Geopolitical Research Institute(GRI)/Εταιρεία Γεωπολιτικών Ερευνών(ΕΓΕ)

Κυριακή 8 Μαΐου 2011

Κινεζική ήπια δύναμη : Επικοινωνία και συλλογή πληροφοριών

Του PIERRE LUTHER
Η Κίνα όχι μόνο δεν περιορίζει την παρουσία της στο εμπόριο, τα μεγάλα έργα και την εκμετάλλευση των πρώτων υλών, αλλά σιγά σιγά εγκαθιστά σε ολόκληρο τον κόσμο κρατικά ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης, τα οποία επιτελούν διπλό ρόλο: επικοινωνία και συλλογή πληροφοριών.


Εάν η λεγόμενη «soft power» («ήπια ισχύς») ορίζεται ως η δύναμη να επηρεάζει κανείς τις ιδέες και τις συμπεριφορές, η ενημέρωση και η διάχυσή της σε παγκόσμια κλίμακα αποτελούν στρατηγική παράμετρο του παιχνιδιού. Μέσω συμφωνιών συνεργασίας και δωρεάν διάθεσης ειδήσεων, άρθρων και ραδιοφωνικών προγραμμάτων, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας έχει επιδοθεί σε μια επίθεση γοητείας, κύρους και πολυσχιδούς παρουσίας σε πολλές χώρες, όπου η παρουσία των παραδοσιακών μεγάλων δυνάμεων, ελλείψει μέσων και πολιτικής βούλησης, φθίνει.

Ετσι, την 1η Ιουλίου 2010, στο Πεκίνο, εγκαινίασε τη λειτουργία του το CNC World, το αγγλόφωνο κανάλι συνεχούς ενημέρωσης του πρακτορείου ειδήσεων Χσινχούα (Νέα Κίνα). Το κανάλι, διαθέσιμο καλωδιακά, δορυφορικά, μέσω Διαδικτύου ή μέσω κινητού τηλεφώνου, έχει στόχο, σύμφωνα με τον διευθυντή του, Λι Κονγκ Γιουν, να «παρουσιάσει μια διεθνή θεώρηση από μια κινεζική οπτική γωνία». Με λίγα λόγια, να ανταγωνιστεί το αμερικανικό Cable News Network (CNN) και το βρετανικό British Broadcasting Corporation (BBC). Το CNC World υπόσχεται να έχει παρουσία σε όλες τις ηπείρους και να εμπλουτίσει το πρόγραμμά του με δελτία ειδήσεων στα ιαπωνικά, τα ρωσικά, τα πορτογαλικά, τα αραβικά και τα γαλλικά.

Το κανάλι γεννήθηκε μετά την ανακοίνωση από την κινεζική κυβέρνηση, τον Ιανουάριο του 2009, προγράμματος ύψους 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο αφορούσε τρία όργανα ενημέρωσης: το China Central TV (CCTV), το πρακτορείο Χσινχούα και την «People Daily», δηλαδή τη διεθνή, αγγλόφωνη έκδοση της «Εφημερίδας του Λαού». Το πρόγραμμα βοήθειας αποφασίστηκε στο πλαίσιο της προσπάθειας βελτίωσης της εικόνας της Κίνας στο εξωτερικό και της καλύτερης προώθησης των θέσεων του Πεκίνου. Πράγματι, τα συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης εξαρτώνται πλήρως από την κεντρική εξουσία, μέσω του Γραφείου Ενημέρωσης του Κρατικού Συμβουλίου, του οποίου είναι όργανα.

Σημαντική διαφορά σε σχέση με τα δυτικά μέσα ενημέρωσης -ακόμη κι αν αυτά χρηματοδοτούνται από το κράτος και οι διευθυντές τους διορίζονται από την κυβέρνηση- αποτελεί το γεγονός ότι η εκδοτική γραμμή των κινεζικών μέσων ενημέρωσης είναι απλή προέκταση των διπλωματικών προσανατολισμών του καθεστώτος. Στόχος του Πεκίνου είναι να εγκατασταθεί σε όλες τις αγορές του πλανήτη και να μεταδίδει τη δική του ενημέρωση, χωρίς να υπολογίζει το κόστος. Οι κινήσεις αυτές αφορούν και το ραδιόφωνο, ιδιαίτερα στην Αφρική, όπου αποτελεί το σημαντικότερο μέσο ενημέρωσης του πληθυσμού. Στις 27 Φεβρουαρίου 2006, στο Ναϊρόμπι -την πρωτεύουσα της Κένιας, όπου, από το 1987, βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία του πρακτορείου Χσινχούα για την Αφρική- το Radio China International (RCI) εγκαινίαζε, πέντε χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το Πεκίνο, ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, με πρόγραμμα στα κινεζικά, τα αγγλικά και τα σουαχίλι.

ΡΑΔΙΟΓΕΦΥΡΑ

Το ραδιοφωνικό αυτό προγεφύρωμα της Κίνας στο εξωτερικό ακολούθησαν άλλοι εκατό σταθμοί που κλήθηκαν να πάρουν θέση στις παγκόσμιες ραδιοφωνικές συχνότητες. Τον Αύγουστο του 2010, το RCI θα άνοιγε σταθμούς στο Ντακάρ (Σενεγάλη) και στο Νιαμέι (Νίγηρας) με στόχο, κάποια στιγμή, να μεταδίδει ραδιοφωνικά προγράμματα στα γαλλικά, τα κινεζικά και τις τοπικές γλώσσες.

Στην Αφρική, η ενημέρωση για τις αποφάσεις των ευρωπαϊκών θεσμών γίνεται πλέον μέσω των πληροφοριών που μεταδίδουν οι περίπου δέκα ανταποκριτές του πρακτορείου Χσινχούα στις Βρυξέλλες. Ακόμη πιο σημαντικό: όλο και περισσότερο μέσω του Χσινχούα και χάρη στις δεκάδες συμφωνίες συνεργασίας, οι κάτοικοι του Καμερούν παρακολουθούν τα γεγονότα στο Τσαντ, οι κάτοικοι του Κονγκό τις εξελίξεις στην Τυνησία, οι κάτοικοι της Ζιμπάμπουε όσα συμβαίνουν στη Σενεγάλη...

Η συνεργασία αυτή θέτει την κινεζική οπτική γωνία -και την «πραγματιστική» κινεζική προσέγγιση, η οποία ώθησε, για παράδειγμα, το Πεκίνο να απέχει από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών όταν ψηφιζόταν απόφαση κατά του Σουδάν για το ζήτημα του Νταρφούρ(1)- στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής της Αφρικής, όπως συμβαίνει και στις περισσότερες υπανάπτυκτες χώρες της Ασίας ή της Νότιας Αμερικής. Πλεονέκτημα «της συνεργασίας μεταξύ χωρών του Νότου»; Δεν υπάρχει θέμα οποιασδήποτε ανάμειξης και, ακόμη λιγότερο, παράδοσης μαθημάτων καλής διακυβέρνησης, είτε πρόκειται για τα ανθρώπινα δικαιώματα, είτε για τη διαφθορά, είτε για τις περιβαλλοντικές προδιαγραφές και την εργατική νομοθεσία.

Ο στρατός των «μικρών μόδιστρων του λόγου», δηλαδή των δημοσιογράφων των κινεζικών μέσων ενημέρωσης στο εξωτερικό, συγκροτείται με κριτήριο λιγότερο τις επαγγελματικές ικανότητες των δημοσιογράφων και περισσότερο την αφοσίωσή τους στο καθεστώς.

«Εδώ, εάν θέλεις οι δημοσιογράφοι να έρθουν στη συνέντευξη τύπου σου, πρέπει να τους κάνεις κάποιο δώρο». Πρόεδρος οργάνωσης στο Μπαμακό (Μαλί) και μάλλον απρόθυμος να δημοσιοποιηθεί το όνομά του, ο Αμαντού μιλά για τα «φακελάκια» που παίρνουν οι δημοσιογράφοι μαζί με τα δελτία τύπου, τα οποία θα αναπαραγάγουν πλέον με μεγάλη προθυμία. Ποιος δημοσιογράφος που ζήτησε άδεια για ρεπορτάζ ή για κάποια συνέντευξη στην Αφρική δεν ρωτήθηκε πόσο θα στοιχίσουν οι υπηρεσίες του;

Με μεγάλη εμπειρία στη διαπλοκή τέτοιου είδους, ο αφρικανικός τύπος επιδίδετο ανέκαθεν στο «μαγείρεμα» των στοιχείων των επιχειρήσεων, αλλά και στις «αποκλειστικές συνεντεύξεις», δηλαδή σε έμμεση διαφημιστική προβολή. Μια πρακτική «win-win» -ευφημισμός για τη διαφθορά- την οποία οι επαγγελματικές ενώσεις του τύπου σε Νίγηρα και Σενεγάλη αποφάσισαν να καταγγείλουν, τον Σεπτέμβριο του 2010. Υπενθυμίζοντας στους διευθυντές των εφημερίδων ότι είναι δικό τους καθήκον να πληρώνουν τους υπαλλήλους τους, οι ενώσεις του τύπου ζητούν τον τερματισμό της καταβολής χρηματικών ποσών στους δημοσιογράφους για «εκτός έδρας» ή για «έξοδα κίνησης», τόσο από τον δημόσιο όσο και από τον ιδιωτικό τομέα.

Αλλά αυτό το όχι και τόσο λαμπρό πανόραμα -που αποτελεί, σε κάποιο βαθμό, κληρονομιά της «Francafrique»(2)- όπου τα πραγματικά ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού, ετοιμάζεται να αντικατασταθεί από ένα άλλο καθεστώς, εξίσου προβληματικό: το καθεστώς της «Chinafrique». Τα αφρικανικά μέσα ενημέρωσης τροφοδοτούνται πλέον, σε συνεχή ροή, από το πρακτορείο Χσινχούα και τους δέκα χιλιάδες εργαζομένους του, περίπου εκατόν πενήντα από τους οποίους είναι ανταποκριτές στην Αφρική.

Τηλεοπτικές εικόνες και ραδιοφωνικά ρεπορτάζ αρχίζουν, επίσης, να εντάσσονται σε προγράμματα ανταλλαγών. Το διακύβευμα δεν είναι τόσο η δυνατότητα για τα αδύναμα αφρικανικά ή αραβικά πρακτορεία να μεταδώσουν την ενημέρωσή τους στην Κίνα, όσο η δυνατότητα του ασιατικού γίγαντα να αξιοποιήσει στην Αφρική διαύλους επικοινωνίας που του επιτρέπουν να διαδώσει τη δική του θεώρηση για τον κόσμο.

ΔΙΑΥΛΟΙ ΣΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ

Την ώρα που η Αφρική είναι σχεδόν απούσα από τις δυτικές εφημερίδες, η γαλλόφωνη ιστοσελίδα του πρακτορείου Χσινχούα τοποθετεί την αφρικανική ήπειρο τρίτη στη σειρά, μετά τις κατηγορίες «Κίνα» και «Κόσμος». Χαμηλότερα βρίσκει κανείς τις κατηγορίες «Οικονομία», «Πολιτισμός», «Αθλητισμός», «Κοινωνία και Υγεία».

Το Πρακτορείο Τύπου της Σενεγάλης (APS), το οποίο ιδρύθηκε το 1959, θεωρείται από τον Διεθνή Οργανισμό Γαλλόφωνων Χωρών (OIF) ως το πρακτορείο με το μεγαλύτερο κοινό στις γαλλόφωνες χώρες της Δυτικής Αφρικής. Συνεργάτες του: το International Islamic News, όργανο της Παγκόσμιας Ισλαμικής Διάσκεψης, με έδρα τη Σαουδική Αραβία, το ίδρυμα Κόνραντ Αντενάουερ, στο πλαίσιο του προγράμματός του για την υποστήριξη της δημοκρατίας, ο Διεθνής Οργανισμός Γαλλόφωνων Χωρών και, πλέον, το πρακτορείο Νέα Κίνα (Xinhua News).

Από την πλευρά του, το Αφρικανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΡΑ), το μεγαλύτερο ιδιωτικό πρακτορείο ειδήσεων της Αφρικής, με έδρα το Ντακάρ της Σενεγάλης, έλαβε, τον Οκτώβριο του 2009, από την εκεί κινεζική πρεσβεία, θεσμική οικονομική βοήθεια αξίας 9.000 ευρώ, με τη μορφή μιας τηλεοπτικής κάμερας και συνδρομής στις υπηρεσίες του πρακτορείου. Επρόκειτο, άραγε, για ένα πρώτο βήμα με στόχο τον προσεταιρισμό του ανταγωνιστή των επίσημων κινεζικών μέσων ενημέρωσης;

Η «Νέα Κίνα» -«Κόκκινο Πρακτορείο Ενημέρωσης της Κίνας» μέχρι το 1949- διαφέρει πολύ από τα άλλα πρακτορεία ειδήσεων. Στην Κίνα θεωρείται «τα αφτιά, τα μάτια, το λαρύγγι και η γλώσσα του Κόμματος(3)», διατηρεί το απόλυτο μονοπώλιο της μετάδοσης ειδήσεων και η λειτουργία του θυμίζει υπουργείο και εξαρτάται πλήρως από τις κρατικές αρχές. Χωρίς εμπορικές επιδιώξεις, λοιπόν -σε αντίθεση με τα πρακτορεία ειδήσεων παγκόσμιας εμβέλειας, δηλαδή το γαλλικό Agence France -Presse (AFP), το βρετανικό Reuters και το αμερικανικό Associated Press (ΑΡ)- το πρακτορείο Χσινχούα εκπληρώνει στρατηγική αποστολή πρώτης γραμμής.

(1) Philip S. Golub, «La Chine, l'Iran et le Conseil de securite de l'ONU», La valise diplomatique (www.monde-diplomatique.fr), 15 Απριλίου 2010.

(2) ΣτΜ: έκφραση που υποδηλώνει τα δίκτυα επιρροής της Γαλλίας στην αφρικανική ήπειρο.

(3) Wang Heyuan, «Α quoi servent les publications internes de l'agence Xinhua?», «Perspectives chinoises», τ. 5-6, Χονγκ Κονγκ, 1992.


Source : http://www.enet.gr/