Του Σάββα Καλεντερίδη
Εδώ και αρκετά χρόνια είναι σε εξέλιξη η αποδυνάμωση των εθνικών κρατών, κυρίως μέσω της αλλοτρίωσης των εθνών και της προσπάθειας εφαρμογής του λεγόμενου πολυπολιτισμικού μοντέλου (αυτό που προσπάθησε να εφαρμόσει στην Ελλάδα ο Γιώργος Παπανδρέου, καθιστώντας την ελκυστικό προορισμό για εκατομμύρια λαθρομετανάστες), με κυρίαρχο ρόλο σε αυτήν τη διαδικασία των γνωστών και μη εξαιρετέων Μ.Κ.Ο. αλλά και «προοδευτικών» κομμάτων που εξ αντικειμένου λειτουργούν ως δεκανίκι στην υλοποίηση αυτών των πολιτικών. Και στην Ελλάδα, δόξα τω Θεώ, έχουμε πολλά απ’ αυτά!
Ένας άλλος τρόπος αποδυνάμωσης των εθνικών κρατών και του ρόλου τους στο διεθνές σύστημα, είναι η υποδούλωσή τους δια της δημιουργίας δυσβάστακτου εξωτερικού χρέους και του ξεπουλήματος κρατικών οργανισμών, τραπεζών και εταιρειών στρατηγικής σημασίας, που ακολουθεί στη συνέχεια δια της επιβεβλημένης οδού των «ιδιωτικοποιήσεων».
Ένας άλλος τρόπος αποδυνάμωσης των εθνικών κρατών και του ρόλου τους στο διεθνές σύστημα, είναι η υποδούλωσή τους δια της δημιουργίας δυσβάστακτου εξωτερικού χρέους και του ξεπουλήματος κρατικών οργανισμών, τραπεζών και εταιρειών στρατηγικής σημασίας, που ακολουθεί στη συνέχεια δια της επιβεβλημένης οδού των «ιδιωτικοποιήσεων».
Τέλος, τη χαριστική βολή δίνει στα εθνικά κράτη και τη λεγόμενη εθνική κυριαρχία η συμμετοχή τους σε υπερεθνικούς οργανισμούς, ιδιαίτερα μάλιστα σε εκείνους που η συμμετοχή απαιτεί την εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Οι «κακές γλώσσες» και οι συνομωσιολόγοι θεωρούν πάντως ότι πίσω από αυτήν την ιστορία της αλλοτρίωσης των εθνών και της αποδυνάμωσης των εθνικών κρατών, κρύβονται πλανητικά οικονομικά -και όχι μόνο- συμφέροντα, που επιδιώκουν αυτό που λέγεται παγκόσμια διακυβέρνηση, ταπεινός δούλος της οποίας δήλωσε ο Γιώργος Παπανδρέου ευθαρσώς και με κάθε επισημότητα ακόμα και μέσα στο πολύπαθο Ελληνικό Κοινοβούλιο (το τί έχουν ακούσει οι τοίχοι αυτού του κτιρίου δε λέγεται, από το ευχαριστώ τους Αμερικανούς, του κ. Σημίτη, μέχρι την παγκόσμια διακυβέρνηση με δημοκρατικές διαδικασίες (!!!) του Γιώργου Παπανδρέου).
Αν θέλει κανείς να βάλει στο κάδρο τις χώρες-μοντέλα, όπου εφαρμόστηκε το σχέδιο αυτό, αν υποθέσουμε ότι υπάρχει ένας τέτοιος σχεδιασμός, μπορούμε να πούμε αβίαστα ότι η Ελλάδα δικαιούται προνομιούχο θέση, αφού το εξωτερικό της χρέος είναι σε δυσθεώρατα ύψη, η χώρα παραμένει οικονομικά ζωντανή όντας υπό απόλυτη εξάρτυση από εξωτερική βοήθεια, το ξεπούλημα οργανισμών και εταιρειών στρατηγικής σημασίας, όπως του τομέα της ενέργειας, είναι σε πρώτη προτεραιότητα, ενώ ήδη έχουν εκχωρηθεί κυριαρχικά δικαιώματα στην Ε.Ε., όπως ο έλεγχος των συνόρων, η ισχύς του ευρωπαϊκού έναντι του εθνικού δικαίου και το δικαίωμα έκδοσης (εθνικού) νομίσματος. Εκεί που «υστερεί»η χώρα μας είναι ο πολυπολιτισμός, αφού, παρά τις προσπάθειες άλωσης των πανεπιστημιακών εδρών ιστορίας από «προοδευτικούς» ακαδημαϊκούς δασκάλους που έχουν αλλεργία απέναντι σε έννοιες όπως πατρίδα, έθνος, εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, αντίσταση, παράδοση, ελληνική γλώσσα, και παρά τις φιλότιμες προσπάθειες ελληνικών «προοδευτικών» κομμάτων και της ...φίλης Τουρκίας για δημιουργία πολυάριθμης μουσουλμανικής μειονότητας σ’ ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, η ελληνική κοινωνία συνεχίζει να επιμένει ελληνικά, μέχρι που σημαντικό μέρος της σκέπτεται να ψηφίσει το κόμμα της Χρυσής Αυγής, έτσι, από αντίδραση και από πείσμα σε όλους αυτούς τους αρνησιπάτριδες και τους πάτρονές τους.
Τη στιγμή λοιπόν που συμβαίνουν όλα αυτά, τη στιγμή που η Ελλάδα βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού, με τεράστιες ευθύνες διαχρονικά της πολιτικής ηγεσίας αλλά και των ίδιων των πολιτών, και τη στιγμή που η Ευρώπη, προς στιγμήν τουλάχιστον, δεν φαίνεται διατεθειμένη να κάνει τις κινήσεις εκείνες που θα αναστήσουν το ημιθανές αν όχι ήδη νεκρό ευρωπαϊκό όραμα, στη μακρινή Αργεντινή γίνονται κοσμογονικές αλλαγές, αλλαγές που κινούνται σε διαφορετική κατεύθυνση από το συρμό της παγκόσμιας πραγματικότητας.
Πριν όμως αναφερθούμε στις αλλαγές αυτές, καλό είναι να θυμηθούμε ότι η Αργεντινή, πριν οδηγηθεί στην πτώχευση, επιχείρησε έναν ατυχή πόλεμο στις Νήσους Μαλβίνες (για τους Άγγλους Φώκλαντς), το 1982, ένας πόλεμος που οδήγησε στην πτώση της χούντας τον επόμενο χρόνο και στην αποκατάσταση της δημοκρατίας. Οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις επιχείρησαν να ανασυγκροτήσουν την οικονομία της Αργεντινής κυρίως μέσω του εξωτερικού δανεισμού. Στη συνέχεια, για να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο του υπερπληθωρισμού (ο πληθωρισμός τα τέλη της δεκαετίας του ’80 είχε φθάσει το 5.000%), με την υπόδειξη του ΔΝΤ, που ήταν εκεί από το 1991, για οικονομοτεχνική βοήθεια (sic), υιοθέτησαν και πάλι το πέσο, τη φορά αυτή όμως με ισοτιμία ένα προς ένα με το δολάριο. Μετά από μια περίοδο σταθερότητας και ευημερίας και αφού το σκληρό νόμισμα ευνοούσε τις εισαγωγές και εξαφάνιζε την παραγωγική βάση (σας θυμίζει τίποτα;), το εξωτερικό χρέος της Αργεντινής εκτινάχτηκε στα ύψη, με αποτέλεσμα η χώρα να οδηγηθεί σε στάση πληρωμών και στην πτώχευση, το 2002.
Έκτοτε έγιναν πολλά, που δεν χωρούν και εκφεύγουν ίσως της υπόθεσής που θέλουμε να αναπτύξουμε στο άρθρο μας. Όμως ενδιαφέρον παρουσιάζουν αυτά που γίνονται τους τελευταίους μήνες στην Αργεντινή, που προσπαθεί να αποτινάξει από πάνω της τα βαρίδια και τα κακά που της επισώρευσε η πτώχευση.
Πρώτα απ’ όλα η πρόεδρος της Αργεντινής, Κριστίνα Φερνάντεζ ντε Κίρσνερ, αμέσως μετά την εγχείρηση καρκίνου του θυρεοειδούς, τον προηγούμενο Φεβρουάριο, κατήγγειλε διεθνώς την αποστολή ενός αγγλικού αντιτορπιλικού και ενός πυρηνικού υποβρυχίου στις Μαλβίνες, θέλοντας να δείξει ότι το θέμα των νησιών αυτών δεν θεωρείται λήξαν για την Αργεντινή.
Το καλό όμως για τη Δύση και για την παγκόσμια κοινότητα η αναρρωνύουσα πρόεδρος της λατινοαμερικάνικης αυτής χώρας, μας το φύλαγε για το Πάσχα, αφού τότε ανακοίνωσε ότι εθνικοποιείται η άλλοτε κρατική εταιρεία πετρελαίων YPF, που είχε ιδιωτικοποιηθεί, με την ισπανική πετρελαϊκή εταιρεία Repsol να είναι κάτοχος του 57% των μετοχών της. Συγκεκριμένα η επίσημη ανακοίνωση έχει ως εξής: «H YPF θα περάσει σε ποσοστό 51% στον έλεγχο του κράτους της Αργεντινής. Στις μετοχές της εταιρείας που θα εθνικοποιηθούν, το 51% θα ανήκει στο εξής στο κράτος της Αργεντινής και το 49% θα κατανέμεται στις πετρελαιοπαραγωγές επαρχίες».
Οι αντιδράσεις της Ισπανίας και της Ε.Ε. ήταν σκληρές, όμως αυτό δεν φαίνεται να πτοεί την κυβέρνηση της Αργεντινής, που υποστηρίζεται από έναν κεντροαριστερό συνασπισμό*, και φέρεται αποφασισμένη να επιχειρήσει να περάσει από το Κογκρέσο, σχετικό νόμο με τον οποίο το κράτος θα αποσπάσει ποσοστό 51% από τη Repsol, επικαλούμενο τον στρατηγικό ρόλο που έχει η ενέργεια για την επιβίωση και την ασφάλεια της χώρας. Να σημειωθεί ότι είχε προηγηθεί η εθνικοποίηση της αεροπορικής εταιρείας Aerolíneas Argentinas και του ιδιωτικού ασφαλιστικού οργανισμού ANSES, από την ίδια κυβέρνηση το 2008.
Το γεγονός αυτό, δεν απασχόλησε και πολύ την ελληνική κοινή γνώμη ούτε τα κόμματα, που παραμένουν εγκλωβισμένα σε ένα στείρο μνημονιακό ή αντιμνημονιακό παραλήρημα, τη στιγμή που πατρίδα μας ετοιμάζεται να κατοχυρώσει την πιο προνομιακή θέση στο κάδρο των διαλυμένων εθνικών κρατών.
Κατά την άποψή μας, τις δυο εβδομάδες που απομένουν για τις εκλογές, αυτό που θα πρέπει να είναι στο επίκεντρο των προεκλογικών συζητήσεων, μαζί με την προστασία των συμφερόντων και των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των συνταξιούχων, είναι η θωράκιση και η προστασία του εθνικού κράτους που λέγεται Ελλάδα, για να μην φθάσουμε στο σημείο μετά από μερικές δεκαετίες, όπως γίνεται στην Αργεντινή, να εθνικοποιούμε κρατικές εταιρείες, όπως τα Ελληνικά Πετρέλαια, που ήδη ξεπουλήθηκαν, και τη ΔΕΠΑ, που ετοιμάζεται να ξεπουληθεί, τη στιγμή μάλιστα που η Ελλάδα ετοιμάζεται να μπει στη «λέσχη» των πετρελαιοπαραγωγών χωρών, χωρίς να διαθέτει κρατικές εταιρείες στο χώρο της ενέργειας. Γίνεται;
*Κυρίως στη Λατινική Αμερική τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται η ιδεολογία του αριστερού εθνικισμού, που εκδηλώνεται κυρίως σε ζητήματα εθνικής κυριαρχίας, εθνικού πατριωτισμού και εθνικοποιήσεων ζωτικής σημασίας οργανισμών. Στην Ελλάδα τα αντίστοιχα κόμματα συναγωνίζονται το ένα το άλλο στο ξήλωμα της ελληνικής παιδείας, του ελληνικού έθνους και της πατρίδας.