Geopolitical Research Institute(GRI)/Εταιρεία Γεωπολιτικών Ερευνών(ΕΓΕ)

Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Η αλλοτρίωση των εθνικών κρατών


Του Σάββα Καλεντερίδη
Εδώ και αρκετά χρόνια είναι σε εξέλιξη η αποδυνάμωση των εθνικών κρατών, κυρίως μέσω της αλλοτρίωσης των εθνών και της προσπάθειας εφαρμογής του λεγόμενου πολυπολιτισμικού μοντέλου (αυτό που προσπάθησε να εφαρμόσει στην Ελλάδα ο Γιώργος Παπανδρέου, καθιστώντας την ελκυστικό προορισμό για εκατομμύρια λαθρομετανάστες), με κυρίαρχο ρόλο σε αυτήν τη διαδικασία των γνωστών και μη εξαιρετέων Μ.Κ.Ο. αλλά και «προοδευτικών» κομμάτων που εξ αντικειμένου λειτουργούν ως δεκανίκι στην υλοποίηση αυτών των πολιτικών. Και στην Ελλάδα, δόξα τω Θεώ, έχουμε πολλά απ’ αυτά!
Ένας άλλος τρόπος αποδυνάμωσης των εθνικών κρατών και του ρόλου τους στο διεθνές σύστημα, είναι η υποδούλωσή τους δια της δημιουργίας δυσβάστακτου εξωτερικού χρέους και του ξεπουλήματος κρατικών οργανισμών, τραπεζών και εταιρειών στρατηγικής σημασίας, που ακολουθεί στη συνέχεια δια της επιβεβλημένης οδού των «ιδιωτικοποιήσεων».
Τέλος, τη χαριστική βολή δίνει στα εθνικά κράτη και τη λεγόμενη εθνική κυριαρχία η συμμετοχή τους σε υπερεθνικούς οργανισμούς, ιδιαίτερα μάλιστα σε εκείνους που η συμμετοχή απαιτεί την εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Οι «κακές γλώσσες» και οι συνομωσιολόγοι θεωρούν πάντως ότι πίσω από αυτήν την ιστορία της αλλοτρίωσης των εθνών και της αποδυνάμωσης των εθνικών κρατών, κρύβονται πλανητικά οικονομικά -και όχι μόνο- συμφέροντα, που επιδιώκουν αυτό που λέγεται παγκόσμια διακυβέρνηση, ταπεινός δούλος της οποίας δήλωσε ο Γιώργος Παπανδρέου ευθαρσώς και με κάθε επισημότητα ακόμα και μέσα στο πολύπαθο Ελληνικό Κοινοβούλιο (το τί έχουν ακούσει οι τοίχοι αυτού του κτιρίου δε λέγεται, από το ευχαριστώ τους Αμερικανούς, του κ. Σημίτη, μέχρι την παγκόσμια διακυβέρνηση με δημοκρατικές διαδικασίες (!!!) του Γιώργου Παπανδρέου).
Αν θέλει κανείς να βάλει στο κάδρο τις χώρες-μοντέλα, όπου εφαρμόστηκε το σχέδιο αυτό, αν υποθέσουμε ότι υπάρχει ένας τέτοιος σχεδιασμός, μπορούμε να πούμε αβίαστα ότι η Ελλάδα δικαιούται προνομιούχο θέση, αφού το εξωτερικό της χρέος είναι σε δυσθεώρατα ύψη, η χώρα παραμένει οικονομικά ζωντανή όντας υπό απόλυτη εξάρτυση από εξωτερική βοήθεια, το ξεπούλημα οργανισμών και εταιρειών στρατηγικής σημασίας, όπως του τομέα της ενέργειας, είναι σε πρώτη προτεραιότητα, ενώ ήδη έχουν εκχωρηθεί κυριαρχικά δικαιώματα στην Ε.Ε., όπως ο έλεγχος των συνόρων, η ισχύς του ευρωπαϊκού έναντι του εθνικού δικαίου και το δικαίωμα έκδοσης (εθνικού) νομίσματος. Εκεί που «υστερεί»η χώρα μας είναι ο πολυπολιτισμός, αφού, παρά τις προσπάθειες άλωσης των πανεπιστημιακών εδρών ιστορίας από «προοδευτικούς» ακαδημαϊκούς δασκάλους που έχουν αλλεργία απέναντι σε έννοιες όπως πατρίδα, έθνος, εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, αντίσταση, παράδοση, ελληνική γλώσσα, και παρά τις φιλότιμες προσπάθειες ελληνικών «προοδευτικών» κομμάτων και της ...φίλης Τουρκίας για δημιουργία πολυάριθμης μουσουλμανικής μειονότητας σ’ ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, η ελληνική κοινωνία συνεχίζει να επιμένει ελληνικά, μέχρι που σημαντικό μέρος της σκέπτεται να ψηφίσει το κόμμα της Χρυσής Αυγής, έτσι, από αντίδραση και από πείσμα σε όλους αυτούς τους αρνησιπάτριδες και τους πάτρονές τους.
Τη στιγμή λοιπόν που συμβαίνουν όλα αυτά, τη στιγμή που η Ελλάδα βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού, με τεράστιες ευθύνες διαχρονικά της πολιτικής ηγεσίας αλλά και των ίδιων των πολιτών, και τη στιγμή που η Ευρώπη, προς στιγμήν τουλάχιστον, δεν φαίνεται διατεθειμένη να κάνει τις κινήσεις εκείνες που θα αναστήσουν το ημιθανές αν όχι ήδη νεκρό ευρωπαϊκό όραμα, στη μακρινή Αργεντινή γίνονται κοσμογονικές αλλαγές, αλλαγές που κινούνται σε διαφορετική κατεύθυνση από το συρμό της παγκόσμιας πραγματικότητας.
Πριν όμως αναφερθούμε στις αλλαγές αυτές, καλό είναι να θυμηθούμε ότι η Αργεντινή, πριν οδηγηθεί στην πτώχευση, επιχείρησε έναν ατυχή πόλεμο στις Νήσους Μαλβίνες (για τους Άγγλους Φώκλαντς), το 1982, ένας πόλεμος που οδήγησε στην πτώση της χούντας τον επόμενο χρόνο και στην αποκατάσταση της δημοκρατίας. Οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις επιχείρησαν να ανασυγκροτήσουν την οικονομία της Αργεντινής κυρίως μέσω του εξωτερικού δανεισμού. Στη συνέχεια, για να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο του υπερπληθωρισμού (ο πληθωρισμός τα τέλη της δεκαετίας του ’80 είχε φθάσει το 5.000%), με την υπόδειξη του ΔΝΤ, που ήταν εκεί από το 1991, για οικονομοτεχνική βοήθεια (sic), υιοθέτησαν και πάλι το πέσο, τη φορά αυτή όμως με ισοτιμία ένα προς ένα με το δολάριο. Μετά από μια περίοδο σταθερότητας και ευημερίας και αφού το σκληρό νόμισμα ευνοούσε τις εισαγωγές και εξαφάνιζε την παραγωγική βάση (σας θυμίζει τίποτα;), το εξωτερικό χρέος της Αργεντινής εκτινάχτηκε στα ύψη, με αποτέλεσμα η χώρα να οδηγηθεί σε στάση πληρωμών και στην πτώχευση, το 2002.
Έκτοτε έγιναν πολλά, που δεν χωρούν και εκφεύγουν ίσως της υπόθεσής που θέλουμε να αναπτύξουμε στο άρθρο μας. Όμως ενδιαφέρον παρουσιάζουν αυτά που γίνονται τους τελευταίους μήνες στην Αργεντινή, που προσπαθεί να αποτινάξει από πάνω της τα βαρίδια και τα κακά που της επισώρευσε η πτώχευση.
Πρώτα απ’ όλα η πρόεδρος της Αργεντινής, Κριστίνα Φερνάντεζ ντε Κίρσνερ, αμέσως μετά την εγχείρηση καρκίνου του θυρεοειδούς, τον προηγούμενο Φεβρουάριο, κατήγγειλε διεθνώς την αποστολή ενός αγγλικού αντιτορπιλικού και ενός πυρηνικού υποβρυχίου στις Μαλβίνες, θέλοντας να δείξει ότι το θέμα των νησιών αυτών δεν θεωρείται λήξαν για την Αργεντινή.
Το καλό όμως για τη Δύση και για την παγκόσμια κοινότητα η αναρρωνύουσα πρόεδρος της λατινοαμερικάνικης αυτής χώρας, μας το φύλαγε για το Πάσχα, αφού τότε ανακοίνωσε ότι εθνικοποιείται η άλλοτε κρατική εταιρεία πετρελαίων YPF, που είχε ιδιωτικοποιηθεί, με την ισπανική πετρελαϊκή εταιρεία Repsol να είναι κάτοχος του 57% των μετοχών της. Συγκεκριμένα η επίσημη ανακοίνωση έχει ως εξής: «H YPF θα περάσει σε ποσοστό 51% στον έλεγχο του κράτους της Αργεντινής. Στις μετοχές της εταιρείας που θα εθνικοποιηθούν, το 51% θα ανήκει στο εξής στο κράτος της Αργεντινής και το 49% θα κατανέμεται στις πετρελαιοπαραγωγές επαρχίες».
Οι αντιδράσεις της Ισπανίας και της Ε.Ε. ήταν σκληρές, όμως αυτό δεν φαίνεται να πτοεί την κυβέρνηση της Αργεντινής, που υποστηρίζεται από έναν κεντροαριστερό συνασπισμό*, και φέρεται αποφασισμένη να επιχειρήσει να περάσει από το Κογκρέσο, σχετικό νόμο με τον οποίο το κράτος θα αποσπάσει ποσοστό 51% από τη Repsol, επικαλούμενο τον στρατηγικό ρόλο που έχει η ενέργεια για την επιβίωση και την ασφάλεια της χώρας. Να σημειωθεί ότι είχε προηγηθεί η εθνικοποίηση της αεροπορικής εταιρείας Aerolíneas Argentinas και του ιδιωτικού ασφαλιστικού οργανισμού ANSES, από την ίδια κυβέρνηση το 2008.
Το γεγονός αυτό, δεν απασχόλησε και πολύ την ελληνική κοινή γνώμη ούτε τα κόμματα, που παραμένουν εγκλωβισμένα σε ένα στείρο μνημονιακό ή αντιμνημονιακό παραλήρημα, τη στιγμή που πατρίδα μας ετοιμάζεται να κατοχυρώσει την πιο προνομιακή θέση στο κάδρο των διαλυμένων εθνικών κρατών.
Κατά την άποψή μας, τις δυο εβδομάδες που απομένουν για τις εκλογές, αυτό που θα πρέπει να είναι στο επίκεντρο των προεκλογικών συζητήσεων, μαζί με την προστασία των συμφερόντων και των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των συνταξιούχων, είναι η θωράκιση και η προστασία του εθνικού κράτους που λέγεται Ελλάδα, για να μην φθάσουμε στο σημείο μετά από μερικές δεκαετίες, όπως γίνεται στην Αργεντινή, να εθνικοποιούμε κρατικές εταιρείες, όπως τα Ελληνικά Πετρέλαια, που ήδη ξεπουλήθηκαν, και τη ΔΕΠΑ, που ετοιμάζεται να ξεπουληθεί, τη στιγμή μάλιστα που η Ελλάδα ετοιμάζεται να μπει στη «λέσχη» των πετρελαιοπαραγωγών χωρών, χωρίς να διαθέτει κρατικές εταιρείες στο χώρο της ενέργειας. Γίνεται;
*Κυρίως στη Λατινική Αμερική τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται η ιδεολογία του αριστερού εθνικισμού, που εκδηλώνεται κυρίως σε ζητήματα εθνικής κυριαρχίας, εθνικού πατριωτισμού και εθνικοποιήσεων ζωτικής σημασίας οργανισμών. Στην Ελλάδα τα αντίστοιχα κόμματα συναγωνίζονται το ένα το άλλο στο ξήλωμα της ελληνικής παιδείας, του ελληνικού έθνους και της πατρίδας.
 Source : Kυριακάτικη Δημοκρατία

Το λάβαρο της Κυπριακής Ομοσπονδίας



Του Γιάννου Χαραλαμπίδη
Οκτώ χρόνια μετά: Μνημόσυνο στο σχέδιο Ανάν ή στο όχι του λαού; - Τα έγγραφα των Βρετανών αποκαλύπτουν πώς το Λονδίνο οικοδόμησε τη διχοτόμηση και ποια είναι η βάση των υφιστάμενων συνομιλιώνΠΩΣ καθορίστηκαν οι ζώνες και οι Βάσεις από τη δεκαετία του '50 
Το όχι του κυπριακού λαού στο δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου του 2004 έχει δυο σκέλη. Το ένα αφορά στον δημοκρατικό του χαρακτήρα, αφού ο λαός ψήφισε ελεύθερα την έγκριση ή την απόρριψή του. Το δεύτερο επικεντρώνεται στη διαπίστωση δημοκρατικών ελλειμμάτων, καθότι ήταν ένα σχέδιο το οποίο καταρτίστηκε ερήμην του λαού και είχε ως απώτερο στόχο αφενός να διαλύσει την Κυπριακή Δημοκρατία και αφετέρου να νομιμοποιήσει τον γεωγραφικό, διοικητικό και πληθυσμιακό διαχωρισμό της Κύπρου στο πλαίσιο μιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.

Ζει και βασιλεύει 

Στο ίδιο το κείμενό του, το σχέδιο Ανάν ανέφερε ρητώς ότι εάν μια εκ των δυο πλευρών το απορρίψει, τότε θα είναι νεκρό. Και όμως, οκτώ χρόνια μετά την απόρριψή του, το σχέδιο Ανάν ζει και βασιλεύει, αφού αποτελεί τη βάση των συνομιλιών. Γεγονός που οδηγεί στο εξής συμπέρασμα: Η λαϊκή ετυμηγορία δεν έγινε σεβαστή όχι μόνο από τους ξένους, αλλά ούτε και από την ελληνοκυπριακή πολιτική ηγεσία. Και δη το Εθνικό Συμβούλιο. Και δικαίως διερωτάται ο πολίτης: Τι τελικά είναι νεκρό; Το σχέδιο Ανάν ή το όχι και μια άλλη εναλλακτική της διχοτόμησης πολιτική; Τι θα έχουμε στις 24 Απριλίου του 2012, μνημόσυνο για το σχέδιο Ανάν ή για το όχι του κυπριακού λαού;

Η καλή ομοσπονδία

Ο Πρόεδρος Χριστόφιας ήταν ειλικρινής. Ποτέ δεν θεωρούσε το σχέδιο Ανάν νεκρό. Προεκλογικά, το 2008 είχε πει στο Λονδίνο ότι το σχέδιο Ανάν απλώς κοιμάται. Και ο ίδιος ανέλαβε τον ρόλο του πρίγκιπα που θα του έδιδε το φιλί για να ξυπνήσει. Για να ζωντανέψει. Δεν είναι ο μόνος. Απλώς, ήταν ειλικρινής. Το σχέδιο Ανάν συνιστά τη συνταγματική κωδικοποίηση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, την οποία υπηρέτησαν όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις και προφανώς αυτό θα συμβεί και με την επόμενη, είτε εντός είτε εκτός του πλαισίου των Συμφωνιών Κορυφής του '77 και του '79, μεταξύ Μακαρίου-Ντενκτάς και Κυπριανού-Ντεντκάς, καθώς και της 8ης Ιουλίου.
Τα περί καλής ομοσπονδίας είναι κενά περιχεομένου για τον ακόλουθο λόγο: Εάν εφαρμοστεί στην Κύπρο μια ομοσπονδία όπως των ΗΠΑ ή της Γερμανίας, τότε αντί να έχουμε ένα ελληνοκυπριακό και ένα τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος θα έχουμε δυο ελληνοκυπριακά συνιστώντα κράτη! Και θα συμβεί αυτό διότι, εφόσον θα ισχύει η αρχή ένας άνθρωπος μια ψήφος, εφόσον θα εφαρμοστεί πλήρως το κοινοτικό κεκτημένο και το σύνολο των δημοκρατικών αρχών και αξιών, σημαίνει ότι: Το σύνολο των Ελληνοκυπρίων προσφύγων και μη θα επιστρέψει στον βορρά.
Και υπό αυτές τις συνθήκες, οι Ελληνοκύπριοι θα έχουν πλειοψηφία επί του πληθυσμού, καθώς και επί του εδάφους, εφόσον προ του ΄74 κατείχαν πέραν του 82% της γης. Εφόσον, μάλιστα, θα εφαρμοστούν οι στοιχειώδεις ελευθερίες και τα ανθρώπινα, ατομικά δικαιώματα επί των οποίων είναι θεμελιωμένη η ΕΕ, δεν θα γίνεται συζήτηση εάν τον πρώτο λόγο επί των περιουσιών στα κατεχόμενα θα τον έχει ο νόμιμος ιδιοκτήτης ή ο υφιστάμενος παράνομος χρήστης. Πώς λοιπόν θα προκύψει τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος; Στη βάση αυτής της πρακτικής ανατρέπεται ο διχοτομικός σχεδιασμός της διζωνικής.

Είναι λοιπόν πιο εύκολη και ρεαλιστική η επιλογή του ενιαίου κράτους χωρισμένου σε έξι ζώνες, από τις οποίες οι δυο θα μπορούν να διοικούνται από τους Τουρκοκυπρίους σε επίπεδο τοπικό-αυτοδιοίκησης και ουχί πολιτειακό-ομοσπονδιακό, παρά η δημιουργία «δυο ελληνικών συνιστώντων κρατών». Άλλωστε, στο τραπέζι των συνομιλιών δεν γινόταν ποτέ συζήτηση επί της «καλής διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας», αλλά επί εκείνης που οι Βρετανοί επινόησαν, και με τη συνεργασία των Τούρκων επιδίωξαν και επιδιώκουν διαχρονικά να επιβάλουν και να διχοτομήσουν την Κύπρο.

Οι τρεις ζώνες 
Ο σχεδιασμός της διχοτόμησης είχε αρχίσει προ του ΄74, από το ΄56. Σε έγγραφο των Βρετανικών Υπηρεσιών, ημερομηνίας 10 Νοεμβρίου του 1956, από το Κυβερνείο της Κύπρου, το οποίο απευθύνεται προς το Κέντρο, αναλύονται πέντε σενάρια διχοτόμησης επί τη βάσει της δημιουργίας δυο ή τριών ζωνών. Οι δυο κύριες ζώνες θα ανήκαν, η μια, στους Ελληνοκυπρίους και, η άλλη, στους Τουρκοκυπρίους.

Μια τρίτη ζώνη θα ανήκε στους Βρετανούς, η οποία τελικώς, όπως θα δούμε στη συνέχεια, έλαβε τη μορφή των δυο βρετανικών στρατιωτικών βάσεων της Επισκοπής και της Δεκέλειας. Οι ζώνες του ΄56 έλαβαν την πολιτειακή μορφή της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας το ΄57. Όπως αναφέρει βρετανικό απόρρητο έγγραφο με ημερομηνία 5.7.1957, η Άγκυρα δεν θεωρούσε υπό τις τότε συνθήκες δύσκολη υπόθεση τη διχοτόμηση και έσπευσε να την καλύψει κάτω από τον μανδύα του διαχωρισμού της Κύπρου σε ζώνες. Και το Λονδίνο, από την πλευρά του, ενέταξε τις ζώνες στην πολιτειακή μορφή μιας λύσης διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Στο βρετανικό έγγραφο του ΄57 αναφέρονται και τα εξής:

«Η τουρκική κυβέρνηση πιστεύει ότι η διχοτόμηση της Κύπρου δεν θα είναι κατ΄ ανάγκην πολύ δύσκολη και δεν θα σημαίνει μεγάλης κλίμακας ανταλλαγή πληθυσμών. Διατηρεί την άποψη ότι με λίγη συνεργασία από την ελληνοκυπριακή πλευρά θα μπορούν να υπάρχουν δυο ζώνες στην Κύπρο, μια κάτω από τουρκοκυπριακή και μια κάτω από ελληνοκυπριακή Διοίκηση. Δεν είναι αναγκαίο να απαιτηθεί να μετακινηθούν οι Ελληνοκύπριοι από την τουρκική ζώνη και αντιθέτως.

Εμείς (Οι Βρετανοί) μπορούμε να διατηρούμε τα δικαιώματά μας στο νησί, τo οποίo θα μπορεί να διοικείται με ένα είδος ομοσπονδιακής λύσης στη μέση». Και στο έγγραφο προστίθενται τα ακόλουθα: «Ποιο, όμως, θα είναι το είδος της ομόσπονδης κεντρικής Κυβέρνησης; Μια ομοσπονδία συνεπάγεται αναμφισβήτητη κυριαρχία».

Και επί τούτου προτείνονται:
1) «Στην περίπτωση της Κύπρου, η ελληνική ζώνη θα είναι ελεύθερη να ενωθεί με την Ελλάδα και η τουρκική με την Τουρκία». 2) «Σε μια ομοσπονδία συνεπάγεται αναγνώριση της μιας κυβέρνησης από την άλλη. Η κάθε κυβέρνηση αναγνωρίζει τη σφαίρα εξουσίας της». 3) «Σε περίπτωση που μια από τις κυβερνήσεις ενωθεί με άλλο μέρος, η ομοσπονδία σπάει αμέσως».

Σενάρια διαμελισμού και βάσεις 
ΥΠΑΡΧΕΙ, βεβαίως, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, ακόμη ένα έγγραφο, που φέρει ημερομηνία 10 Νοεμβρίου του 1956 και τίτλο: «A momorandum on possible schemes for the partition of Cyprus» (Υπόμνημα επί των πιθανών σχεδίων για τη διχοτόμηση της Κύπρου). Σκοπός της σύνταξής του είναι η «εξέταση πιθανών σχεδίων για τον διαμελισμό της Κύπρου σε ελληνική και τουρκο-βρετανική ζώνη ή χωριστές ελληνικές, τουρκικές και βρετανικές ζώνες, λαμβάνοντας υπόψη τις στρατηγικές, κοινωνικές και οικονομικές απαιτήσεις των ενδιαφερομένων μερών».

Είναι χαρακτηριστική εντός του εγγράφου η στρατηγική σημασία, που προσδίδουν οι Βρετανοί στην Κύπρο. Επισημαίνουν επί τούτου ότι οποιαδήποτε και αν είναι η μορφή του διαμελισμού στην Κύπρο, η RAF «θα πρέπει να έχει δυο, εάν είναι δυνατόν τρία αεροδρόμια υπό τον έλεγχό της, όχι λιγότερα των 30 μιλίων. Σε περιοχές όπου το έδαφος είναι επίπεδο και όπου θα υπάρχει πιθανότητα να τοποθετηθούν επιπρόσθετα αεροδρόμια διαγραμμισμένα κόκκινα».

Και με την επόμενη παράγραφο προδικάζονται τα εγγυητικά δικαιώματα της Βρετανίας επί της Κύπρου και ο γεωστρατηγικός της έλεγχος σε οποιαδήποτε λύση και δη αυτή των ζωνών, στις οποίες το έγγραφο αναφέρεται:

«Είναι επιπροσθέτως δεδομένο ότι μετά από οποιαδήποτε διχοτόμηση, η Βρετανία θα συνεχίσει να διατηρεί την ευθύνη για την εξωτερική Άμυνα όλου του νησιού και ότι ως εκ τούτου θα έχει την ασφάλεια των βρετανικών θυλάκων. Ιδιαίτερες διευκολύνσεις θα είναι διαθέσιμες και για τις ελληνοκυπριακές και για τις τουρκοκυπριακές ζώνες».

Στο πέμπτο εκ των σεναρίων για τη διχοτόμηση της Κύπρου, οι Βρετανοί καθορίζουν από το ΄56 ότι θα διατηρήσουν δυο θυλάκους, που εν συνεχεία με τη Ζυρίχη έλαβαν το καθεστώς των «βρετανικών κυρίαρχων βάσεων». Συναφώς, στο έγγραφο αναφέρονται τα ακόλουθα:

«Οι προτεινόμενοι σε αυτήν τη λύση θύλακοι είναι: i) Η περιοχή γύρω από τη Στρατιωτική Διοίκηση Δεκέλειας, περιλαμβανομένων του Περγάμου, της Ξυλοφάγου και του Λιοπετρίου. ii) Η περιοχή γύρω από τη Στρατιωτική Διοίκηση Επισκοπής και η χερσόνησος Ακρωτηρίου, εξαιρουμένης της Λεμεσού, αλλά περιλαμβανομένης της κοιλάδας του Κούρη-Άλασσας. ii) Το αεροδρόμιο Λευκωσίας, στο οποίο οι Βρετανοί εφόσον θα ήταν υπό τη δική τους ευθύνη θα επέτρεπαν τη χρήση του και στους Ελληνοκυπρίους και τους Τουρκοκυπρίους».

Χαρακτηριστικά της διχοτομικής λύσης 

Η μορφή της λύσης περιλαμβάνει, με βάση το βρετανικό έγγραφο του '56, τα εξής χαρακτηριστικά:
«(1) Η διχοτόμηση πρέπει να είναι τέτοια ώστε να χωρίζει στις δυο περιοχές και τις πηγές της Κύπρου μεταξύ των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων (αφού αφαιρεθούν οι βρετανικοί θύλακοι) με αναλογία περίπου 4 προς 1.
2) Οι δυο ζώνες, ελληνική και τουρκική, οφείλουν όσο αυτό είναι δυνατό να διαθέτουν αυτοέλεγχο (αυτοδιοίκηση στην ουσία) και αυτάρκεια (self-contained and self-sufficient).
3) Αυτό σημαίνει, ιδιαιτέρως, ότι κάθε πλευρά θα πρέπει να ελέγχει τις δικές της επαρκείς πηγές νερών και πρόσβαση σε λιμάνια.
4) Εφόσον υπάρχουν μόνο δυο λιμάνια ικανά να προσφέρουν υπηρεσίες στα δυο τμήματα της διχοτομημένης Κύπρου, αυτά της Αμμοχώστου και της Λεμεσού, σημαίνει ότι οποιοσδήποτε σχεδιασμός ακολουθήσει, για να είναι λειτουργικός σε όλα, πρέπει να είναι τέτοιος ώστε να κατανέμει το ένα από αυτά τα λιμάνια στην ελληνική και το άλλο στην τουρκική ζώνη.
5) Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ενδεχόμενα η διχοτόμηση θα λάβει χώραν προσδοκάται ότι θα είναι τέτοια, ώστε να καλύπτει ανάγκες, τη φυσική διχοτόμηση των δυο ζωνών με μέσα και σημεία ή διαχωριστική γραμμή, η οποία μπορεί να περιπολείται και διά της οποίας η διχοτόμηση μπορεί να εφαρμοστεί.
6) Αυτό σημαίνει ότι η γραμμή σήμανσης οφείλει, αν αυτό είναι δυνατόν, να είναι εύκολα αναγνωρίσιμη και εφαρμοστέα.
7) Δυστυχώς, ωστόσο, δεν υπάρχει φυσική γραμμή σήμανσης, η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό αυτό.
8) Όμως, γενικά, είναι εμφανώς ευκολότερο να διαχωριστεί η χώρα από γραμμή, που θα χαραχθεί μέσω πεδιάδας, παρά από μια χαρασσόμενη μέσω ορεινών περιοχών.
9) Εφόσον οι δυο περιοχές είναι τόσο μεικτές σε ολόκληρη την κατοικημένη περιοχή του νησιού, κανένα διχοτομικό σχέδιο δεν μπορεί να διχάσει (την Κύπρο) αφήνοντας τους Ελληνοκυπρίους στην ελληνική ζώνη και τους Τουρκοκυπρίους στην τουρκική.
10) Συνεπάγεται ότι πρέπει να υπάρξει κάποια ανταλλαγή πληθυσμών, εάν αυτή είναι απαραίτητη, κάθε φυλή (race) θα πρόκειται να δεσπόζει αριθμητικά στη ζώνη της. (Αριθμητική και κατ' επέκταση εδαφική πλειοψηφία, όπως συζητείται σήμερα).
11) Είναι πιθανό ότι αυτή η ανταλλαγή πληθυσμών θα πρέπει να γίνει αναγκαστικά. Εάν όχι, οι Έλληνες στην τουρκική ζώνη θα μπορούν καλά να αποφασίζουν (θα κραυγάζουν για Ένωση) να παραμένουν όπου επιθυμούν και έτσι η ζώνη θα είναι ανίκανη να ελεγχθεί από τους Τουρκοκυπρίους».

Η σημαία
ΕΙΝΑΙ πρόδηλο ότι η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία δεν συνιστά ούτε επανένωση, αλλά ούτε και σημαία βιώσιμης και δημοκρατικής λύσης! Η ομοσπονδία μέχρι την εισβολή αφοριζόταν από την ελληνοκυπριακή πλευρά ως πολιτειακό σύστημα διχοτομικό. Σήμερα, οι παραλλαγές της είναι η βάση του σχεδίου Ανάν και των συνομιλιών στο πλαίσιο μιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Είναι ό,τι απέρριψε ο κυπριακός λαός στις 24 Απριλίου του 2004 και ό,τι συνεχίζει να απορρίπτει.
Το εξίσου, δε, σημαντικό είναι ότι η ετυμηγορία του λαού ουδέποτε έγινε σεβαστή από την ελληνοκυπριακή πολιτική ηγεσία, η οποία σήμερα σηκώνει ως λάβαρο λύσης τον στρατηγικό σχεδιασμό της Βρετανίας και της Τουρκίας, στη λογική της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.

ΔΡ. ΓΙΑΝΝΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ
Διεθνείς Σχέσεις
Source : infognomonpolitics.blogspot.com