριαρχούσε ο εμφύλιος στη Συρία, σαν συνέχεια όσων είχαν προηγηθεί στα πλαίσια της αποκαλούμενης «Αραβικής άνοιξης», και στα ΜΜΕ βομβαρδιζόμασταν από ειδήσεις για την Ουκρανία, τώρα τη θέση τους έχουν πάρει το αποκαλούμενο «Ισλαμικό Κράτος», οι Κούρδοι, η στάση της Τουρκίας, του Ιράν, των αραβικών κρατών και της Δύσης απέναντί του, μαζί με βίντεο αποκεφαλισμών δυτικών από Τζιχαντιστές.
Προφανώς, όλα είναι σημαντικά και πρέπει τα ΜΜΕ να τα καλύπτουν σε βάθος, όμως αρκετά συχνά οι εκάστοτε κρίσεις που ξεσπούν δεν είναι τίποτε άλλο, για τους πρωταγωνιστές και βασικούς παίκτες, παρά κινήσεις πιονιών που χρησιμοποιούνται στο γεωπολιτικό παιχνίδι για την επίτευξη του απώτερου στόχου τους, ο οποίος συνήθως βρίσκεται στα παρασκήνια.
Ένας από τους παίκτες αυτούς είναι η Ρωσία, της οποίας ο πρόεδρος, παρά τη σημασία που έχουν για τη Μόσχα η κρίση στην Ουκρανία και οι απειλές του Ισλαμικού Στρατού εναντίον της Ρωσίας και του ίδιου προσωπικά, εξακολουθεί να έχει στραμμένη την προσοχή του κάπου άλλου: Σε αυτό που εδώ και χρόνια για τον ίδιο είναι το σημαντικότερο για τη χώρα του, την Αρκτική.
Ο Ρώσος πρόεδρος, μιλώντας πρόσφατα –στη σκιά πλέον των νέων προκλήσεων– για τις προσπάθειες ειρήνευσης στην Ουκρανία, είπε πως η ουκρανική κρίση αποτελεί μια τραγωδία και παράλληλα επισήμανε ότι η χώρα του θα πρέπει να ενισχύσει τη θέση της στην πλούσια σε πόρους περιοχή της Αρκτικής, οικονομικά και στρατιωτικά, την ώρα που και άλλες χώρες επιθυμούν να αυξήσουν την επιρροή τους εκεί.
«Τα συμφέροντά μας είναι συγκεντρωμένα στην Αρκτική. Και φυσικά θα πρέπει να δώσουμε περισσότερη προσοχή στα θέματα ανάπτυξης της Αρκτικής και της ενίσχυσης της θέσης μας εκεί», είπε χαρακτηριστικά.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ρώσος πρόεδρος αναφέρθηκε στην ανάγκη να δοθεί από τη Ρωσία βάρος στην Αρκτική. Να θυμίσουμε, επίσης, ότι όταν ο Βλαντίμιρ Πούτιν παρασημοφόρησε στο Κρεμλίνο τους διοικητές του στόλου της Μαύρης Θάλασσας μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, αναφέρθηκε επίσης και στην Αρκτική. «Πρέπει τώρα να συνεχίσουμε να αναπτύσσουμε τις ικανότητες των μονάδων μας στη μάχη. Και στην Αρκτική», είπε επί λέξει.
Αναφερόμενος στη σημασία της Αρκτικής για τη Ρωσία, ο αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης και πρώην απεσταλμένος της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ Ντμίτρι Ρογκόζιν είχε δηλώσει σε ανύποπτο χρόνο, πολύ πριν ξεσπάσει η ουκρανική κρίση: «Η Ρωσία ίσως απολέσει την εθνική κυριαρχία της σε περίπου σαράντα χρόνια αν αποτύχει να ορίσει με σαφήνεια τα εθνικά συμφέροντά της στην Αρκτική. Αν δεν το κάνουμε τώρα, θα χάσουμε τη μάχη για τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της Αρκτικής, που σημαίνει ότι θα χάσουμε μια μεγάλη μάχη για την προάσπιση του δικαιώματός μας στην εθνική ανεξαρτησία και κυριαρχία». Ο Ρογκόζιν, πρόσθεσε μάλιστα πως ως τα μέσα του 21ου αιώνα οι εθνικοί ανταγωνισμοί για τους φυσικούς πόρους της Αρκτικής θα γίνουν «εντελώς απολίτιστοι…» (1)
Η προειδοποίηση ενός από τους πλέον υψηλόβαθμους αξιωματούχους του ΝΑΤΟ και πρύτανη σήμερα της Σχολής Φλέτσερ για τη Νομική και τη Διπλωματία του Πανεπιστημίου Ταφτς της Βοστόνης ότι η κλιματική αλλαγή και ο ανταγωνισμός για πρόσβαση σε φυσικούς πόρους θα μπορούσαν να οδηγήσουν ακόμη και σε σύρραξη στην Αρκτική επιβεβαιώνει τον Ρώσο αξιωματούχο. Ο ελληνικής καταγωγής ναύαρχος Τζέιμς Σταυρίδης, ως επικεφαλής των συμμαχικών δυνάμεων της Ευρώπης, σημείωνε ότι έως σήμερα «οι αντιπαραθέσεις στον Βορρά έχουν αντιμετωπιστεί ειρηνικά». Προειδοποιούσε, ωστόσο, ότι «η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε τα επόμενα χρόνια να μεταβάλει τις ισορροπίες στον αγώνα δρόμου μπροστά στον πειρασμό για την εκμετάλλευση περισσότερων εύκολα προσβάσιμων φυσικών πόρων». Κατά τον ναύαρχο Σταυρίδη, ο ρόλος των στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή θα πρέπει να περιοριστεί στην παροχή βοήθειας που σχετίζεται με εμπορικά ή οικονομικά συμφέροντα, ενώ οι ηγέτες οφείλουν να «διασφαλίσουν ότι η Αρκτική θα παραμείνει ζώνη συνεργασίας, αντί να γλιστρήσουν στην παγωμένη πλαγιά που θα τους οδηγήσει σε μια ζώνη ανταγωνισμού ή, ακόμη χειρότερα, σε μια εμπόλεμη ζώνη». (2)
ΟΙ ΠΑΙΚΤΕΣ
Όπως είναι γνωστό, η Αρκτική είναι περιοχή μεγάλης γεωστρατηγικής σημασίας. Ο Αρκτικός ωκεανός υπολογίζεται ότι, στην έκταση των 14 εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων που καλύπτει, φιλοξενεί το 25% των παγκόσμιων αποθεμάτων σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Επιπλέον, με την υπερθέρμανση του πλανήτη απελευθερώνεται από τους πάγους η Βόρεια Θαλάσσια Οδός η οποία είναι ο συντομότερος θαλάσσιος δρόμος που συνδέει την Ευρώπη με την Ανατολή, και είναι φανερό ότι όποιος στο κοντινό μέλλον ελέγχει αυτόν το δρόμο θα ασκεί σημαντική επιρροή στις θαλάσσιες μεταφορές των παγκόσμιων φορτίων.
Επιπλέον, το γεγονός ότι για την Αρκτική δεν υπάρχει κάποια διεθνής συνθήκη που να της διασφαλίζει συγκεκριμένο καθεστώς και πλήρη προστασία είναι πολύ σημαντικό, αντίθετα με ό,τι ισχύει για την Ανταρκτική δηλαδή. Σύμφωνα με την Ανταρκτική Συνθήκη του 1959, η οποία επικυρώθηκε το 1961, και άλλες σχετικές συμφωνίες, που συνολικά αποκαλούνται Ανταρκτικό Σύστημα Συνθηκών, η ήπειρος διασφαλίζεται ως επιστημονικό καταφύγιο, προορίζεται για σκοπούς που προάγουν την ειρήνη και την επιστήμη, ενώ απαγορεύεται οποιαδήποτε στρατιωτική ή πυρηνική δραστηριότητα σε αυτήν. Η συνθήκη ενισχύθηκε από το πρωτόκολλο Περιβαλλοντικής Προστασίας στην Ανταρκτικής (το Πρωτόκολλο της Μαδρίτης) που τέθηκε σε ισχύ το 1995 και το οποίο ανακηρύσσει «προστατευόμενη περιοχή» τη ζώνη που οριοθετείται κάτω από τον 60ό παράλληλο και απαγορεύει κάθε εξόρυξη, καθιστώντας την ήπειρο «φυσικό καταφύγιο αφιερωμένο στην ειρήνη και την επιστήμη». (3)
Τίποτα παρόμοιο δεν υπάρχει για τον Αρκτικό Βορρά, όπου διακυβεύονται συμφέροντα κολοσσιαίων διαστάσεων, αφήνοντας στους ενδιαφερόμενους πλήρη ελευθερία κινήσεων, σε μια περιοχή εξαιρετικά κρίσιμη. Τα κράτη μέλη του Αρκτικού Συμβουλίου, ο Καναδάς, η Δανία/Γροιλανδία, η Φινλανδία, η Ισλανδία, η Νορβηγία, η Ρωσική Ομοσπονδία, η Σουηδία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, συμφώνησαν το 2008 ότι το ζήτημα της εκμετάλλευσης των συνόρων στην Αρκτική θα πρέπει να επιλυθεί με ειρηνικά μέσα, όμως δεν λείπουν οι αντιπαραθέσεις, καθώς διεκδικούν κομμάτια του Βόρειου Πόλου με στόχο, φυσικά, μεγαλύτερο μερίδιο από το θησαυρό του.
Αλλά και η Κίνα που μετέχει ως παρατηρητής στο Αρκτικό Συμβούλιο αποπειράται με κάθε τρόπο να αποκτήσει πρόσβαση στα πλούτη της Αρκτικής. Ο πρωθυπουργός της Κίνας Βεν Τζιαμπάο συμφώνησε τον Απρίλιο του 2012 με τον πρόεδρο της Ισλανδίας Ολαβούρ Ραγκνάρ Γκρίμσον για κοινή εκμετάλλευση της Αρκτικής έπειτα από την αποτυχημένη απόπειρα του Πεκίνου να αγοράσει το 0,3% του εδάφους της Ισλανδίας για 200 εκατομμύρια δολάρια. Επίσης, κινεζικές επιχειρήσεις έχουν επενδύσει στη βιομηχανία ορυκτών των χωρών του αρκτικού κύκλου. Ως παρατηρητής συμμετέχει στο Αρκτικό Συμβούλιο και η ΕΕ, της οποίας τρεις χώρες εκπροσωπούνται ως μέλη του σε αυτό, η Σουηδία, η Δανία και η Φινλανδία, και έξι ευρωπαϊκά κράτη, η Γαλλία, η Γερμανία, η Πολωνία, η Βρετανία και η Ολλανδία, ως μόνιμοι παρατηρητές. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παρουσιάσει ήδη από τον Νοέμβριο του 2008 ένα έγγραφο που σκιαγραφεί τα συμφέροντα της ΕΕ στην περιοχή και πρότεινε ένα σύνολο μέτρων για τα κράτη μέλη και τα όργανα της ΕΕ. Τέλος, άλλα κράτη, όπως η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία, που συμμετέχουν ως ad hoc παρατηρητές, έχουν επανειλημμένως ζητήσει μόνιμη θέση παρατηρητή στο Αρκτικό Συμβούλιο, η οποία, αν και δεν δίνει το δικαίωμα ψήφου, αφήνει ένα άνοιγμα για πολιτική επιρροή. Όλοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να παρέμβουν και να εδραιώσουν την παρουσία τους στην περιοχή.
ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΟΥ ΠΟΛΟΥ
Από την άλλη πλευρά, τα κράτη που διεκδικούν τις αρκτικές υφαλοκρηπίδες, παρά τις διαβεβαιώσεις περί ειρηνικής διευθετήσεως των διαφορών τους,έχουν λάβει θέσεις μάχης. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι εδώ και χρόνια βρίσκεται σε εξέλιξη ένας γεωπολιτικός, οικονομικός και εταιρικός πόλεμος για το ποια χώρα και μέσω ποιων εταιρειών θα εκμεταλλευτεί το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο που βρίσκεται στον παγωμένο Βόρειο πόλο. Ναυπηγούν πλοία με ενισχυμένο σκαρί, δίνουν χρήματα για κατασκευή λιμένων βαθέων υδάτων και παγοθραυστικών πλοίων μεγάλων διαστάσεων. Κυρίως, όμως, η περιοχή στρατιωτικοποιείται, καθώς τα κράτη του αρκτικού κύκλου αναπτύσσουν στρατιωτικές δυνάμεις, στην προσπάθεια διεκδίκησης και υπεράσπισης των συμφερόντων τους.
Ρώσοι, Δανοί, Καναδοί και Νορβηγοί προβάλλουν τη διεκδίκηση τους στο θέμα της υφαλοκρηπίδας, την οποία θεωρούν, καθένας προς το δικό του συμφέρον, ότι είναι υπαρκτή (λόγω φυσικής συνέχειας του ηπειρωτικού τους εδάφους και του υφαλοπλαισίου μεγάλων περιοχών του Αρκτικού ωκεανού). Αυτό δημιουργεί αυτομάτως αξιώσεις επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης των χωρών αυτών, με απώτερο σκοπό την ανάληψη πρωτεύοντος γεωπολιτικού ρόλου στην περιοχή. Αυτή η περίπλοκη κατάσταση χαρακτηρίζεται από αναλυτές ως το «παιχνίδι του Πόλου», γράφει ο υποπλοίαρχος Βασίλειος Καρακικές.(4)
Επίσης, τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και, κυρίως, οι Ηνωμένες Πολιτείες αμφισβητούν την επικυριαρχία της Οτάβας στο βορειοανατολικό πέρασμα. Η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι το συγκεκριμένο κανάλι, που ελίσσεται ανάμεσα στα καναδικά νησιά και συνδέει τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό, ανήκει στα ελεύθερα διεθνή ύδατα. Η Οτάβα, από την άλλη, που διατείνεται ότι πρόκειται για τμήμα των εθνικών υδάτων της, δηλώνει αποφασισμένη να υπερασπιστεί με κάθε τρόπο την «κυριαρχία» της. Παράλληλα, ΗΠΑ και Καναδάς πραγματοποιούν από κοινού στην Αρκτική τακτικές στρατιωτικές ασκήσεις και αμφισβητούν και οι δύο εντόνως τους ισχυρισμούς της Μόσχας για την υφαλοκρηπίδα της και για την έκταση της αποκλειστικής οικονομικής της ζώνης.Όπως είχε δηλώσει παλαιότερα ο επικεφαλής του υπουργείου Εξωτερικών του Καναδά Τζον Μπέιρντ σε συνέντευξή του στην εφημερίδα της ΔανίαςBerlingske, αναφερόμενος στις διεκδικήσεις της Ρωσίας, η Οτάβα «προτίθεται να θέσει υποψηφιότητα για διεκδίκηση μέρους της Αρκτικής και, εάν θεωρηθεί απαραίτητο, θα προβεί σε χρήση βίας». (5)
Σύμφωνα με το δίκαιο της θάλασσας, τα παράκτια κράτη έχουν δικαιώματα εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων στην αποκλειστική οικονομική ζώνη, η οποία φτάνει μέχρι τα 200 ναυτικά μίλια. Παρ’ όλα αυτά, η αποκλειστική ζώνη μπορεί να διευρυνθεί εάν τα όρια της ηπειρωτικής πλάκας υπερβαίνουν τη συγκεκριμένη ακτίνα. Οι Καναδοί υποστηρίζουν ότι η υποθαλάσσια οροσειρά Λομονόσοφ αποτελεί προέκταση της καναδικής ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας και με βάση αυτό τον ισχυρισμό διεκδικούν την κυριαρχία στον Βόρειο Πόλο. Από την άλλη πλευρά η Μόσχα έχει απευθυνθεί ήδη από το 2001 στα Ηνωμένα Έθνη διεκδικώντας μια περιοχή 984 τετραγωνικών χιλιομέτρων στη λεγόμενη ράχη του Λομονόσοφ, η οποία καλύπτει το βυθό από τη Σιβηρία μέχρι τον Βόρειο Πόλο. Σύμφωνα με το σκεπτικό της Μόσχας, η ράχη του Λομονόσοφ αποτελεί συνέχεια της υφαλοκρηπίδας της Σιβηρίας και ως εκ τούτου πρέπει να περάσει από τον σημερινό διεθνή έλεγχο στη Ρωσία. Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι στην κορυφή αυτής της υποθαλάσσιας οροσειράς που διασχίζει τον Βόρειο Παγωμένο ωκεανό σε μήκος 1.800 χλμ., ανάμεσα στα σιβηρικά ύδατα και το καναδικό νησί Έλσμιρ, μια ρωσική αποστολή είχε στήσει το καλοκαίρι του 2007, σε βάθος 4.200 μέτρων στην κάθετο του Βορείου Πόλου, τη ρωσική σημαία, σηματοδοτώντας και επίσημα την έναρξη του αγώνα για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων της Αρκτικής. (6)
Αλλά η Δανία και η Νορβηγία, όπως αναφέραμε, προβάλλουν και αυτές τις διεκδικήσεις τους στο θέμα της υφαλοκρηπίδας, και ενισχύουν τη στρατιωτική τους παρουσία στην περιοχή.
Η Δανία ήδη από το 2009 έχει ανακοινώσει τη δημιουργία μιας ειδικής αρκτικής στρατιωτικής διοίκησης, καθώς και δυνάμεις άμεσης αντίδρασης, και ετοιμάζεται να ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία στον Βόρειο Παγωμένο ωκεανό. Στο μεταξύ, έχει διπλασιάσει τις εδαφικές διεκδικήσεις της στην περιοχή κοντά στον Βόρειο Πόλο, αξιώνοντας 400 χιλιάδες χιλιόμετρα από τον Καναδά, όπως ανέφερε η εφημερίδα Informashon, τονίζοντας ότι η κίνηση της Δανίας οφείλεται στο γεγονός ότι ο Καναδάς έχει παραβιάσει μια παλαιότερη προκαταρκτική συμφωνία με τη Δανία, που αφορούσε τη μελλοντική οριοθέτηση των εδαφών της Αρκτικής, καθώς και τη χρήση παγοθραυστικών.
Η Νορβηγία, στην οποία η πετρελαϊκή Στατόιλ έχει ήδη αναπτύξει την τεχνολογία που χρειάζεται για την εξόρυξη καυσίμων από τις αρκτικές θάλασσες, θεωρεί τη Ρωσία ως μια σημαντική απειλή για τα συμφέροντά της στην περιοχή. Το 2009, το νορβηγικό Γενικό Επιτελείο Στρατού απέστειλε μόνιμα 60 στρατιωτικούς σε βάση κοντά στην περιοχή Μπόντο. Επίσης, ταξιαρχίες του νορβηγικού στρατού, που έχουν ως περιοχή ευθύνης τα βόρεια της χώρας, μετακινήθηκαν πάνω από τον πολικό κύκλο. Τελευταία στο Όσλο υπάρχει έντονη δυσαρέσκεια προς το Κρεμλίνο λόγω των αυξημένων πτήσεων αεροσκαφών της ρωσικής πολεμικής αεροπορίας, τα οποία, σύμφωνα με τη νορβηγική κυβέρνηση, παραβιάζουν τον νορβηγικό εναέριο χώρο. Πρόσφατα, και με αφορμή την ουκρανική κρίση, η υπουργός Άμυνας της Νορβηγίας Ίνε Έρικσεν Σεράιντε δήλωσε σε συνέντευξή της ότι το ΝΑΤΟ πρέπει να αυξήσει το επίπεδο της επαγρύπνησής του όσον αφορά την προάσπιση της ασφάλειας των κρατών-μελών του, συμπεριλαμβανομένης της περιοχής της Αρκτικής, εξαιτίας της «εντελώς νέας» κατάστασης που έχει δημιουργηθεί με δεδομένη τη συμπεριφορά της Ρωσίας έναντι της Ουκρανίας.
Η ΡΩΣΙΑ
Το ρωσικό ενδιαφέρον για τον Παγωμένο ωκεανό είναι μεγάλο και γνωστό από καιρό σε όσους παρακολουθούν τις κινήσεις της Μόσχας. Το Κρεμλίνο θεωρεί γενικότερα την περιοχή στρατηγικής σημασίας για την αμυντική θωράκιση της Ρωσίας, κυρίως όμως θεωρεί στρατηγικής αξίας τους ανεκμετάλλευτους φυσικούς πόρους της αχανούς θάλασσας και την αναζωογόνηση των βόρειων διαδρομών ναυσιπλοΐας. Ο ίδιος ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν έχει υποστηρίξει αρκετές φορές ότι η περιοχή μπορεί να αποτελέσει σύντομα τη «νέα διώρυγα του Σουέζ» από όπου θα περνούν 18.000 πλοία ετησίως. Όσο για την αξιοποίηση των πιθανών κοιτασμάτων της Αρκτικής, είναι μια από τις μεγαλύτερες φιλοδοξίες του Ρώσου προέδρου, καθώς η Ρωσία αναζητεί νέα αποθέματα για να στηρίξει και να διατηρήσει τις οικονομικά αναντικατάστατες ενεργειακές εξαγωγές της χώρας του, δεδομένου ότι τα πετρελαϊκά κοιτάσματα στη Σιβηρία εξαντλούνται. Σχεδόν το 60% περιέχουν μόνο 0,3 εκατομμύρια τόνους ανακτήσιμων αποθεμάτων. Τα πεδία με αποθέματα άνω των 15 εκατομμυρίων τόνων είναι κάτω από το 1% του συνόλου και τα κέντρα της γεωλογικής έρευνας και εξόρυξης- παραγωγής βρίσκονται σε απομακρυσμένες περιοχές με ανεπαρκείς υποδομές και πρόσβαση. (7)
Η προσπάθεια της Ρωσίας εκτυλίσσεται σε δύο κατευθύνσεις: πρώτον, να εξασφαλίσει νομικά τις διεκδικήσεις της στην περιοχή, και, δεύτερον, γνωρίζοντας ότι όταν διεκδικεί κάποιος τόσο μεγάλο ορυκτό πλούτο θα πρέπει να βρίσκεται και σε θέση να τον προστατεύει, να αναπτύξει την απαραίτητη στρατιωτική δύναμη για την προάσπιση των συμφερόντων της.
ΟΙ ΡΩΣΟΙ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΟΥΝ
ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΟΥΣ ΟΠΛΟ
Για να επιτύχει τον πρώτο στόχο, επειδή η αίτησή της το 2001 στα Ηνωμένα Έθνη για τη διεκδίκηση ΑΟΖ πέραν των 200 ναυτικών μιλίων είχε απορριφθεί λόγω έλλειψης γεωλογικών δειγμάτων, τον Δεκέμβριο του 2012 η Ρωσία προχώρησε στην ερευνητική αποστολή «Άρκτικα 2012». Σε αυτή την αποστολή έστειλε το νέο πολεμικό πυρηνικό βαθυσκάφος Καλίτκα, με το προσωνύμιο Λοσάρικ (8), για τη διενέργεια υποβρύχιων γεωτρήσεων στην υποθαλάσσια οροσειρά Μεντελέγιεφ, στον Αρκτικό ωκεανό. Τα αποτελέσματα της αποστολής μας, έγραφαν οι Αλεξέι Μιχαΐλοφ καιΒλαντίμιρ Βολόσιν, στην εφημερίδα Ιζβέστια, θα αποτελέσουν τη βασική τεκμηρίωση στην αίτησή μας προς την επιτροπή του ΟΗΕ για το δίκαιο της θάλασσας, προκειμένου να πιστοποιηθεί η συνέχιση της υφαλοκρηπίδας της Ρωσίας (υποθαλάσσια). Είναι τέτοια η σημασία που αποδίδει στο στόχο αυτό η Ρωσία, ώστε δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει και να αποκαλύψει κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα σημαντικό μυστικό όπλο της. Συγκεκριμένα, αξίζει να σημειώσουμε ότι το πυρηνοκίνητο βαθυσκάφος AC-12 Λοσάρικ κατασκευάστηκε ύστερα από μυστική παραγγελία της Κεντρικής Διεύθυνσης Πληροφοριών του υπουργείου Άμυνας, και η ύπαρξή του δεν αναγνωρίστηκε ποτέ δημόσια. Αν και δεν διαθέτει οπλισμό, αποτελεί σοβαρή απειλή για την εθνική ασφάλεια πολλών κρατών του κόσμου, διότι μπορεί να εκτελεί επιχειρήσεις κατασκοπείας και δολιοφθοράς σε βάθη που είναι απρόσιτα, για όλα ανεξαιρέτως τα σκάφη στον κόσμο. Μάλιστα, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, καθώς η Μόσχα θεώρησε την Ουάσιγκτον στρατηγικό εταίρο, στα μέσα της δεκαετίας του ’90 η Ρωσία είχε ουσιαστικά σταματήσει τη χρηματοδότηση της κατασκευής του Λοσάρικ. Μάλιστα, οι ΗΠΑ προσκλήθηκαν με την ιδιότητα του συνεταίρου επενδυτή στο πρόγραμμα, με το σκεπτικό ότι το βαθυσκάφος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς διάσωσης. Το Λοσάρικ δεν έμελλε να γίνει διασωστικό σκάφος. (9)
Όπως έγραψε ο Φιόντορ Λουκιάνοφ, πολιτικός επιστήμων και πρόεδρος του Συμβουλίου εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ήταν διάχυτη η πεποίθηση ότι η αντιπαράθεση είχε τελειώσει και ότι τη θέση της είχε πάρει η «στρατηγική εταιρική σχέση». Το τι σήμαινε επί της ουσίας αυτή η έννοια δεν ξεκαθαρίστηκε, απλώς άρχισε να υλοποιείται. (10)
ΟΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ…
Επιπλέον, λόγω και του ύψους των κεφαλαίων που απαιτεί το τεραστίων διαστάσεων έργο εξόρυξης και εκμετάλλευσης του αρκτικού ενεργειακού πλούτου, η Ρωσία προχώρησε σε στρατηγικές συμμαχίες σε διακρατικό όσο και σε εταιρικό επίπεδο. Έτσι, συνήψε συμφωνίες με τον αμερικανικό πετρελαϊκό κολοσσό ExxonMobile και τον ιταλικό ενεργειακό όμιλο ENI, με τη νορβηγική Statoil και την ΒΡ. Σύντομα στη Ρωσία δραστηριοποιήθηκαν πολλοί επενδυτές της Γουώλ Στρητ και διάσημοι οικονομικοί οίκοι όπως η Goldman Sachs, το Citigroup και η Morgan Stanley, που απέκτησαν γραφεία με εκατοντάδες υπαλλήλους στη Μόσχα.
Η συνεργασία με τη Δύση και ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ έδειχνε σταθερή. Εξαίρεση αποτέλεσε η θητεία Μπους στις ΗΠΑ, κατά την οποία υπήρξε ένταση στις σχέσεις των δύο κρατών, χωρίς αυτό, όμως, να εμποδίζει ουσιαστικά τις οικονομικές συναλλαγές. Η ένταση έδωσε και πάλι θέση στη στενή συνεργασία όταν λίγο μετά την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Ομπάμα, το 2009, η τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλαρι Κλίντον είχε παρουσιάσει στον Λαβρόφ ένα κόκκινο κουμπί «reset», για να σηματοδοτήσει μια νέα αρχή στις σχέσεις των δύο χωρών.
Μέσα στην τελευταία δεκαετία, σύμφωνα με το Reuters, οι ρωσικές εταιρίες έχουν κερδίσει πάνω από 8 δισεκατομμύρια δολάρια από επενδύσεις στη ρωσική οικονομία,. Η Deutsche Bank παρουσιάζεται ως ο πιο ωφελημένος όμιλος, καθώς κατέχει μερίδιο που ανέρχεται στο 8,3% της ρωσικής αγοράς. Δεύτερη έρχεται η επενδυτική Morgan Stanley με ποσοστό 6,22%, τρίτο το Citigroup με 6,16% και τέταρτη η JPMorgan με 5,9%. Το μεγαλύτερο ποσοστό κερδών για τους προηγούμενους ομίλους προήλθε από τα μερίσματα των Gazprom και Rosneft, οι οποίες έχουν ήδη αποπληρώσει τους επενδυτές με πάνω από 600 εκατομμύρια δολάρια. (11)
Σημαντικό ρόλο σε όλο αυτό, σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg που δημοσίευσε εκτενέστατο ρεπορτάζ, έπαιξαν οι βαθύτερες σχέσεις του Βλαντιμίρ Πούτιν με τον Τζον Μακ, επί σειρά ετών CEO της MorganStanley (ακόμα έχει συμβουλευτική θέση στην εταιρεία). Οι δύο άνδρες συνεργάστηκαν στενά, κυρίως όταν ο Τζον Μακ πριν το 2008 βοήθησε στην αρχική δημόσια προσφορά (ΙΡΟ) των μετοχών της Rosneft στο χρηματιστήριο, αξίας πάνω από 10 δις δολάρια. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν αντάμειψε τον Τζον Μακ, τον Μάιο του 2013, με μια θέση στο διοικητικό συμβούλιο της Rosneft με ετήσια αμοιβή 580.000 δολάρια(!), την οποία ο κ.Μακ εγκατέλειψε ένα χρόνο αργότερα, καθώς αναθερμάνθηκαν οι πολιτικές διενέξεις μεταξύ των δύο κρατών, κυρίως με την κρίση στην Ουκρανία. (12)
ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΕΙΣ
Σχετικά με τον δεύτερο στόχο ανάπτυξης στρατιωτικής δύναμης, στις αρχές του 2009, ο Ρώσος πρόεδρος έδωσε εντολή στον Ρογκόζιν, τότε απεσταλμένο της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ, να επικεντρώσει τις προσπάθειες της κυβέρνησης στη δημιουργία, το συντομότερο δυνατόν, των απαιτούμενων υποδομών ώστε να επιτραπεί αμέσως η ανάπτυξη ρωσικών στρατευμάτων στην Αρκτική. Σύμφωνα με τη γνώμη του πρέσβη ειδικών καθηκόντων του ρωσικού ΥΠΕΞ, εκπρόσωπο της Ρωσίας στο Αρκτικό Συμβούλιο Αντόν Βασίλιεφ, η ποσοτική αύξηση της παρουσίας των στρατιωτικών στις βόρειες εκτάσεις της Γης δεν σημαίνει «στρατιωτικοποίησή της, αλλά εξάσκηση από τα κράτη της κυριαρχίας τους». Και υπήρχαν αρκετοί λόγοι ανησυχίας για τη Μόσχα, η οποία παρά το «reset» στις αμερικανορωσικές σχέσεις γνωρίζει ότι η Ουάσιγκτον αποδίδει, επίσης, αυξημένη προσοχή στην αξιοποίηση της Αρκτικής, στην οποία επιδιώκει μάλιστα να κυριαρχήσει.
Αμερικανικά πυρηνοκίνητα υποβρύχια με δυνατότητα ανάπτυξης στην περιοχή αυτή ισχυρών συστημάτων αντιπυραυλικής άμυνας περιπολούν μονίμως στα ύδατα της λεκάνης της Αρκτικής, ειδικότερα στη θάλασσα του Μπάρεντς, μάλιστα από τη δεκαετία του 1990, και ένας μεγάλος αριθμός αμερικανικών βάσεων και υποδομών φιλοξενείται στη Γροιλανδία. Από το 2007 στην περιοχή έγιναν τακτικές οι στρατιωτικές ασκήσεις με την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Νανούκ», με τη συμμετοχή της Δανίας, του Καναδά και των ΗΠΑ, και το 2009 υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ πραγματοποιήθηκε η μεγάλης κλίμακας πολυεθνική άσκηση «Πιστό βέλος». Ο μόνιμος αντιπρόσωπος τότε της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ, ο Ρογκόζιν, κατά τη διάρκεια συνάντησής του με τους στρατιωτικούς της Δυτικής Στρατιωτικής Περιφέρειας δήλωσε ότι η δυνατότητα εγκατάστασης μονάδων του αμερικανικού στόλου με πυραύλους στις βόρειες θάλασσες προκαλεί σοβαρούς φόβους στη ρωσική στρατιωτικοπολιτική ηγεσία. Και τόνισε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εξετάζουν τη δυνατότητα προσωρινής διάταξης του στόλου στις βόρειες θάλασσες με πλατφόρμες διευθυνόμενων πυραυλικών όπλων.
Οι ΗΠΑ διαθέτουν σημαντικό αριθμό πολεμικών πλοίων, τα οποία είναι εφοδιασμένα με θαλάσσιο σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας και αεράμυνας Aegis, έγραφε ο αρχισυντάκτης του περιοδικού Εθνική Άμυνα Ίγκορ Κορότσενκο. Οι δυνατότητες αυτού του συστήματος είναι τέτοιες, που θεωρητικά οι αντιπύραυλοι μπορούν να αναχαιτίσουν σε τροχιά τους ρωσικούς βαλλιστικούς πυραύλους σε περίπτωση υποθετικής διένεξης μεταξύ της Ρωσίας και των ΗΠΑ. Για αυτό η ύπαρξη στη σύνθεση του Πολεμικού Ναυτικού της Αμερικής τέτοιου είδους πλοίων και η εν δυνάμει εγκατάστασή τους στις βόρειες θάλασσες θεωρείται από τη ρωσική στρατιωτικοπολιτική ηγεσία παράγοντας απειλής για την κανονική λειτουργία των στρατηγικών πυρηνικών δυνάμεων.
Ο Τόμας Νιντς, αναπληρωτής υπουργός για θέματα Διαχείρισης Πηγών Ενέργειας των ΗΠΑ, δήλωσε το 2012 ότι «η Αρκτική εξελίσσεται στο νέο σύνορο της εξωτερικής μας πολιτικής».
Η δήλωσή του συνοδεύτηκε από μια επίδειξη δύναμης. Τον Μάρτιο του 2012 πραγματοποιήθηκαν στρατιωτικές ασκήσεις μεγάλης κλίμακας με την κωδική ονομασία Cold Response 2012, στις οποίες συμμετείχαν πάνω από 16.000 στρατιωτικοί, πολεμικά πλοία και αεροσκάφη των Ηνωμένων Πολιτειών, της Βρετανίας, του Καναδά, της Γαλλίας και της Ολλανδίας, συνολικά από 14 χώρες μέλη του ΝΑΤΟ.
Την ίδια χρονιά αποκαλύφθηκε ένα από τα πρώτα τηλεγραφήματα που διέρρευσαν από το Wikileaks με υπογραφή της Χίλαρι Κλίντον, επικεφαλής τότε του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Το τηλεγράφημα απευθυνόταν στους Αμερικανούς διπλωμάτες στο ΝΑΤΟ και αναφερόταν σε ένα «μυστικό σχέδιο» για μαζική επίθεση στη Ρωσία. Το σχέδιο αυτό για μεγάλης κλίμακας πόλεμο εναντίον των Ρώσων προβλέπει τη μετατόπιση εννέα μεγάλων στρατιωτικών βάσεων από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία, τη Γερμανία και την Πολωνία. Σύμφωνα με τον Guardian, που δημοσίευσε το τηλεγράφημα, η επίθεση αναμένεται να περιλαμβάνει τα λιμάνια της Γερμανίας και της Πολωνίας που θα χρησιμοποιηθούν για να δεχθούν δυνάμεις του ναυτικού από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία.
Μέλη της ρωσικής κυβέρνησης διαμαρτυρήθηκαν τότε για το σχέδιο, και στη διαβεβαίωση από την Κλίντον ότι «τα σχέδια του ΝΑΤΟ δεν στοχεύουν εναντίον καμιάς χώρας συγκεκριμένα», ο Ρώσος εκπρόσωπος στο ΝΑΤΟ Ντμίτρι Ρογκόζιν σχολίασε ειρωνικά: «Εναντίον ποιου άλλου θα μπορούσε να στοχεύει αυτό το σχέδιο; Εναντίον της Σουηδίας, της Φινλανδίας, της Γροιλανδίας ή της Ισλανδίας; Εναντίον των πολικών αρκούδων ή μήπως εναντίον της ρωσικής αρκούδας»;
Σε τηλεγράφημα με ημερομηνία Οκτωβρίου του 2009, ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ Άιβο Ντάαλντερ πρότεινε να μη διασαφηνιστεί εάν θα είναι η Ρωσία πιθανός στόχος ή όχι, αλλά αντ’ αυτού να υιοθετηθεί ένα γενικό σχέδιο το οποίο θα προβλέπει τη μετακίνηση στρατευμάτων στις χώρες της Βαλτικής, ενώ δεν θα αναφέρει εναντίον ποιων θα πορευθούν αυτά τα στρατεύματα –σε περίπτωση που το περιεχόμενο του εγγράφου διαρρεύσει–, ώστε να μην προκληθούν προβλήματα με τη Μόσχα. «Αν πρόκειται να βγει κανείς για κυνήγι λαγών, τι τον χρειάζεται τον εξοπλισμό για κυνήγι αρκούδας;», σχολίασε ωστόσο ο Ρογκόζιν. (13)
Τον επόμενο χρόνο, κοντά στα σύνορα της Ρωσίας, από τις 16-27 Σεπτεμβρίου του 2013, παραμονές του ξεσπάσματος της κρίσης στην Ουκρανία, πραγματοποιήθηκαν κοινά γυμνάσια της Πολεμικής Αεροπορίας της Νορβηγίας, της Σουηδίας, της Φινλανδίας, των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου με την κωδική ονομασία «Αρκτική πρόκληση 2013». Επρόκειτο για τα μεγαλύτερα γυμνάσια του έτους, και ο Ιλιά Κράμνικ αναρωτιόταν: Σε ποιον απευθύνεται η «Αρκτική πρόκληση;». (14)
Η βασική ιδέα της άσκησης είναι να επιδείξει τη δυνατότητα ταχείας ανάπτυξης της παρουσίας της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στην περιοχή της Αρκτικής. Το γεγονός ότι αυτό ήταν και ένα από τα κύρια σενάρια της περιόδου του Ψυχρού Πολέμου για ταχεία ανάπτυξη ιπτάμενων σχηματισμών στα σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης έδειχνε ότι η ιδέα της στρατιωτικής αναμέτρησης δεν έχει εγκαταλειφθεί. Εκτός αυτού, οι ασκήσεις καταδείκνυαν ότι η επονομαζόμενη Αμυντική Συνεργασία των Βορείων Χωρών (NORDEFCO) είναι στην πραγματικότητα μια βολική μορφή προσέλκυσης της Σουηδίας και της Φινλανδίας σε μια στρατιωτική συμμαχία με τις ΗΠΑ.
Η κρατική πολιτική της Ρωσίας στην Αρκτική προβλέπει αντίποινα σε παρόμοιες προκλήσεις. Όλες αυτές οι στρατιωτικές ασκήσεις απαιτούσαν μια στρατιωτική απάντηση, πολύ περισσότερο που τα βαριά σύννεφα της επερχόμενης ουκρανικής κρίσης έριχναν τη σκιά τους στις αμερικανορωσικές σχέσεις.
Τον Σεπτέμβριο του 2013, για πρώτη φορά από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, μια τεράστια νηοπομπή από δέκα πολεμικά πλοία και πυρηνοκίνητα παγοθραυστικά διέσχισε μια απόσταση 2.000 ναυτικών μιλίων στη ζώνη της Αρκτικής. Ο Πούτιν έστειλε τον ρωσικό στόλο με επικεφαλής το βαρύ πυρηνοκίνητο καταδρομικό «Μεγάλο Πέτρο» στα νέα νησιά της Σιβηρίας, για να ολοκληρώσει τη στρατιωτική ενεργοποίηση των νησιών αυτών που είχαν εγκαταλειφθεί από τη Ρωσία από το 1993, βελτιώνοντας παράλληλα τις υποδομές όπως τα λιμάνια και το αεροδρόμιο της περιοχής. Η κίνηση αυτή είναι τμήμα ενός προγράμματος που αφορά τη μετατροπή των βόρειων ακτών της Ρωσίας σε παγκόσμιο δίκτυο γραμμών ναυσιπλοΐας, καθώς και στη διασφάλιση των τεράστιων ενεργειακών πόρων της περιοχής. «Ήρθαμε για να μείνουμε», δήλωσε ο Ρώσος αναπληρωτής υπουργός Άμυνας, στρατηγός Αρκάντι Μπακίν. Δύο μήνες αργότερα η Ρωσία άρχισε να αναπτύσσει στην Αρκτική μονάδες των Δυνάμεων Αεροδιαστημικής Άμυνας και να κατασκευάζει σταθμό ραντάρ προειδοποίησης για πυραυλική επίθεση στον Άπω Βορρά, και τον περασμένο Φεβρουάριο, τα ρωσικά ΜΜΕ μετέδωσαν ότι το Κρεμλίνο προχωρά στη σύσταση νέου επιτελείου των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων «με σκοπό να υπερασπιστεί τα στρατηγικά συμφέροντά της Ρωσίας στην περιοχή της Αρκτικής».
Εξαιτίας της ουκρανικής κρίσης, οι στρατιωτικές σχέσεις της Ρωσίας στην Αρκτική ουσιαστικά διαλύθηκαν: Η ετήσια συνάντηση των επικεφαλής στον τομέα της άμυνας μεταξύ των κρατών της Αρκτικής ακυρώθηκε τότε για πρώτη φορά, και η Στρογγυλή Τράπεζα των Δυνάμεων Ασφαλείας της Αρκτικής (ASFR) δρα χωρίς τη συμμετοχή της Ρωσίας. Στην τελευταία συνάντηση της ASFR στο Σόρτλαντ της Νορβηγίας τον Αύγουστο, συμμετείχαν 11 χώρες, 7 από τις οποίες δεν ήταν κράτη της Αρκτικής, αλλά όχι και η μεγαλύτερη χώρα της Αρκτικής, η Ρωσία. (15) Αισθανόμενο συνεχώς μεγαλύτερη απειλή, το Κρεμλίνο ενίσχυσε τη στρατιωτική του ετοιμότητα.
Τον Μάρτιο του 2014, εν μέσω της ουκρανικής κρίσης, τάγμα 350 αλεξιπτωτιστών της 98ης μονάδας του ρωσικού στρατού προσγειώθηκε στο έδαφος του νησιού Κότελνι στη Σιβηρία, στα πλαίσια άσκησης. Επρόκειτο για την πρώτη μαζική προσγείωση αλεξιπτωτιστών στην Αρκτική στην ιστορία της Ρωσίας! (16) Τον Σεπτέμβριο του 2014, μια ρωσική νηοπομπή, ένας μικρός στόλος που αποτελείται από τρία πολεμικά, ένα τάνκερ, ένα ρυμουλκό διάσωσης και το πλοίο «Αλεξάντρ Πούσκιν» του στόλου της Βαλτικής, μετέφερε εξοπλισμό και προσωπικό, προκειμένου να επανδρωθεί η νέα μόνιμη βάση του Βόρειου Στόλου.
Στις 25 Σεπτεμβρίου, ολοκληρώθηκε μία από τις μεγαλύτερες εδώ και δεκαετίες στρατιωτικές ασκήσεις των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων στην Άπω Ανατολή και τον Ειρηνικό, με την επωνυμία Βοστόκ 2014, που σηματοδοτούσε την αρχή μιας νέας περιόδου για το σύστημα ασφάλειας σε όλη τη ρωσική επικράτεια από τα Ουράλια μέχρι τον Ειρηνικό και από το Καζακστάν μέχρι την Αρκτική. Το πλήθος ανδρών και μέσων που πήραν μέρος τις ασκήσεις υπήρξε κάτι παραπάνω από εντυπωσιακό. Η αιφνιδιαστική εξαγγελία των στρατιωτικών ασκήσεων από τον Ρώσο πρόεδρο όσο και το μέγεθος της κινητοποίησης τη συγκεκριμένη χρονικά περίοδο δεν είχε το χαρακτήρα μιας στρατιωτικής άσκησης τόσο, όσο αυτής της πλήρους κινητοποίησης για έναν επερχόμενο πόλεμο, σύμφωνα με τους δυτικούς αναλυτές.
ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ Ή ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ;
Από τις δυνάμεις που διεκδικούν πλούτο και επιρροή στην Αρκτική οι ΗΠΑ και η Ρωσία είναι αυτοί που αποκαλούμε μεγάλους παίκτες. Σε περίπτωση συνεργασίας των δύο αυτών δυνάμεων, πολύ δύσκολα κάποια χώρα, από τις άλλες διεκδικήτριες, θα μπορούσε να προκαλέσει μια θερμή σύγκρουση. Με την ουκρανική κρίση, όμως, η στρατηγική σχέση Ρωσίας-ΗΠΑ φαίνεται ότι έχει πάψει να υπάρχει και η συγκέντρωση μεγάλων στρατιωτικών δυνάμεων, από όλες τις πλευρές, συμπεριλαμβανομένου του ΝΑΤΟ, δείχνει προετοιμασία ακόμη και για ένοπλη σύγκρουση. Όπως αποκαλύφθηκε από το Wikileaks, έγγραφα έφεραν τις ΗΠΑ να μιλούν για «αύξηση των στρατιωτικών απειλών στην περιοχή της Αρκτικής» και τη Ρωσία να προβλέπει «ένοπλη επέμβαση στο μέλλον».
Θα είναι η Αρκτική ο τόπος όπου θα διεξαχθεί μια μεγάλη θερμή σύγκρουση; Λογικά κανείς δεν επιθυμεί μια σύγκρουση που θα είναι ιδιαίτερα οδυνηρή για όλους και ενέχει επίσης και τον κίνδυνο πυρηνικού ολοκαυτώματος. Οι ρωσικές αρχές ειδικότερα είναι λιγότερο από όλους διατεθειμένες για αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ. Όπως είχαμε γράψει σε προηγούμενο άρθρο μας (17), παρά τη σοβαρότητα για τη Ρωσία των εξελίξεων στην Ουκρανία, ο Πούτιν έκανε έκκληση στις ΗΠΑ υποστηρίζοντας ότι οι δύο χώρες δεν πρέπει να θυσιάσουν τις σχέσεις τους εξαιτίας μιας διαφωνίας για ένα μεμονωμένο, αν και πολύ σημαντικό, όπως είπε, διεθνές πρόβλημα. Ο Ρώσος ηγέτης υπογράμμισε ακόμη ότι η Μόσχα δεν θέλει να απομονωθεί από τον υπόλοιπο κόσμο και ότι θέλει να συνεργαστεί με την Ουάσινγκτον για να υλοποιηθούν διάφορα σχέδια. ο Φιόντορ Λουκιάνοφ μας λέει: «H Ρωσία, προφανώς, δεν προτίθεται να εγκαταλείψει τη συνεργασία με τις ΗΠΑ, όπου τα συμφέροντα των δύο χωρών συμπίπτουν. Ποιο είναι το πεδίο που τα συμφέροντα των δύο “εταίρων” συμπίπτουν; Είναι η Αρκτική. Εκεί όπου, σε αντίθεση με τα συχνά κλιμακούμενα πάθη, τα ρωσικά και τα αμερικανικά συμφέροντα δεν απέχουν και τόσο πολύ μεταξύ τους». (18) Τα οικονομικά συμφέροντα που συνδέονται με τη Δύση και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ είναι μεγάλα, ενώ στην αναγκαστική προσέγγισή της με το Πεκίνο η Μόσχα είναι σίγουρο ότι δεν αισθάνεται άνετα. Η εξάρτηση από έναν δυνητικό γεωπολιτικό ανταγωνιστή όπως είναι η Κίνα και οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν από μια απόπειρα αλλαγής του παγκόσμιου οικονομικού status quο την κάνουν να δυσανασχετεί και να επιδιώκει την ομαλοποίηση των σχέσεων της με τις ΗΠΑ, που παράλληλα θα βελτίωνε το ρόλο της στο τρίγωνο Ρωσία, ΗΠΑ, Κίνα. Επιπλέον, στην αντιπαράθεσή της με τη Δύση και τις κυρώσεις έχουν προστεθεί τώρα και οι φόβοι από τις πληροφορίες για κινήσεις ισλαμιστών στον Καύκασο, καθώς και οι απειλές του Ισλαμικού Στρατού. Η πιθανότητα να βρεθεί ανάμεσα σε δύο μέτωπα είναι κάτι που το Κρεμλίνο οπωσδήποτε θα επιθυμούσε να αποφύγει.
Αλλά ούτε και οι ΗΠΑ από την πλευρά τους, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, δείχνουν να επιδιώκουν να έρθουν σε μια άμεση θερμή σύγκρουση με τη Ρωσία στην Αρκτική, όπου άλλωστε τα συμφέροντα είναι πολύ μεγάλα. Σύμφωνα με πρόσφατη δημόσια τοποθέτηση του πρώην υπουργού Εργασίας των Ηνωμένων Πολιτειών Ρόμπερτ Ράιχ, «πίσω από την κουρτίνα των οικονομικών κυρώσεων εναντίον της Μόσχας, οι τράπεζες της Γουώλ Στρητ συνεχίζουν υπογείως τη στήριξη της κυβέρνησης του Ρώσου προέδρου Πούτιν. Η Morgan Stanley, φερ’ ειπείν, κέρδισε πάνω από 360 εκατομμύρια δολάρια από τραπεζικές επενδύσεις στη Ρωσία το 2013. Η ίδια επενδυτική τράπεζα επίσης πρόσφατα επένδυσε 10 δισεκατομμύρια δολάρια στον ρωσικό κολοσσό πετρελαίου Rosneft. (19) Και φυσικά το έργο της εξερεύνησης στην Αρκτική δεν επηρεάζεται από τις πρόσφατες δυτικές κυρώσεις στη Ρωσία.
«Ο πραγματισμός και η κοινή λογική επικρατούν, παρά τις δυσχέρειες, στο τρέχον πολιτικό περιβάλλον και αυτό είναι πολύ ικανοποιητικό», ανέφερε ο Ρώσος πρόεδρος, που τάχθηκε υπέρ μιας αυξημένης οικονομικής συνεργασίας με τη Δύση στο όνομα της «κοινής λογικής», παρά τον κύκλο των αμοιβαίων κυρώσεων που επιβλήθηκαν από τη μια πλευρά στην άλλη εξαιτίας της ουκρανικής κρίσης, εγκαινιάζοντας επίσημα στις 9 Αυγούστου το έργο μιας ρωσοαμερικανικής συνεργασίας εξερεύνησης για πετρέλαιο στην Αρκτική. Συγκεκριμένα, της αμερικανικής εταιρείας ExxonMobil και της ρωσικής κρατικής επιχείρησης Rosneft (της οποίας ο πρόεδρος Ίγκορ Σέτσιν είναι πρώτος στη λίστα των δυτικών κυρώσεων!). Ταυτόχρονα έγιναν παρόμοιες ανακοινώσεις για τη συνεχιζόμενη συνεργασία της Rosneft με τη νορβηγικήStatoil και την ΒΡ. Να σημειωθεί ότι η ΒΡ κατέχει το 20% των μετοχών της Rosneft…
Τέλος Σεπτεμβρίου και ενώ ανακοινωνόταν η αποκάλυψη ενός τεράστιου κοιτάσματος πετρελαίου στη θάλασσα Κάρα της Αρκτικής, αποτέλεσμα της συνεργασίας της αμερικανικής εταιρείας ExxonMobil και της ρωσικής κρατικής επιχείρησης Rosneft, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ρωσικό τηλεοπτικό δίκτυο 5TV δήλωνε: «Η Μόσχα επιθυμεί μια επανεκκίνηση στις σχέσεις της με την Ουάσινγκτον και δεν ενδιαφέρεται για έναν συνεχιζόμενο πόλεμο κυρώσεων με τη Δύση».
Και σε μια εφ’ όλης της ύλης και λίαν διαφωτιστική για την κατάσταση στην Ουκρανία και τις σχέσεις Ρωσίας-Δύσης συνέντευξη του Σεργκέι Λαβρόφ στο ένθετο της εφημερίδας Ροσίσκαγια Γκαζέτα (Η Ρωσία πέρα από τους τίτλους ειδήσεων), στην ισπανική Ελ Παΐς, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών κατηγορούσε την ΕΕ για πολιτικό παραλογισμό, που στέλνει μήνυμα στήριξης στο «κόμμα του πολέμου» στο Κίεβο, προειδοποιούσε δε την Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες ότι η Ρωσία θα πάρει κάθε απαραίτητο μέτρο για να προασπίσει τα συμφέροντά της. Ωστόσο, εξέφραζε την πεποίθηση ότι το «σημείο δίχως επιστροφή» στις σχέσεις Ρωσίας-Δύσης δεν έχει ακόμη ξεπεραστεί, υπογραμμίζοντας ότι τις δύο πλευρές τις ενώνουν περισσότερα απ’ όσα τις χωρίζουν και ότι επιβάλλεται να επανέλθουν οι σχέσεις στην κατάσταση πριν από την ουκρανική κρίση, προκειμένου να γίνει κάποτε πράξη ο στόχος για ενιαίο χώρο από τον Ατλαντικό έως τον Ειρηνικό. (20)
Χωρίς αμφιβολία, η Ρωσία στέλνει ξεκάθαρα μηνύματα προς τη Δύση γενικά, ειδικότερα όμως προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, ότι επιθυμεί την ταχεία αποκατάσταση των σχέσεων και την αναζήτηση οδούσυνδιαχείρισης των διεθνών υποθέσεων.
Είναι φανερό ότι μια ανοιχτή πολεμική σύρραξη θίγει μεγάλα συμφέροντα και στις δύο πλευρές και το αποτέλεσμα μπορεί να είναι καταστροφικό και για τις δύο. Η οικονομική ελίτ της Γουώλ Στρητ δεν επιθυμεί να υποστεί τις ανυπολόγιστες συνέπειες που θα επιφέρει μια πιθανή αποχώρηση από την επικερδή ρωσική αγορά για τους επενδυτικούς ομίλους σήμερα. Από την άλλη πλευρά, αν οι κυρώσεις εφαρμοστούν, αυτό θα είναι επιβλαβές επίσης για τις μελλοντικές πετρελαϊκές προοπτικές της Ρωσίας για τα επόμενα τουλάχιστον πέντε ως δέκα χρόνια. Όπως τονίζει το Reuters, όταν η ΕΕ και οι ΗΠΑ εφαρμόσουν φραγή στην εξαγωγή των εργαλείων και τεχνογνωσίας, οι Ρώσοι που στερούνται εξοπλισμού δεν θα μπορέσουν να συνεχίσουν μόνοι τους τις πετρελαϊκές έρευνες. Επιπλέον, οι ρωσικοί ενεργειακοί κολοσσοί, όπως η Gazprom για το φυσικό αέριο και η Rosneft για το πετρέλαιο, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε η Moody’s στη δημοσιότητα για τη βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη ωρίμαση των χρεών ρωσικών εταιρειών, είναι στο έλεος της Task Force που έχει συγκροτήσει το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ και μπορούν να οδηγήσουν σε χρεοκοπία τους ενεργειακούς κολοσσούς της Ρωσίας οπότε θελήσουν. (21) Στα παραπάνω αξίζει να προσθέσουμε το γεγονός ότι η Ρωσία αντιμετωπίζει μία άνευ προηγουμένου φυγή κεφαλαίων που αναμένεται να φθάσει τα 100 δις δολάρια μέχρι το τέλος του 2014 (σε σύγκριση με τα 63 δις δολάρια για το σύνολο του 2013) και οι τιμές του πετρελαίου, του κύριου ρωσικού εξαγωγικού προϊόντος, βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 27 μηνών. (22)
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Με δεδομένο τα αλληλεπιδρώντα συμφέροντα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι, αν και η σύγκρουση για την Αρκτική ήδη λαμβάνει χώρα, οι πρωταγωνιστές, παρά τη στρατικοποίηση της περιοχής, αποφεύγουν να διεξαχθεί αυτή στο έδαφος της Αρκτικής με άμεση στρατιωτική αντιπαράθεση. Οι ΗΠΑ, που βασικά διεξάγουν την επίθεση, προτιμούν να καταφέρουν έμμεσα χτυπήματα, διαφορετικού είδους και σε διαφορετικές περιοχές, στη Ρωσία και όχι μόνο (από τις κυρώσεις, για παράδειγμα, θίγεται άμεσα και η ΕΕ, και ειδικότερα η Γερμανία). Αφήνουν, όμως, περιθώριο στην οικονομική συνεργασία στην Αρκτική να συνεχίζεται και φυσικά και οι παρασκηνιακές συνομιλίες, που κάποια στιγμή θα αποκρυσταλλωθούν σε μια συμφωνία, η οποία θα κρίνει τις εξελίξεις στον πλανήτη για πολλά χρόνια.
Αυτά όλα, φυσικά, προς το παρόν, αφού κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον. Το μόνο που με σιγουριά μπορούμε να πούμε είναι ότι το λιώσιμο των πάγων της Αρκτικής, για το οποίο τόσο πολύ χαίρονται κυβερνήσεις και εταιρείες προσβλέποντας σε μεγάλα κέρδη, θα είναι μια τεράστια οικολογική καταστροφή με δυσάρεστες κλιματολογικές επιπτώσεις σε παγκόσμια κλίμακα. Οι επεμβάσεις εκ μέρους των κρατών της περιοχής και των εταιρειών, είτε οι ενδιαφερόμενοι σκάψουν συνεργαζόμενοι τα σπλάχνα του βόρειου ωκεανού είτε έρθουν σε θερμή σύγκρουση, κάνουν την κατάσταση ακόμη χειρότερη, με επακόλουθα που θα είναι οδυνηρά για όλους μας.
Τον Σεπτέμβριο, λίγες μέρες πριν από τη Διεθνή Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα, η Greenpeace παρέδωσε στον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Μπαν-Κι-Μουν 6 εκατομμύρια υπογραφές που συγκέντρωσε για την προστασία της «κορυφής του κόσμου». Το 74% των πολιτών σε όλο τον κόσμο (3 στους 4 πολίτες στην Ελλάδα) ζητούν την ουσιαστική προστασία της Αρκτικής, βάσει της δημοσκόπησης που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Greenpeace σε τριάντα χώρες. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το 79% των ερωτηθέντων στη χώρα μας τάσσεται υπέρ της δημιουργίας παγκόσμιου καταφυγίου στον Βόρειο Πόλο. Ποιος άραγε ακούει;
Άννα Μπαλλή
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Νίκος Κυριακίδης, «Αρκτική: Η επόμενη κίνηση», Αυγή, 19.04.2014.
2. «Αρκτική: Το νέο μέτωπο του γεωπολιτικού ανταγωνισμού Ρωσίας-ΗΠΑ», Project antisystem, 28/6/2014.
3. The Antarctic Treaty Background:http://www.antarctica.ac.uk/about_antarctica/geopolitical/treaty/
4. Βασίλειος Καρακικές, Π.Ν., «Η στρατηγική της Αρκτικής και η αναθέρμανση του ενδιαφέροντος των όμορων κρατών».
5. Dominique Kopp, «Αρκούδες στη “Μεσόγειο του Βορρά”. Ψυχρός Πόλεμος στον Βόρειο Πόλο. Ένας πόλος έλξης μεγάλων εταιρειών πετρελαίου», monde–diplomatique, 30 Σεπτεμβρίου 2007.
6. Άρης Χατζηστεφάνου, «Η Μόσχα αναζητά το νέο Σουέζ στην Αρκτική»,Επίκαιρα Σεπτέμβριος 2013.
7. Αλεξέι Τοπάλοφ, .gazeta.ru, 4 Μαρτίου 2013.
8. Από την ονομασία ενός μικρού αλόγου, πρωταγωνιστή μιας παιδικής ταινίας κινουμένων σχεδίων με κούκλες, της δεκαετίας του 1970.
9. Ντμίτρι Λιτόφκιν, «Οι μυστικές αποστολές του βαθυσκάφους Λοσάρικ», Η Σύγχρονη Ρωσία, 12 Δεκεμβρίου 2012.
10. Φιόντορ Λουκιάνοφ, «Πόσο χρειάζονται Ρωσία και Αμερική η μία την άλλη;», Η Σύγχρονη Ρωσία, 1 Απριλίου 2014.
11. «Το Μωσαικό των Σχέσεων της Γουώλ Στρητ με την Μόσχα», New York Times , Απόδοση από το ellada-russia.gr
12. Νίκος Σταματάκης « Το παρασκήνιο της σύγκρουσης: Οι τιμές του πετρελαίου» mignatiou.com, 24/8/2014
13. Luis Britto Garcia , «Τηλεγράφημα του Wikileaks αποκαλύπτει σχέδιο του ΝΑΤΟ για επίθεση εναντίον της Ρωσίας», Pravda, 18 Οκτωβρίου 2012
14. Ιλιά Κράμνικ , «Σε ποιόν απευθύνεται η «Αρκτική πρόκληση»; Η Φωνή της Ρωσίας, 20 Σεπτεμβρίου 2013,
15. Christian Le Mière , «Η Ουκρανία φέρνει ψυχρούς ανέμους στην Αρκτική» , capital 24 Σεπτεμβρίου 2014
16. ΙTAR-TASS Μάρτιο του 2014
17. Άννα Μπαλλή, «Η κούρσα για παγκόσμια κυριαρχία. Πόσο ισότιμη “αντίπαλος” των ΗΠΑ είναι η Ρωσία» , Hellenic NEXUS, Τεύχος 88 Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2014
18. Φιόντορ Λουκιάνοφ, «Πόσο χρειάζονται Ρωσία και Αμερική η μια την άλλη»; Η Σύγχρονη Ρωσία, 1 Απριλίου 2014
19. «Το Μωσαικό των Σχέσεων της Γουώλ Στρητ με την Μόσχα», New York Times , Απόδοση από τους ellada-russia.gr
20. Ίγκορ Ρόζιν, για τη RBTH , «Λαβρόφ για σχέσεις Ρωσίας-Δύσης: Ευτυχώς δεν έχουμε ξεπεράσει το «σημείο δίχως επιστροφή», 17 Σεπτεμβρίου 2014
21. Γιώργος Καπόπουλος , «Ρωσία: Αιχμάλωτος του χρέους», Ημερησία 24/7/2014
22. Κώστας Ράπτης, «Φτηνό πετρέλαιο: Ένα γεωπολιτικό όπλο» , Capital.gr,