Του Θανου Π. Ντοκου*
KAΘΗΜΕΡΙΝΗ
Το σημαντικότερο στρατηγικό στοίχημα της τρέχουσας περιόδου αφορά τη διαχείριση του ιρανικού ζητήματος. Τα αίτια της μακροχρόνιας κρίσης στον Περσικό Κόλπο είναι πολλαπλά και αλληλο-επηρεαζόμενα: α) ο πρώτος και δεύτερος Πόλεμος του Κόλπου που προκάλεσαν την αποδυνάμωση ενός βασικού πόλου (Ιράκ) του περιφερειακού συστήματος ασφάλειας, β) η δυσκολία του Ιράν να ξεπεράσει ιστορικές μνήμες και τραυματικές εμπειρίες του παρελθόντος, αλλά και των ΗΠΑ να ξεφύγουν από ένα στείρο κύκλο αντιπαράθεσης και να απαλλαγούν από τις ιδεοληψίες συντηρητικών κύκλων, γ) η μάλλον κατανοητή απροθυμία των αραβικών σουνιτικών χωρών του Κόλπου -και ιδιαίτερα της Σαουδικής Αραβίας- να αποδεχθούν μια νέα περιφερειακή αρχιτεκτονική ασφαλείας που θα αναγνωρίζει στο Ιράν σχετικά αυξημένη επιρροή, δ) οι εσωτερικοί κλυδωνισμοί του ιρανικού καθεστώτος που οδηγούν ενίοτε σε ακραίες δηλώσεις και επιλογές πολιτικής και ε) η επιλογή του Ισραήλ να αντιμετωπίσει προκλήσεις για την ασφάλειά του με στρατιωτικά μέσα και όχι μέσω της επανέναρξης ουσιαστικών διαπραγματεύσεων για την επίλυση του παλαιστινιακού προβλήματος, που δίδει μια καλή δικαιολογία στο ιρανικό καθεστώς για αποσταθεροποιητικής φύσης ανάμειξη στην ανατολική Μεσόγειο.
Κεντρική, αλλά όχι μοναδική πηγή έντασης αποτελεί το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Οι ανησυχίες της Δύσης δεν οφείλονται τόσο στο ενδεχόμενο χρήσης πυρηνικών όπλων από το Ιράν, εάν και όταν τα αποκτήσει -η ιρανική ηγεσία θα πρέπει να θεωρηθεί ότι κατανοεί τις πιθανές συνέπειες μιας τέτοιας ενέργειας κατά του Ισραήλ ή των ΗΠΑ- όσο στις συνέπειες της ιρανικής πυρηνικοποίησης για το διεθνές καθεστώς μη-διασποράς των πυρηνικών όπλων. Σε πρώτη φάση θα δεχθεί ένα ακόμη σημαντικό πλήγμα, ενώ σε περίπτωση «αποτελέσματος ντόμινο», με πυρηνικοποίηση και άλλων κρατών της περιοχής που θα αισθανθούν απειλούμενα από το Ιράν (υποθετικά αναφέρονται Σ. Αραβία, Αίγυπτος και Τουρκία), το διεθνές καθεστώς μη διασποράς θα καταρρεύσει με ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες για τη διεθνή ασφάλεια.
Η πολιτική των κυρώσεων πιθανότατα θα έχει περιορισμένη αποτελεσματικότητα, αφού το Ιράν μπορεί να πουλήσει το πετρέλαιό του στις ασιατικές αγορές, ενώ είναι σαφής η έλλειψη ενθουσιασμού Ρωσίας και Κίνας. Μια αμερικανική «χειρουργική» επίθεση -όχι ιδιαίτερα πιθανή σε έτος εκλογών- ακόμα και αν ήταν επιτυχημένη, θα είχε σοβαρές συνέπειες αφού η ιρανική αντίδραση θα είναι «ασύμμετρη»: στο Ιράκ (με τις σιιτικές ομάδες τις οποίες ελέγχει), στο Αφγανιστάν, στον Λίβανο (με τη Χεζμπολάχ), με προσπάθεια κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ, ή με δολιοφθορές εναντίον πετρελαϊκών εγκαταστάσεων στη Σαουδική Αραβία. Ελάχιστα πιθανό πάντως είναι το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ στην τρέχουσα συγκυρία αφού θα έδιδε μια πρώτης τάξης δικαιολογία για αμερικανική επίθεση. Η σχετική σεναριολογία συμβάλλει πάντως στη διατήρηση των τιμών του πετρελαίου σε υψηλά επίπεδα.
Η απόφαση της Ε.Ε. για την επιβολή πετρελαϊκών κυρώσεων αναμένεται να προκαλέσει περαιτέρω αύξηση των τιμών του πετρελαίου -και πρόσθετες δυσκολίες στη χώρα μας- και δεν είναι σαφές ότι θα φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα αν δεν συνοδεύεται από τα απαραίτητα κίνητρα για να επιστρέψει το Ιράν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ως μόνη ρεαλιστική λύση διαφαίνεται η διεύρυνση του διαλόγου μεταξύ ΗΠΑ-Δύσης και Ιράν, πέραν του πυρηνικού προγράμματος, με στόχο μια ευρύτερη συνεννόηση για την ένταξη του Ιράν σε ένα νέο περιφερειακό σύστημα ασφάλειας. Αυτό προϋποθέτει μια στοιχειώδη ομαλοποίηση των ιρανο-αμερικανικών σχέσεων, την παροχή εγγυήσεων περί μη-προσπάθειας υπονόμευσης και ανατροπής του ιρανικού καθεστώτος, την επίτευξη μιας συμφωνίας περί παγώματος του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος με τρόπο που δεν θα επιτρέψει στους σκληροπυρηνικούς να τορπιλίσουν τη συμφωνία, τον τερματισμό των κυρώσεων και την επανέναρξη οικονομικών σχέσεων με την Τεχεράνη, αλλά και μια σαφή δέσμευση του Ιράν για αλλαγή συμπεριφοράς στην εξωτερική του πολιτική. Ο πρόεδρος Ομπάμα έχει δώσει σημάδια ότι θα ήταν έτοιμος για μια ευρεία διαπραγμάτευση, αλλά οι εσωτερικές αντιστάσεις θα είναι σημαντικές τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (σε περίοδο προεκλογικών πλειοδοσιών πατριωτισμού), όσο και στο Ιράν, όπου ο κατακερματισμός της πολιτικής ισχύος και το ιδιαίτερα πολύπλοκο σύστημα εξουσίας αποτελούν σημαντική τροχοπέδη για μια συμφωνία με τη Δύση.
* Ο κ. Θάνος Π. Ντόκος, είναι γενικός διευθυντής στο ΕΛΙΑΜΕΠ
KAΘΗΜΕΡΙΝΗ
Το σημαντικότερο στρατηγικό στοίχημα της τρέχουσας περιόδου αφορά τη διαχείριση του ιρανικού ζητήματος. Τα αίτια της μακροχρόνιας κρίσης στον Περσικό Κόλπο είναι πολλαπλά και αλληλο-επηρεαζόμενα: α) ο πρώτος και δεύτερος Πόλεμος του Κόλπου που προκάλεσαν την αποδυνάμωση ενός βασικού πόλου (Ιράκ) του περιφερειακού συστήματος ασφάλειας, β) η δυσκολία του Ιράν να ξεπεράσει ιστορικές μνήμες και τραυματικές εμπειρίες του παρελθόντος, αλλά και των ΗΠΑ να ξεφύγουν από ένα στείρο κύκλο αντιπαράθεσης και να απαλλαγούν από τις ιδεοληψίες συντηρητικών κύκλων, γ) η μάλλον κατανοητή απροθυμία των αραβικών σουνιτικών χωρών του Κόλπου -και ιδιαίτερα της Σαουδικής Αραβίας- να αποδεχθούν μια νέα περιφερειακή αρχιτεκτονική ασφαλείας που θα αναγνωρίζει στο Ιράν σχετικά αυξημένη επιρροή, δ) οι εσωτερικοί κλυδωνισμοί του ιρανικού καθεστώτος που οδηγούν ενίοτε σε ακραίες δηλώσεις και επιλογές πολιτικής και ε) η επιλογή του Ισραήλ να αντιμετωπίσει προκλήσεις για την ασφάλειά του με στρατιωτικά μέσα και όχι μέσω της επανέναρξης ουσιαστικών διαπραγματεύσεων για την επίλυση του παλαιστινιακού προβλήματος, που δίδει μια καλή δικαιολογία στο ιρανικό καθεστώς για αποσταθεροποιητικής φύσης ανάμειξη στην ανατολική Μεσόγειο.
Κεντρική, αλλά όχι μοναδική πηγή έντασης αποτελεί το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Οι ανησυχίες της Δύσης δεν οφείλονται τόσο στο ενδεχόμενο χρήσης πυρηνικών όπλων από το Ιράν, εάν και όταν τα αποκτήσει -η ιρανική ηγεσία θα πρέπει να θεωρηθεί ότι κατανοεί τις πιθανές συνέπειες μιας τέτοιας ενέργειας κατά του Ισραήλ ή των ΗΠΑ- όσο στις συνέπειες της ιρανικής πυρηνικοποίησης για το διεθνές καθεστώς μη-διασποράς των πυρηνικών όπλων. Σε πρώτη φάση θα δεχθεί ένα ακόμη σημαντικό πλήγμα, ενώ σε περίπτωση «αποτελέσματος ντόμινο», με πυρηνικοποίηση και άλλων κρατών της περιοχής που θα αισθανθούν απειλούμενα από το Ιράν (υποθετικά αναφέρονται Σ. Αραβία, Αίγυπτος και Τουρκία), το διεθνές καθεστώς μη διασποράς θα καταρρεύσει με ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες για τη διεθνή ασφάλεια.
Η πολιτική των κυρώσεων πιθανότατα θα έχει περιορισμένη αποτελεσματικότητα, αφού το Ιράν μπορεί να πουλήσει το πετρέλαιό του στις ασιατικές αγορές, ενώ είναι σαφής η έλλειψη ενθουσιασμού Ρωσίας και Κίνας. Μια αμερικανική «χειρουργική» επίθεση -όχι ιδιαίτερα πιθανή σε έτος εκλογών- ακόμα και αν ήταν επιτυχημένη, θα είχε σοβαρές συνέπειες αφού η ιρανική αντίδραση θα είναι «ασύμμετρη»: στο Ιράκ (με τις σιιτικές ομάδες τις οποίες ελέγχει), στο Αφγανιστάν, στον Λίβανο (με τη Χεζμπολάχ), με προσπάθεια κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ, ή με δολιοφθορές εναντίον πετρελαϊκών εγκαταστάσεων στη Σαουδική Αραβία. Ελάχιστα πιθανό πάντως είναι το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ στην τρέχουσα συγκυρία αφού θα έδιδε μια πρώτης τάξης δικαιολογία για αμερικανική επίθεση. Η σχετική σεναριολογία συμβάλλει πάντως στη διατήρηση των τιμών του πετρελαίου σε υψηλά επίπεδα.
Η απόφαση της Ε.Ε. για την επιβολή πετρελαϊκών κυρώσεων αναμένεται να προκαλέσει περαιτέρω αύξηση των τιμών του πετρελαίου -και πρόσθετες δυσκολίες στη χώρα μας- και δεν είναι σαφές ότι θα φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα αν δεν συνοδεύεται από τα απαραίτητα κίνητρα για να επιστρέψει το Ιράν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ως μόνη ρεαλιστική λύση διαφαίνεται η διεύρυνση του διαλόγου μεταξύ ΗΠΑ-Δύσης και Ιράν, πέραν του πυρηνικού προγράμματος, με στόχο μια ευρύτερη συνεννόηση για την ένταξη του Ιράν σε ένα νέο περιφερειακό σύστημα ασφάλειας. Αυτό προϋποθέτει μια στοιχειώδη ομαλοποίηση των ιρανο-αμερικανικών σχέσεων, την παροχή εγγυήσεων περί μη-προσπάθειας υπονόμευσης και ανατροπής του ιρανικού καθεστώτος, την επίτευξη μιας συμφωνίας περί παγώματος του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος με τρόπο που δεν θα επιτρέψει στους σκληροπυρηνικούς να τορπιλίσουν τη συμφωνία, τον τερματισμό των κυρώσεων και την επανέναρξη οικονομικών σχέσεων με την Τεχεράνη, αλλά και μια σαφή δέσμευση του Ιράν για αλλαγή συμπεριφοράς στην εξωτερική του πολιτική. Ο πρόεδρος Ομπάμα έχει δώσει σημάδια ότι θα ήταν έτοιμος για μια ευρεία διαπραγμάτευση, αλλά οι εσωτερικές αντιστάσεις θα είναι σημαντικές τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (σε περίοδο προεκλογικών πλειοδοσιών πατριωτισμού), όσο και στο Ιράν, όπου ο κατακερματισμός της πολιτικής ισχύος και το ιδιαίτερα πολύπλοκο σύστημα εξουσίας αποτελούν σημαντική τροχοπέδη για μια συμφωνία με τη Δύση.
* Ο κ. Θάνος Π. Ντόκος, είναι γενικός διευθυντής στο ΕΛΙΑΜΕΠ