Στις 3 Οκτωβρίου 2010, την 20ή επέτειο της επανένωσης της Γερμανίας, η χώρα κατέβαλε την τελευταία πληρωμή των αποζημιώσεων που της επιβλήθηκαν με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών το 1919. Την ίδια ημέρα, αποπλήρωσε την τελευταία δόση στα επιτόκια των ομολόγων που εξέδωσε το 1924 και το 1930 για να χρηματοδοτήσει τις πληρωμές που γονάτισαν τη χώρα και άνοιξαν τον δρόμο για την άνοδο του Εθνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος στην εξουσία.
Οι χώρες με μεγάλα χρέη και ελάχιστη πρόσβαση στις αγορές, βρίσκουν διάφορους τρόπους για να χρηματοδοτήσουν τις ανάγκες τους. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, χρησιμοποιήθηκαν σχεδόν από όλους «πολεμο-ομόλογα» με μεγάλη επιτυχία. Σήμερα, βλέπουμε μια σειρά από «ειδικά ομόλογα»: Ομόλογα αποταμίευσης, ομόλογα αναπτύξεως, ομόλογα για τη διάσωση τραπεζών, ακόμα και κλιματικά-ομόλογα των οποίων τα έσοδα αφιερώνονται σε έργα που σχετίζονται με την «πράσινη οικονομία».
Σε κάθε περίπτωση, τα ειδικά προϊόντα κρατικού χρέους εξυπηρετούν μια σειρά από συγκεκριμένους σκοπούς. Πρώτο, «τραβούν» από την οικονομία ρευστότητα και έτσι μειώνουν τον πληθωρισμό. Αυτό το σημείο αφορά ιδιαίτερα οικονομίες σε υπερθέρμανση, όπως εκείνες των κρατών που βρίσκονται σε πόλεμο. Αφορά, επίσης, κράτη που έχουν απότομη αύξηση πόρων. Δεύτερο, στεγανοποιούν συγκεκριμένες δαπάνες και επιτρέπουν, έτσι, την καλύτερη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών. Τρίτο, εάν γίνει προσεκτική διαχείριση του χρονικού ορίζοντα της ωρίμανσής τους, τα ομόλογα που λήγουν μπορούν να λειτουργήσουν ως μέσο τόνωσης της οικονομίας, όταν θα μπει σε προβλέψιμη ύφεση (όπως για παράδειγμα, μετά τον πόλεμο). Αντίστοιχα, εάν θεωρούνται ασφαλή, τα ομόλογα μπορούν να λειτουργήσουν ως στοιχεία ενεργητικού, αλλά με σχετικά χαμηλές αποδόσεις. Τέταρτο, το στέγνωμα της ρευστότητας, ενώ μειώνει την οικονομική δραστηριότητα οριζοντίως, ταυτόχρονα μπορεί να αντισταθμιστεί με την αξιοποίηση των χρημάτων που εισπράττει το κράτος σε άλλους τομείς (όπως τα κλιματικά ομόλογα).
Πάντοτε, όμως, το σημαντικότερο στοιχείο είναι πως το κράτος είναι αξιόπιστος δανειζόμενος. Ένα από τα «αγαπημένα» επεισόδια των οικονομολόγων, οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι, χρησιμοποιήθηκαν σε μελέτες που αποτέλεσαν σταθμό στην ακαδημαϊκή ανάλυση των κρατικών χρεών. Ενώ η Βρετανία είχε υψηλό χρέος, μπορούσε να δανειστεί φθηνά. Ενώ η Γαλλία είχε σχετικά χαμηλό χρέος (και νικούσε και τον πόλεμο για αρκετό καιρό), δεν μπορούσε να δανειστεί σε υποφερτά επιτόκια. Ο λόγος δεν ήταν μόνο η προσεκτική διαχείριση της εξυπηρέτησης του χρέους από τους Βρετανούς, αλλά και η αξιοπιστία που είχε η χώρα ως δανειζόμενος.
Πρόσφατα στην Ελλάδα, ο Γιάννης Βαρουφάκης έθεσε επί τάπητος την ιδέα για φορο-ομόλογο, με το οποίο πολίτες (φορολογούμενοι) θα δίνουν στο κράτος χρήματα (αγοράζοντας το ειδικό ομόλογο). Σε αντάλλαγμα, θα λαμβάνει, με τη λήξη του ομολόγου, πίστωση έναντι των φόρων του, με έκπτωση που ουσιαστικά θα καθορίζεται από την αγορά. Η σκέψη δεν είναι χωρίς προβλήματα, αλλά αξίζει να συζητηθεί προσεκτικά.
Ένα από τα μαθήματα της δημοσιονομικής κρίσης που ζούμε, είναι πως τα ειδικά προϊόντα και οι συνεχείς επινοήσεις («καινοτομίες») οδηγούν, τελικά, σε μεγάλα προβλήματα. Ο κύριος λόγος, όμως, είναι πως στόχος των «προϊόντων» και «παραγώγων» ήταν, κατά βάση, η αποφυγή του ρίσκου. Η αποφυγή του ρίσκου, το κρύψιμό του σε «ειδικά οχήματα» σε εξωτικά νησιά, αντικατέστησε τη διαχείρισή του, με ολέθρια αποτελέσματα.
Αυτό το σημείο είναι σημαντικό και πάνω από όλα, ένα νέο προϊόν δεν πρέπει να κρύβει τα προβλήματα που υπάρχουν, αλλά να τα αντιμετωπίζει.
Αν, για παράδειγμα, η Κυπριακή Δημοκρατία επέλεγε να εκδώσει μέσα στους επόμενους 24 μήνες ένα ειδικό «ομόλογο φυσικού αερίου», θα μπορούσε να διαχειριστεί με κάποια άνεση τους κίνδυνους που προκύπτουν από τα υψηλά έσοδα των κυπριακών κοιτασμάτων, τα οποία αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή των επόμενων ετών για την οικονομία.
Τα ομόλογα, ως securities, θα μπορούν να είναι συνδεδεμένα σε ένα μέρος (μόνο) των εσόδων για να αντισταθμιστεί το ρίσκο διακύμανσης των τιμών, ή εναλλακτικά, θα μπορούσαν να βασιστούν στα έσοδα από εξασφαλισμένα συμβόλαια σε αγορές forward. (Μάλλον θα στηρίζονταν σε συνδυασμό των δύο). Τα έσοδα του κράτους θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για συγκεκριμένους, δεδηλωμένους και μετρήσιμους στόχους: Για την απόσβεση υφιστάμενου χρέους, για την ενίσχυση συγκεκριμένων υποδομών ή για διαρθρωτικές αλλαγές σε τομείς όπως στη γεωργία, που παραπαίουν. Θα μπορούσαν, ακόμα, να αφιερωθούν στην περιφερειακή ανάπτυξη για απόκεντρες και ταλαιπωρημένες περιοχές, ή για στήριξη της καινοτομίας σε ΜμΕ.
Με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο θα αντιμετωπιστεί το μέγα πρόβλημα του πληθωρισμού και της αφαίμαξης των τομέων εκτός φυσικού αερίου από κεφάλαια και ανθρώπινους πόρους, αλλά θα μπορούσε η Δημοκρατία να απολαύσει τα θετικά στοιχεία των υψηλών εσόδων, αποφεύγοντας τα αρνητικά που την απειλούν.
Η πιο πάνω σκέψη δεν είναι χωρίς προβλήματα. Ωστόσο, το πιο σημαντικό σημείο δεν είναι η σκέψη για την έκδοση «ομολόγου φυσικού αερίου», όπως και στην Ελλάδα το βασικό ζητούμενο δεν είναι να προχωρήσει το φορο-ομόλογο. Το κυριότερο ζητούμενο είναι να αρχίσει ένας επί της ουσίας διάλογος, να ανταλλαγούν απόψεις και σκέψεις, όσο περίεργες κι αν ακούγονται. Κι αυτό, να γίνει όσο υπάρχει ακόμα χρόνος.
Επίσης, πρέπει να προχωρήσει το ΓεΣΥ και να εκπονηθεί Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΜΔΠ). Και, πάνω από όλα, τα έσοδα από το φυσικό αέριο να μείνουν αυστηρώς εκτός προϋπολογισμού.
Source : fortheisland.wordpress
Οι χώρες με μεγάλα χρέη και ελάχιστη πρόσβαση στις αγορές, βρίσκουν διάφορους τρόπους για να χρηματοδοτήσουν τις ανάγκες τους. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, χρησιμοποιήθηκαν σχεδόν από όλους «πολεμο-ομόλογα» με μεγάλη επιτυχία. Σήμερα, βλέπουμε μια σειρά από «ειδικά ομόλογα»: Ομόλογα αποταμίευσης, ομόλογα αναπτύξεως, ομόλογα για τη διάσωση τραπεζών, ακόμα και κλιματικά-ομόλογα των οποίων τα έσοδα αφιερώνονται σε έργα που σχετίζονται με την «πράσινη οικονομία».
Σε κάθε περίπτωση, τα ειδικά προϊόντα κρατικού χρέους εξυπηρετούν μια σειρά από συγκεκριμένους σκοπούς. Πρώτο, «τραβούν» από την οικονομία ρευστότητα και έτσι μειώνουν τον πληθωρισμό. Αυτό το σημείο αφορά ιδιαίτερα οικονομίες σε υπερθέρμανση, όπως εκείνες των κρατών που βρίσκονται σε πόλεμο. Αφορά, επίσης, κράτη που έχουν απότομη αύξηση πόρων. Δεύτερο, στεγανοποιούν συγκεκριμένες δαπάνες και επιτρέπουν, έτσι, την καλύτερη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών. Τρίτο, εάν γίνει προσεκτική διαχείριση του χρονικού ορίζοντα της ωρίμανσής τους, τα ομόλογα που λήγουν μπορούν να λειτουργήσουν ως μέσο τόνωσης της οικονομίας, όταν θα μπει σε προβλέψιμη ύφεση (όπως για παράδειγμα, μετά τον πόλεμο). Αντίστοιχα, εάν θεωρούνται ασφαλή, τα ομόλογα μπορούν να λειτουργήσουν ως στοιχεία ενεργητικού, αλλά με σχετικά χαμηλές αποδόσεις. Τέταρτο, το στέγνωμα της ρευστότητας, ενώ μειώνει την οικονομική δραστηριότητα οριζοντίως, ταυτόχρονα μπορεί να αντισταθμιστεί με την αξιοποίηση των χρημάτων που εισπράττει το κράτος σε άλλους τομείς (όπως τα κλιματικά ομόλογα).
Πάντοτε, όμως, το σημαντικότερο στοιχείο είναι πως το κράτος είναι αξιόπιστος δανειζόμενος. Ένα από τα «αγαπημένα» επεισόδια των οικονομολόγων, οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι, χρησιμοποιήθηκαν σε μελέτες που αποτέλεσαν σταθμό στην ακαδημαϊκή ανάλυση των κρατικών χρεών. Ενώ η Βρετανία είχε υψηλό χρέος, μπορούσε να δανειστεί φθηνά. Ενώ η Γαλλία είχε σχετικά χαμηλό χρέος (και νικούσε και τον πόλεμο για αρκετό καιρό), δεν μπορούσε να δανειστεί σε υποφερτά επιτόκια. Ο λόγος δεν ήταν μόνο η προσεκτική διαχείριση της εξυπηρέτησης του χρέους από τους Βρετανούς, αλλά και η αξιοπιστία που είχε η χώρα ως δανειζόμενος.
Πρόσφατα στην Ελλάδα, ο Γιάννης Βαρουφάκης έθεσε επί τάπητος την ιδέα για φορο-ομόλογο, με το οποίο πολίτες (φορολογούμενοι) θα δίνουν στο κράτος χρήματα (αγοράζοντας το ειδικό ομόλογο). Σε αντάλλαγμα, θα λαμβάνει, με τη λήξη του ομολόγου, πίστωση έναντι των φόρων του, με έκπτωση που ουσιαστικά θα καθορίζεται από την αγορά. Η σκέψη δεν είναι χωρίς προβλήματα, αλλά αξίζει να συζητηθεί προσεκτικά.
Ένα από τα μαθήματα της δημοσιονομικής κρίσης που ζούμε, είναι πως τα ειδικά προϊόντα και οι συνεχείς επινοήσεις («καινοτομίες») οδηγούν, τελικά, σε μεγάλα προβλήματα. Ο κύριος λόγος, όμως, είναι πως στόχος των «προϊόντων» και «παραγώγων» ήταν, κατά βάση, η αποφυγή του ρίσκου. Η αποφυγή του ρίσκου, το κρύψιμό του σε «ειδικά οχήματα» σε εξωτικά νησιά, αντικατέστησε τη διαχείρισή του, με ολέθρια αποτελέσματα.
Αυτό το σημείο είναι σημαντικό και πάνω από όλα, ένα νέο προϊόν δεν πρέπει να κρύβει τα προβλήματα που υπάρχουν, αλλά να τα αντιμετωπίζει.
Αν, για παράδειγμα, η Κυπριακή Δημοκρατία επέλεγε να εκδώσει μέσα στους επόμενους 24 μήνες ένα ειδικό «ομόλογο φυσικού αερίου», θα μπορούσε να διαχειριστεί με κάποια άνεση τους κίνδυνους που προκύπτουν από τα υψηλά έσοδα των κυπριακών κοιτασμάτων, τα οποία αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή των επόμενων ετών για την οικονομία.
Τα ομόλογα, ως securities, θα μπορούν να είναι συνδεδεμένα σε ένα μέρος (μόνο) των εσόδων για να αντισταθμιστεί το ρίσκο διακύμανσης των τιμών, ή εναλλακτικά, θα μπορούσαν να βασιστούν στα έσοδα από εξασφαλισμένα συμβόλαια σε αγορές forward. (Μάλλον θα στηρίζονταν σε συνδυασμό των δύο). Τα έσοδα του κράτους θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για συγκεκριμένους, δεδηλωμένους και μετρήσιμους στόχους: Για την απόσβεση υφιστάμενου χρέους, για την ενίσχυση συγκεκριμένων υποδομών ή για διαρθρωτικές αλλαγές σε τομείς όπως στη γεωργία, που παραπαίουν. Θα μπορούσαν, ακόμα, να αφιερωθούν στην περιφερειακή ανάπτυξη για απόκεντρες και ταλαιπωρημένες περιοχές, ή για στήριξη της καινοτομίας σε ΜμΕ.
Με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο θα αντιμετωπιστεί το μέγα πρόβλημα του πληθωρισμού και της αφαίμαξης των τομέων εκτός φυσικού αερίου από κεφάλαια και ανθρώπινους πόρους, αλλά θα μπορούσε η Δημοκρατία να απολαύσει τα θετικά στοιχεία των υψηλών εσόδων, αποφεύγοντας τα αρνητικά που την απειλούν.
Η πιο πάνω σκέψη δεν είναι χωρίς προβλήματα. Ωστόσο, το πιο σημαντικό σημείο δεν είναι η σκέψη για την έκδοση «ομολόγου φυσικού αερίου», όπως και στην Ελλάδα το βασικό ζητούμενο δεν είναι να προχωρήσει το φορο-ομόλογο. Το κυριότερο ζητούμενο είναι να αρχίσει ένας επί της ουσίας διάλογος, να ανταλλαγούν απόψεις και σκέψεις, όσο περίεργες κι αν ακούγονται. Κι αυτό, να γίνει όσο υπάρχει ακόμα χρόνος.
Επίσης, πρέπει να προχωρήσει το ΓεΣΥ και να εκπονηθεί Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΜΔΠ). Και, πάνω από όλα, τα έσοδα από το φυσικό αέριο να μείνουν αυστηρώς εκτός προϋπολογισμού.
Source : fortheisland.wordpress
Ομόλογα με ρήτρα Φυσικού αερίου η πιθανή λύση στο ελληνικό χρέος ?
Ο βουλευτής του ΛΑ.Ο.Σ. κ. Κ. Βελόπουλος μιλώντας στο REAL FM στίς 2 Ιανουαρίου 2012 ανέφερε μεταξύ άλλων "Εγώ πρότεινα στον κ. Μανιάτη, να ομολογοποιήσουμε αυτό το ποσό, δηλ να κάνουμε ένα ομόλογο με ρήτρα φυσικού αερίου αξίας 1.5 τρισ. Η Ελλάδα εκδίδει ομόλογα με εγγύηση του Ελληνικού δημοσίου. Μπορούμε να εκδώσουμε ένα ομόλογο αξίας 1τρισ. Να το πάρουν οι εταιρείες Delek και Noble Energry που ενδιαφέρονται, να πάρουμε το ρευστό εμείς ώστε να δώσουμε σε αυτούς που μας δάνεισαν τα 500 δισ. για να ξεκουμπιστούν να φύγουν από την Ελλάδα και τα υπόλοιπα 500-600 που θα μας μείνουν να πάνε για ανάπτυξη."