Το δράμα της εκταμίευσης της πολυπόθητης δόσης στην Ελλάδα συσκοτίζει το πραγματικό πρόβλημα και το πραγματικό δράμα που βιώνει η Γηραιά Ήπειρος, το οποίο είναι το μέγα γεωπολιτικό κενό που έχει δημιουργηθεί, οπότε η όλη υπόθεση δεν είναι παρά το επικίνδυνο έλλειμμα ηγεσία που παρατηρείται.
Του Μιχαήλ Βασιλείου
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι μεγάλες δυνάμεις μοίρασαν τις σφαίρες επιρροής τους στη Γιάλτα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σοβιετική Ένωση που ανέλαβαν τα ηνία του κόσμου στον οποίο ζούμε, αυτό που έκαναν ήταν να επενδύουν συνεχώς στους συμμάχους τους σε διάφορους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, του αμυντικού προεξάρχοντος, με σκοπό να διατηρούν το στρατόπεδό τους υπό έλεγχο.
Έληξε ο Ψυχρός Πόλεμος, κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση, το κέντρο βάρους του διεθνούς συστήματος πέρασε στη Μέση Ανατολή… καθ’ οδόν προς την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού και πλέον όλοι γνωρίζουν ότι το αμερικανικό ενδιαφέρον εστιάζεται εκεί, καθώς η ανάδυση της Κίνας και της Ινδίας, έχει δημιουργήσει άλλα δεδομένα. Οι ΗΠΑ δεν έχουν εγκαταλείψει την Ευρώπη. Απλά, θεώρησαν ότι ο ατλαντικός προσανατολισμός της δεν τίθεται υπό συζήτηση παράλληλα με την αυτόνομη ανάδυσή της σε γεωπολιτικό «παίκτη» στις παγκόσμιες υποθέσεις, ο οποίος πάντα θα συνεργαζόταν με τις Ηνωμένες Πολιτείες στη δύσκολη στιγμή, όπως ακριβώς η αμερικανική δέσμευση απέτρεψε περιπέτειες την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
Το πρόβλημα που έχει ανακύψει από την οικονομική κρίση που μαστίζει τη Γηραιά Ήπειρο είναι αυτό της γερμανικής αξιοπιστίας, καθώς ο αδιαμφισβήτητος οικονομικός ηγεμόνας της Ευρώπης συμπεριφέρεται με έναν πρωτοφανή τρόπο στους «υποτακτικούς» του. Η ΕΣΣΔ χρηματοδοτούσε συνεχώς, αν και με τρόπο μη οικονομικά ορθολογικό ως αποτέλεσμα του πολιτικού συστήματος, τους συμμάχους και εταίρους της. Η σημερινή Γερμανία, όχι μόνο δεν επενδύει σε όλους αυτούς τους ευρωπαϊκούς λαούς επί των οποίων στήριξε το μεταπολεμικό οικονομικό της θαύμα, αλλά αντιθέτως τους υποβάλλει σε απίστευτης σκληρότητας δοκιμασίες οι οποίες οδηγούν σε αμφισβήτηση του ηγετικού της ρόλου στην Ένωση.
Με απλά λόγια, οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπως άλλωστε φαίνεται και από τη στάση του «κηδεμονευόμενου» από τις ΗΠΑ Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) έχουν ενοχληθεί τα μέγιστα, λόγω της ανικανότητας της γερμανικής ηγεσίας να διαχειριστεί την κατάσταση με γεωπολιτική ματιά και αν συμμετάσχει στην παγκόσμια κατανομή ισχύος, αναλαμβάνοντας το κόστος που της αναλογεί, ενώ τα οφέλη που προκύπτουν έχει ήδη αποδειχθεί ότι είναι δυσανάλογα μεγάλα. Η Γερμανία είναι η μοναδική χώρα που έχει κερδίσει δεκάδες ή και εκατοντάδες δισεκατομμύρια από την κρίση, τα οποία αρνείται να επενδύσει για την εξισορρόπηση της κατάστασης.
Μέχρι αυτή τη στιγμή οι Γερμανοί δεν έχουν δώσει ούτε ένα ευρώ, αλλά συνεχίζουν να δανείζουν τους «προβληματικούς», φυσικά με τόκο, βοηθώντας στη δημιουργία επιπρόσθετων χρεών αφού όσο επιμένει η ύφεση απλά δεν υπάρχει περίπτωση να αλλάξει οτιδήποτε. Οι Ηνωμένες Πολιτείες που πόνταραν στη διατήρηση της ευρωπαϊκής συνοχής στη βάση του εγχειρήματος της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης υπό τη γερμανική ηγεσία, ανακαλύπτουν ότι δυστυχώς έχουν να αντιμετωπίσουν έναν κοντόφθαλμο εταίρο, του οποίου τα ηγετικά προσόντα έχουν ήδη τεθεί σε αμφιβολία. Και το να καταστρέψεις το γεωπολιτικό σχέδιο διαχείρισης της παγκόσμιας κατάστασης στις ΗΠΑ δεν είναι κάτι που μπορεί να περάσει ελαφρά τη καρδία…
Εναλλακτικές λύσεις πάντα υπάρχουν και οι Αμερικανοί διαθέτουν «Σχέδιο Β’» σε αντίθεση με τους Γερμανούς που φαίνεται να είναι παγιδευμένοι στην αυτοκαταστροφική θεώρηση των πραγμάτων, τρέφοντας την ψευδαίσθηση ότι αυτό το παιχνίδι μπορεί να τους βγει. Ποτέ δεν αντιλήφθηκαν ότι οι ηγέτες τουλάχιστον του κόσμου αυτού οφείλουν να διατηρούν και ισχυρές ένοπλες δυνάμεις. Ως κράτος η Γερμανία αυτό δεν θα μπορούσε να το κάνει γνωρίζοντας ότι θα οδηγούσε σε τεράστιες αντι-συσπειρώσεις σε βάρος της, αφού οι μνήμες είναι ακόμα νωπές και οι συλλογικές τύψεις δεν επαρκούν για να σβήσουν από τη μνήμη λαών, όπως ο ελληνικός, τις θηριωδίες των Ναζί προγόνων τους, ενώ οι προαναφερθείσες «τύψεις» φαίνεται πως έχουν περιοριστεί μόνο στο Ολοκαύτωμα των Εβραίων και όχι την περιποίηση που επιφύλασσαν και σε άλλους λαούς.
Οπότε, πολύ απλά, μένει η ισχυροποίηση στον τομέα της άμυνας να γίνει σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα αποτελέσματα αγγίζουν τα όρια της ιστορικής φαιδρότητας. Επειδή όμως ο κόσμος δεν πρόκειται να αφεθεί στην τύχη του διακινδυνεύοντας ζωτικά γεωπολιτικά συμφέροντα των ισχυρών, η Γερμανία θα βγει και πάλι χαμένη εάν δεν συμμορφωθεί και μάλιστα πολύ σύντομα. Μετά από δυο παγκοσμίους πολέμους θα χάσει και έναν οικονομικό, όπως γράψαμε πρόσφατα…
Και για να κλείσουμε το παρόν σημείωμα, να θυμίσουμε ότι η περίφημη εξήγηση για το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου την οποία δέχονται και οι Γερμανοί, είναι ότι «η κακή ειρήνη» των Βερσαλλιών (1919, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος) οδήγησε στην ανάδυση των συνθηκών που οδήγησαν στο ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Άρα τι μας λένε; «Εντάξει βρε παιδιά, κάναμε λάθος στον πρώτο πόλεμο, μας τιμωρήσατε όμως τόσο σκληρά και είδατε τι ακολούθησε».
Ας πάμε λοιπόν λίγο και στην ελληνική περίπτωση. Κι εμείς φίλοι Γερμανοί κάναμε λάθος διαχείριση του νέου – κοινού μας – νομίσματος, του ευρώ. Και χρεοκοπήσαμε. Και φταίτε κι εσείς διότι δεν μιλούσατε καθώς κερδίζατε όλο αυτό το διάστημα. Και δεν αναγνωρίζετε ότι στη γωνιά της Νοτιοανατολικής Ευρώπης που βρίσκεται η χώρα, η γεωγραφική διαμόρφωση δεν επιτρέπει τις οικονομικές αποφάσεις που επιτρέπει στη Γερμανία ή την Ολλανδία, όπου όλες οι περιοχές είναι «ένα τσιγάρο δρόμος». Άρα, μη θεοποιούμε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, διότι στην περίπτωσή μας δεν είναι εφικτή, άλλα πλεονεκτήματα έχουμε. Αν μέναμε μόνοι μας θα έπρεπε να κάνουμε άλλο κουμάντο, σε συνεργασία με τις χώρες αυτές – και είναι περισσότερες από μία – που θα επένδυαν στη γεωπολιτική μας θέση.
Το ερώτημα είναι, μήπως μας τιμωρείτε Γερμανοί κι εμάς και τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό νότο με τον τρόπο που σας έκαναν στις Βερσαλλίες; Μήπως χρειάζεται να πατήσουμε φρένο και να αναζητήσουμε ένα ευρωπαϊκό «new deal», καθώς το εναλλακτικό δεν θα σας περιλαμβάνει και όταν αντιληφθείτε τη ζημιά θα είναι πολύ αργά;
Source : defence-point.gr