Από το κράτος τής δουλείας που καταπλάκωνε τη χώρα επί 400 χρόνια κατόρθωσε η Ελλάδα να απαλλαγεί το 1821 µε τον ένοπλο αγώνα των Ελλήνων µετά τον φωτισµό τους από µερικούς εµπνευσµένους διανοούµενους εντός και εκτός Ελλάδος. Με ηγετική µορφή έναν παθιασµένο για ελευθερία και παιδεία διανοούµενο, τον Αδαµάντιο Κοραή, µια σειρά από καλλιεργηµένους Ελληνες, πολλοί από τους οποίους ήταν ιερωµένοι, αναλώθηκαν στην πνευµατική αφύπνιση τού Γένους, η οποία οδήγησε στον νικηφόρο ξεσηκωµό. Κι είναι αυτό ένα τρανό παράδειγµα από την πρόσφατη ιστορία µας πώς η αληθινή παιδεία µπορεί να εµπνεύσει, να ενθουσιάσει και να ξεσηκώσει έναν ολόκληρο λαό, οδηγώντας τον να συνειδητοποιήσει ότι η ιστορία και η πολιτιστική κληρονοµιά του υπαγορεύουν µια καλύτερη τύχη γι’ αυτόν και τα παιδιά του. Ετσι η συµβολή τού Νεοελληνικού ∆ιαφωτισµού, µιας παιδευτικής αφύπνισης τού Γένους µε τη βοήθεια των διανοουµένων τής εποχής, των ∆ιδασκάλων τού Γένους, αποδείχθηκε καθοριστική.
Τα τελευταία χρόνια οι Ελληνες – πολιτικοί κυρίως αλλά και πολίτες – µε πράξεις και παραλείψεις µας οδηγήσαµε την Ελλάδα σε µια πρωτόγνωρη µορφή δουλείας, σε µια πλήρη εξάρτηση από αγορές, τράπεζες και ξένα εποπτικά όργανα. Πρόκειται για µια οικονοµική δουλεία που βυθίζει χιλιάδες Ελλήνων σε ανεργία, σε ανατροπή τής ατοµικής και οικογενειακής τους ζωής, σε µια οδυνηρή εξαθλίωση και απόγνωση. Η εξαθλίωση αυτή µάλιστα τείνει να καλύψει όλες τις µορφές τής ελληνικής ζωής, πλήττοντας θανάσιµα – ως µη ώφειλε – και την πνευµατική µας υπόσταση, την παιδεία και τον πολιτισµό µας. Μια καταχνιά όλο και περισσότερο σκεπάζει τις ψυχές των πολιτών. Ενα σκοτάδι ξεχύνεται σε όλες τις δραστηριότητές µας. Μια κατάθλιψη κυριεύει τη διάθεσή µας και µαυρίζει τις ελπίδες µας για το µέλλον. Εχουµε περάσει σε µια δουλεία που – τηρουµένων των αναλογιών – είναι το ίδιο βαριά, αν δεν είναι βαρύτερη από την ανελευθερία που έχει βιώσει η χώρα υπό ξένο ζυγό. Γιατί τώρα, απρόσµενα και υπό συνθήκες ειρήνης και συµπόρευσης των λαών τής Ευρώπης, διακυβεύονται η αξιοπρέπεια, η ψυχική ισορροπία, η συλλογική εικόνα τής χώρας, οι ελπίδες, το µέλλον και τα όνειρα ενός ολόκληρου λαού.
Το ζήτηµα πλέον είναι πώς θα αποτινάξουµε αυτόν τον νέο ζυγό που «ανεπαισθήτως» βάλαµε στον τράχηλό µας µετά από περίοδο σχετικής υλικής ευφορίας, προόδου και ευηµερίας που φάνηκαν µετά τον Εµφύλιο. Πρόκειται για µια ιδιότυπη δουλεία στρεβλών αντιλήψεων και άνοµων επιδιώξεων που επέφεραν την οικονοµική µας υποδούλωση. Πρόκειται για τη δουλεία τού βολέµατος, τού καταναλωτισµού, τής διαφθοράς, των πελατειακών σχέσεων, τής φοροδιαφυγής, τής ανοργανωσιάς, τής ανευθυνότητας, τής φιλαυτίας, τού καιροσκοπισµού, τής αρπαχτής, τής ευθυνοφοβίας, τού εύκολου πλουτισµού, τής απαξίωσης προσώπων και θεσµών, τής κατάλυσης αρχών και κανόνων, τής θεοποίησης τού χρήµατος, τής υποβάθµισης των αξιών και τής παιδείας, τής ποικιλόµορφης ξενοµανίας (από τις ξενόγλωσσες πινακίδες µέχρι τα Greeklish µας), τής αποµάκρυνσης από την παράδοση, τής υποτίµησης τού πολιτισµού, τής αποστασιοποίησης από την ορθόδοξη πίστη και τη θρησκεία γενικότερα. Πρόκειται για τη δουλεία τού ψευτοπροοδευτισµού, τής µόνιµης εξέγερσης πάντων εναντίον πάντων, τής καταρράκωσης τής εκπαίδευσης, των πάσης µορφής καταλήψεων ευκαίρως ακαίρως, τής άσκησης βίας προς και από ποικίλες πηγές, τής ισοπέδωσης και τού εξισωτισµού, τού αχαλίνωτου συνδικαλισµού, τού γενικού ξεχαρβαλώµατος και βαθµιαίου γκρεµίσµατος τής χώρας µας χωρίς περίσκεψη και χωρίς αιδώ. Ετσι – εκτός από µεµονωµένες φωνές και µικρές ανήµπορες δυνάµεις που αντιστάθηκαν, όπως κάποιοι διανοούµενοι – µόνοι µας κτίσαµε τα τείχη τής δουλείας µας, µιας δουλείας για την οποία τώρα όλοι θρηνούµε και κοπτόµεθα και αλληλοκατηγορούµαστε, µε αποδιοποµπαίο τράγο – όχι χωρίς λόγο – τους πολιτικούς.
Χρειαζόµαστε, λοιπόν, µέσα στην καταχνιά και στο σκοτάδι το φως που θα τα διαλύσει. Και αυτό δεν µπορεί να είναι παρά «τα φώτα» µιας εθνικής αυτοσυνειδησίας, µιας αυτογνωσίας και πολιτικοκοινωνικής εγρήγορσης που θα µάς βγάλουν από τα σηµερινά αδιέξοδα. Χρειαζόµαστε µια πνευµατική αφύπνιση, έναν σύγχρονο διαφωτισµό που θα βοηθήσει να πετάξουµε από πάνω µας τα βαρίδια που µάς κατέβασαν στον πάτο τής εθνικής απαξίωσης. Αυτός ο διαφωτισµός µπορεί να προέλθει από επιστήµονες και διανοούµενους, πολιτικά, κοινωνικά και ηθικά άφθαρτους και αδιάφθορους, µε ήθος και ηθική, µε παιδεία και φρόνηµα, µε όραµα, παρρησία, µαχητικότητα και ετοιµότητα για σύγκρουση όπου και όσο χρειαστεί, χωρίς εξαρτήσεις, χωρίς ατοµικά συµφέροντα, χωρίς προσωπικές βλέψεις. Τέτοιοι άνθρωποι, σε στενή συνεργασία µε ανιδιοτελείς πνευµατικές και πολιτιστικές δυνάµεις τού τόπου και, κυρίως, µε νεότερους µαχητικούς και αγνούς ανθρώπους, µέσα από δηµοκρατικές πάντοτε διαδικασίες (χωρίς αυτόκλητους σωτήρες), πρέπει να βγουν µπροστά, να αφυπνίσουν συνειδήσεις και να εµπνεύσουν τους Ελληνες να αγωνισθούν για να αποτινάξουν τη δουλεία των στρεβλώσεων και την απότοκη οικονοµική δουλεία. Με την προϋπόθεση ότι είµαστε αποφασισµένοι να υπερβούµε τον εαυτό µας και να προχωρήσουµε σε ανατροπές. Η παιδεία στην πιο ευρεία της έννοια, µε αρχές, κανόνες, ιδανικά και αξίες, µπορεί να ξαναγίνει η αφετηρία ενός νέου ελληνικού διαφωτισµού. Τα λόγια τής κορυφαίας µορφής τού Νεοελληνικού ∆ιαφωτισµού, τού Αδαµάντιου Κοραή, είναι όσο ποτέ επίκαιρα: «Τρόπον µεταβολής τής Ελλάδος από την εις την οποίαν ευρίσκεται κατάστασιν την σήµερον ούτ’ εστοχάσθην ποτέ ούτε στοχάζοµαι δυνατόν άλλον παρά την παιδείαν. […] Εξω τούτου τού µέσου τής αναγεννήσεως τής Ελλάδος, αν ήναι κανέν άλλο (και τι άλλο εµπορεί να νοµίση τις πλανώµενος παρά το µέσον τής βίας;) το στοχάζοµαι και άδικον και ανόητον».
Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής της Γλωσσολογίας, πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού, τέως πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Source : TO BHMA
Τα τελευταία χρόνια οι Ελληνες – πολιτικοί κυρίως αλλά και πολίτες – µε πράξεις και παραλείψεις µας οδηγήσαµε την Ελλάδα σε µια πρωτόγνωρη µορφή δουλείας, σε µια πλήρη εξάρτηση από αγορές, τράπεζες και ξένα εποπτικά όργανα. Πρόκειται για µια οικονοµική δουλεία που βυθίζει χιλιάδες Ελλήνων σε ανεργία, σε ανατροπή τής ατοµικής και οικογενειακής τους ζωής, σε µια οδυνηρή εξαθλίωση και απόγνωση. Η εξαθλίωση αυτή µάλιστα τείνει να καλύψει όλες τις µορφές τής ελληνικής ζωής, πλήττοντας θανάσιµα – ως µη ώφειλε – και την πνευµατική µας υπόσταση, την παιδεία και τον πολιτισµό µας. Μια καταχνιά όλο και περισσότερο σκεπάζει τις ψυχές των πολιτών. Ενα σκοτάδι ξεχύνεται σε όλες τις δραστηριότητές µας. Μια κατάθλιψη κυριεύει τη διάθεσή µας και µαυρίζει τις ελπίδες µας για το µέλλον. Εχουµε περάσει σε µια δουλεία που – τηρουµένων των αναλογιών – είναι το ίδιο βαριά, αν δεν είναι βαρύτερη από την ανελευθερία που έχει βιώσει η χώρα υπό ξένο ζυγό. Γιατί τώρα, απρόσµενα και υπό συνθήκες ειρήνης και συµπόρευσης των λαών τής Ευρώπης, διακυβεύονται η αξιοπρέπεια, η ψυχική ισορροπία, η συλλογική εικόνα τής χώρας, οι ελπίδες, το µέλλον και τα όνειρα ενός ολόκληρου λαού.
Το ζήτηµα πλέον είναι πώς θα αποτινάξουµε αυτόν τον νέο ζυγό που «ανεπαισθήτως» βάλαµε στον τράχηλό µας µετά από περίοδο σχετικής υλικής ευφορίας, προόδου και ευηµερίας που φάνηκαν µετά τον Εµφύλιο. Πρόκειται για µια ιδιότυπη δουλεία στρεβλών αντιλήψεων και άνοµων επιδιώξεων που επέφεραν την οικονοµική µας υποδούλωση. Πρόκειται για τη δουλεία τού βολέµατος, τού καταναλωτισµού, τής διαφθοράς, των πελατειακών σχέσεων, τής φοροδιαφυγής, τής ανοργανωσιάς, τής ανευθυνότητας, τής φιλαυτίας, τού καιροσκοπισµού, τής αρπαχτής, τής ευθυνοφοβίας, τού εύκολου πλουτισµού, τής απαξίωσης προσώπων και θεσµών, τής κατάλυσης αρχών και κανόνων, τής θεοποίησης τού χρήµατος, τής υποβάθµισης των αξιών και τής παιδείας, τής ποικιλόµορφης ξενοµανίας (από τις ξενόγλωσσες πινακίδες µέχρι τα Greeklish µας), τής αποµάκρυνσης από την παράδοση, τής υποτίµησης τού πολιτισµού, τής αποστασιοποίησης από την ορθόδοξη πίστη και τη θρησκεία γενικότερα. Πρόκειται για τη δουλεία τού ψευτοπροοδευτισµού, τής µόνιµης εξέγερσης πάντων εναντίον πάντων, τής καταρράκωσης τής εκπαίδευσης, των πάσης µορφής καταλήψεων ευκαίρως ακαίρως, τής άσκησης βίας προς και από ποικίλες πηγές, τής ισοπέδωσης και τού εξισωτισµού, τού αχαλίνωτου συνδικαλισµού, τού γενικού ξεχαρβαλώµατος και βαθµιαίου γκρεµίσµατος τής χώρας µας χωρίς περίσκεψη και χωρίς αιδώ. Ετσι – εκτός από µεµονωµένες φωνές και µικρές ανήµπορες δυνάµεις που αντιστάθηκαν, όπως κάποιοι διανοούµενοι – µόνοι µας κτίσαµε τα τείχη τής δουλείας µας, µιας δουλείας για την οποία τώρα όλοι θρηνούµε και κοπτόµεθα και αλληλοκατηγορούµαστε, µε αποδιοποµπαίο τράγο – όχι χωρίς λόγο – τους πολιτικούς.
Χρειαζόµαστε, λοιπόν, µέσα στην καταχνιά και στο σκοτάδι το φως που θα τα διαλύσει. Και αυτό δεν µπορεί να είναι παρά «τα φώτα» µιας εθνικής αυτοσυνειδησίας, µιας αυτογνωσίας και πολιτικοκοινωνικής εγρήγορσης που θα µάς βγάλουν από τα σηµερινά αδιέξοδα. Χρειαζόµαστε µια πνευµατική αφύπνιση, έναν σύγχρονο διαφωτισµό που θα βοηθήσει να πετάξουµε από πάνω µας τα βαρίδια που µάς κατέβασαν στον πάτο τής εθνικής απαξίωσης. Αυτός ο διαφωτισµός µπορεί να προέλθει από επιστήµονες και διανοούµενους, πολιτικά, κοινωνικά και ηθικά άφθαρτους και αδιάφθορους, µε ήθος και ηθική, µε παιδεία και φρόνηµα, µε όραµα, παρρησία, µαχητικότητα και ετοιµότητα για σύγκρουση όπου και όσο χρειαστεί, χωρίς εξαρτήσεις, χωρίς ατοµικά συµφέροντα, χωρίς προσωπικές βλέψεις. Τέτοιοι άνθρωποι, σε στενή συνεργασία µε ανιδιοτελείς πνευµατικές και πολιτιστικές δυνάµεις τού τόπου και, κυρίως, µε νεότερους µαχητικούς και αγνούς ανθρώπους, µέσα από δηµοκρατικές πάντοτε διαδικασίες (χωρίς αυτόκλητους σωτήρες), πρέπει να βγουν µπροστά, να αφυπνίσουν συνειδήσεις και να εµπνεύσουν τους Ελληνες να αγωνισθούν για να αποτινάξουν τη δουλεία των στρεβλώσεων και την απότοκη οικονοµική δουλεία. Με την προϋπόθεση ότι είµαστε αποφασισµένοι να υπερβούµε τον εαυτό µας και να προχωρήσουµε σε ανατροπές. Η παιδεία στην πιο ευρεία της έννοια, µε αρχές, κανόνες, ιδανικά και αξίες, µπορεί να ξαναγίνει η αφετηρία ενός νέου ελληνικού διαφωτισµού. Τα λόγια τής κορυφαίας µορφής τού Νεοελληνικού ∆ιαφωτισµού, τού Αδαµάντιου Κοραή, είναι όσο ποτέ επίκαιρα: «Τρόπον µεταβολής τής Ελλάδος από την εις την οποίαν ευρίσκεται κατάστασιν την σήµερον ούτ’ εστοχάσθην ποτέ ούτε στοχάζοµαι δυνατόν άλλον παρά την παιδείαν. […] Εξω τούτου τού µέσου τής αναγεννήσεως τής Ελλάδος, αν ήναι κανέν άλλο (και τι άλλο εµπορεί να νοµίση τις πλανώµενος παρά το µέσον τής βίας;) το στοχάζοµαι και άδικον και ανόητον».
Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής της Γλωσσολογίας, πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού, τέως πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Source : TO BHMA