Καθώς η Ευρωζώνη παλεύει για άλλη μια φορά να ξεμπλέξει από την αταξία που η ίδια δημιούργησε με κάτι που φαίνεται να είναι μια συμφωνία της … εσχάτης ώρας για τη σωτηρία της Ελλάδας από την άμεση χρεοκοπία, οι αγορές καλό είναι να κρατούν την ανάσα τους.
Στον πυρήνα της κρίσης της Ευρωζώνης υπάρχουν πολλαπλά ελλείμματα: δημόσια ελλείμματα, ελλείμματα τραπεζικών κεφαλαίων, ελλείμματα ρευστότητας και ελλείμματα παραγωγικότητας. Αλλά το μεγαλύτερο των ελλειμμάτων είναι η έλλειψη πολιτικής ηγεσίας. Όπως πολλές φορές συνέβη τον τελευταίο χρόνο, η αποφασιστικότητα των πολιτικών φτάνει μόνο μέχρι του σημείου της αποφυγής μιας καταστροφής εδώ και τώρα. Αλλά δίχως μεγαλύτερη γενναιότητα η επόμενη κρίση για την Ευρώπη δεν πρόκειται να αποφευχθεί.
Το μεγαλύτερο έλλειμμα πολιτικής ηγεσίας βρίσκεται βεβαίως στην Ελλάδα. Η Αθήνα έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα για την κρίση του ευρώ πέρυσι, όταν η νεοεκλεγμένη της κυβέρνηση αποκάλυψε ότι ο συνδυασμός της παραποίησης των αριθμών και μιας ευρείας ανοχής στην φοροαποφυγή συσσώρευσε στη χώρα ένα τόσο μεγάλο έλλειμμα που κανείς δεν είχε φανταστεί. Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου προκάλεσε μια δεύτερη κρίση φέτος, υπαναχωρώντας από τις δεσμεύσεις της προς την ΕΕ, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για ένα μεγάλο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Η ελληνική κυβέρνηση έχασε πολύτιμο χρόνο προσπαθώντας να εκβιάσει μια αναδιάρθρωση χρέους και όταν αυτό το σενάριο ναυάγησε η Αθήνα κλήθηκε να τηρήσει τις αρχικές υποσχέσεις της προκειμένου να λάβει επιπλέον κεφάλαια. Όμως ακόμη και σήμερα η ελληνική κυβέρνηση αρνείται να συρρικνώσει το μεγεθυσμένο δημόσιο τομέα της και προτιμά να ρίχνει το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής σε φορολογικά μέτρα. Εν τω μεταξύ η αντιπολίτευση ασκεί μικροκομματική πολιτική χρησιμοποιώντας τα θέματα της εθνικής επιβίωσης και υπονομεύει την αποδοχή του προγράμματος. Δεν είναι να απορεί κανείς που κάποιες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν εμπιστεύονται πια την Ελλάδα και θέτουν αυστηρούς όρους για να παράσχουν τις επόμενες δόσεις.
Αλλά όλα αυτά δεν σημαίνουν πως και η υπόλοιπη Ευρώπη είναι άψογη. Για πολύ καιρό οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έκλειναν τα μάτια μπροστά στις αδυναμίες που βρίσκονται στην καρδιά του κοινού νομίσματος. Το ευρώ πάντα θα εξαρτάται από το κατά πόσον τα κράτη μέλη του ασκούν δημοσιονομική πειθαρχία και ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα τους. Όμως το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης που υποτίθεται ότι θα διασφάλιζε αυτούς τους στόχους δεν είχε ρήτρες ασφαλείας. Η Ευρώπη δεν έκανε τίποτα όταν η Γερμανία και η Γαλλία παραβίαζαν το Σύμφωνο με τα δικά τους υπερβολικά ελλείμματα. Η Ελλάδα δεν υπήρξε η μοναδική χώρα που αποκόμισε τα οφέλη του χαμηλότοκου δανεισμού δίχως να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις. Και πολλές υπήρξαν οι προσπάθειες προστατευτισμού των κρατών ενάντια στους κανόνες της ενιαίας αγοράς.
Το χειρότερο όμως είναι πως οι αρχιτέκτονες του ευρώ το εισήγαγαν γνωρίζοντας ότι περιλαμβάνει ένα μοιραίο σχεδιαστικό σφάλμα: Τα κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης θεωρούνταν μηδενικού κινδύνου για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις των τραπεζών κι αυτό, παρά το ότι, σε αντίθεση με τα άλλα κρατικά ομόλογα, δεν υποστηρίζονταν από κυβερνήσεις με δυνατότητα έκδοσης του δικού τους νομίσματος – που σημαίνει ότι τα κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης ήταν εκτεθειμένα σε πιστωτικό κίνδυνο. Αυτό έδωσε στις τράπεζες κίνητρα να συσσωρεύουν ολόκληρα βουνά από κρατικούς τίτλους της ευρωπαϊκής περιφέρειας προκειμένου να επωφελούνται από τις υψηλότερες αποδόσεις, οδήγησε στη μείωση του κόστους δανεισμού και τροφοδότησε μια καταστροφική κραιπάλη δανεισμού. Η κρίση ήταν προβλέψιμη – και είχε προβλεφθεί.
Αλλά από τη στιγμή που η κρίση ήρθε, πού είναι οι ισχυροί πολιτικοί ηγέτες που είναι έτοιμοι να μιλήσουν καθαρά για τις σκληρές επιλογές για τη σωτηρία της νομισματικής ένωσης; Ένα χρεοστάσιο θα είναι σήμερα καταστροφικό, και όχι μόνο εξαιτίας της ‘μόλυνσης’ που θα επηρεάσει το κόστος δανεισμού των κρατών και των κυβερνήσεων. Κι όμως, αντί να ασκούν πιέσεις στην Ελλάδα προκειμένου να κρατήσει τις υποσχέσεις της, ορισμένοι πολιτικοί αποσταθεροποιούν τις αγορές με μη ρεαλιστικές δημόσιες συζητήσεις περί αναδιάρθρωσης. Η Ευρωζώνη απέκλεισε επίσης την έκδοση ευρω-ομολόγων που θα μπορούσαν να μειώσουν το κόστος δανεισμού των υπερχρεωμένων κρατών της περιφέρειας. Και παράλληλα απέτυχε να αντιμετωπίσει την κρίση του τραπεζικού συστήματος.
Ο τελευταίος γύρος των τεστ αντοχής των τραπεζών μπορεί να δείξει πως οι ευρωπαϊκές τράπεζες βελτίωσαν την κεφαλαιακή τους θέση, αλλά το πραγματικά μεγάλο πρόβλημα είναι η ρευστότητα. Η Ελλάδα, Ιρλανδία και η Πορτογαλία αντιμετωπίζουν ήδη ένα πιστωτικό κραχ δεδομένου ότι οι τράπεζες τους εξαρτώνται για χρηματοδότηση από την ΕΚΤ. Η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού της Ιταλίας και της Ισπανίας αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο κίνδυνο για αυτές τις χώρες που μπορεί να πλήξει την ανάπτυξη τους. Κι όμως παραμένουν σταθερά εκτός ατζέντας τα μέτρα που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη χρηματοδότηση των τραπεζών – όπως να επιτραπεί στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να ανακουφίζει τις πιέσεις επί των κρατικών τίτλων αγοράζοντας μερίδια από τις τράπεζες και εγγυώμενο χρηματοδότηση. Η λογική της κρίσης είναι ότι η ρύθμιση των τραπεζών πρέπει να γίνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μέχρι να το αναγνωρίσουν αυτό οι κυβερνήσεις, οι πιέσεις στα εθνικά κράτη – και οι πολιτικοί κίνδυνοι για το ευρώ – θα παραμένουν υπέρμετρα μεγάλοι.
Όπως έχουν τα πράγματα, ο μόνος ευρωπαϊκός θεσμός που είναι έτοιμος να πει τα πράγματα με το όνομά τους είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Και εδώ όμως ενεδρεύουν μεγάλοι κίνδυνοι γιατί οι τοποθετήσεις των επικεφαλής της ΕΚΤ ενισχύουν την αντίληψη ότι τα πράγματα της ΕΕ τα διαχειρίζονται μη εκλεγμένοι γραφειοκράτες που στερούνται λαϊκής εντολής. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες λένε διαρκώς ότι είναι αποφασισμένοι να κάνουν ό,τι είναι απαραίτητο για τη σωτηρία του κοινού νομίσματος αλλά την ίδια στιγμή δεν είναι καν έτοιμοι να μιλήσουν για τις σκληρές επιλογές και αφήνουν μόνη την ΕΚΤ να φτάνει την εντολή της στα όριά της προκειμένου να διατηρήσει τη σταθερότητα.
Η Ευρώπη χρειάζεται ηγέτες που θα έχουν το κουράγιο να διατυπώσουν τις σκληρές επιλογές και την αναπόφευκτη απώλεια εθνικής κυριαρχίας. Ελάχιστοι είναι οι άνθρωποι που ψήφισαν υπέρ μιας τέτοιας Ευρώπης, ακόμα πιο λίγοι την θέλουν τώρα και ο κόσμος έχει κάθε δίκιο να αγανακτεί. Αλλά υπάρχει περίπτωση να γυρίσουμε το ρολόι της ιστορίας 20 χρόνια πίσω; Η διάρρηξη της Ευρωζώνης θα είναι μια πολιτική και οικονομική καταστροφή που θα θέσει σε απειλή την επιβίωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την άλλη μεριά ίσως η Ευρωζώνη να βγει από αυτή την κρίση πιο ενωμένη, πιο ισχυρή, με μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία, πιο ανταγωνιστική και πιο πλούσια.
Source : feltor.wordpress