Geopolitical Research Institute(GRI)/Εταιρεία Γεωπολιτικών Ερευνών(ΕΓΕ)

Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

Ο ρόλος των Ενόπλων Δυνάμεων στις σύγχρονες διεθνείς σχέσεις

του Παναγιώτη Ηφαιστου*

Εισαγωγή

Στο σύντομο σημείωμα που ακολουθεί, θα προσπαθήσω να αναπτύξω μερικές σκέψεις που εντάσσουν τον προβληματισμό για τον ρόλο των ενόπλων δυνάμεων μιας χώρας, σύμφωνα με τις δικές μου θεωρήσεις, στη ορθή βάση. Βασική υπόθεση είναι πως η ασφάλεια κάθε συλλογικής οντότητας ήταν, είναι και θα συνεχίσει να είναι η πιο σημαντική υπόθεση στην βαθμίδα των συλλογικών ιεραρχήσεων. Αυτό ισχύει τόσο για την εσωτερική ασφάλεια που διασφαλίζει την ομαλή λειτουργία των συμπεφωνημένων κανονιστικών δομών κάθε κοινωνικοπολιτικού συστήματος όσο και την εξωτερική ασφάλεια στο άναρχο διεθνές σύστημα (Το διεθνές σύστημα είναι άναρχο επειδή απουσιάζει μια μη ηγεμονική ρυθμιστική εξουσία, δηλαδή κάποιου είδους «κυβέρνηση των κυβερνήσεων». Το ζήτημα αυτό αποτελεί πηγή πολλών παρανοήσεων επειδή όχι σπάνια το διεθνές δίκαιο και οι θεσμοί συλλογικής ασφάλειας εκλαμβάνονται ως θεσμοί δικαιοσύνης και όχι απλώς τάξης όπως πραγματικά είναι.)


Η αξία των Θουκυδίδειων θεωρήσεων

Την περασμένη δεκαετία, πολλές ευφάνταστες αναλύσεις πρόβλεπαν μια σταθερή και ευνομούμενη διεθνή τάξη όπου η εθνική αποτρεπτική στρατηγική ενός κράτους θα ήταν περίπου περιττή. Αρκεί να σημειωθεί πως αν υπάρχει κάτι αξιοσημείωτο που επιβεβαιώθηκε κατά τη διάρκεια της μεταψυχροπολεμικής εποχής είναι η θουκυδίδεια θεώρηση για το ρόλο της κατανομής ισχύος ως διαμορφωτικού παράγοντα της κατανομής ρόλων και συμφερόντων του διακρατικού συστήματος όπως διαμορφώνεται την ύστερη εποχή. Θυμίζουμε πως μεταξύ πολλών άλλων ο Θουκυδίδης διαπίστωσε πως σ’ ένα (διεθνές) σύστημα που εξ ορισμού στερείται κοινωνικά νομιμοποιημένης ρυθμιστικής εξουσίας «το δίκαιο λογαριάζεται όταν υπάρχει ίση δύναμη για την επιβολή του» και πως όταν αυτό δεν ισχύει «οι δυνατοί κάνουν όσα τους επιτρέπει η δύναμή τους και οι αδύναμοι υποχωρούν και αποδέχονται». Με διαφορετικά λόγια, λόγω της ετερότητας των κοινωνιών, τα πολιτειακά συστήματα που τις εκφράζουν διαφέρουν, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχει αντίστοιχος κατακερματισμός των συστημάτων διανεμητικής δικαιοσύνης. Έτσι, ενώ στο ενδοκρατικό επίπεδο το «κοινωνικό συμβόλαιο» και οι εν γένει δεσμοί μεταξύ των μελών της κοινωνίας συγκροτούν ένα βιώσιμο ηθικοκανονιστικό σύστημα προικισμένο με νομιμοποιημένες διανεμητικές ιδιότητες στο διακρατικό επίπεδο δεν υπάρχει δυνατότητα οροθέτησης του δικαίου-δικαιοσύνης ή της άσκησης βίας για την επιβολή του. Γι’ αυτό, εξ ορισμού, οι διεθνείς θεσμοί είναι έτσι όργανα τάξης και όχι δικαιοσύνης.

Η κρατική κυριαρχία και η σημασία της για τη συλλογική ελευθερία μιας κοινωνίας

Η εθνική-κρατική κυριαρχία με την οποία ιστορικά προικίστηκε κάθε κοινωνία που κατόρθωσε να κατακτήσει την συλλογική της ελευθερία είναι ουσιαστικά το μέσο που της προσφέρει την δυνατότητα να είναι συλλογικά ελεύθερη απέναντι σ’ αυτούς που κατά καιρούς αποσκοπούν να ασκήσουν ηγεμονία στις διεθνείς σχέσεις. Της προσφέρει επίσης τη δυνατότητα να διεκδικεί –όπως εξάλλου επιτάσσει το διεθνές δίκαιο των νεότερων χρόνων– ισοτιμία με τις υπόλοιπες πολιτικά κυρίαρχες συλλογικές οντότητες του παγκόσμιου χώρου. Τέλος, το καθεστώς της εθνικής-κρατικής κυριαρχίας προσφέρει τη δυνατότητα σ’ όλα τα κράτη να συναλλάσσονται, να συνεργάζονται και να διευθετούν τις διαφορές τους όταν συγκρούονται τα συμφέροντά τους ή όταν καταφεύγουν στην άσκηση πολεμικής βίας. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που η ασφάλεια κάθε κράτους βρίσκεται πάντοτε στην πιο υψηλή βαθμίδα των κοινωνικών προτεραιοτήτων και υπό αυτό το πρίσμα οι ένοπλες δυνάμεις ενός μη αναθεωρητικού κράτους είναι η υπέρτατη και ύστατη εγγύηση της συλλογικής ελευθερίας των μελών του. Βασικά, η συλλογική ελευθερία κάθε κοινωνίας, η ασφάλεια κάθε κράτους, τα μέσα που την διασφαλίζουν, δηλαδή οι ένοπλες δυνάμεις του και η διεθνής ειρήνη και σταθερότητα είναι κριτήρια ή παράγοντες άρρηκτα συνδεδεμένα.

Σημειώνεται πως μετά τον Θουκυδίδη, οι θεωρητικές, πολιτικές και ιδεολογικές συζητήσεις για την διεθνή ειρήνη και σταθερότητα δεν κατόρθωσαν έστω και κατ’ ελάχιστον να εξέλθουν από αυτά τα διλήμματα που ο κλασικός στοχαστής υπό το πρίσμα άψογης επιστημονικής ουδετερότητας εξέτασε στο μνημειώδες έργο του Πελοποννησιακός Πόλεμος. Βασικά, θα μπορούσαμε να σκιαγραφήσουμε την ιστορία των διεθνών σχέσεων ως εξής:

Τα σχέδια σταθερότητας με αυτοκρατορία-ηγεμονία απότυχαν επιβεβαιώνοντας πως η επίτευξη ενός παγκόσμιου κράτους και ενός οικουμενικά ομοιόμορφου συστήματος διανεμητικής δικαιοσύνης προϋποθέτουν εξομοιωτική γενοκτονία πλανητικής κλίμακας. Όλες οι «πρόσφατες» διεθνιστικές και/ ή κοσμοπολίτικες απόπειρες (ρωμαιοκαθολική μονοκρατορία, ναζισμός, γάλλοι επαναστάτες, αμερικανικός κοσμοπολιτισμός του 19ου αιώνα, μαρξισμός) απέτυχαν οδηγώντας στην σταδιακή προσαρμογή των πολιτειακών δομών του κόσμου στην κοινωνική ετερότητα του κόσμου. Ουσιαστικά, η κατάρρευση της ΕΣΣΔ συμβολίζει την συντριβή και του τελευταίου αξιοσημείωτου προπυργίου των διεθνιστικών-κοσμοπολίτικων ιδεών που επί χιλιετίες βρίσκονταν σε διαρκή διαπάλη με τη λογική που δημιουργούσε η ετερότητα μιας έκαστης κοινωνικής οντότητας στον κόσμο. Η συντριβή της Σοβιετικής Ένωσης αποτελεί, ουσιαστικά, ακόμη μια πανηγυρική επιβεβαίωση του γεγονότος πως το κράτος όπως αναπαράχθηκε τα νεότερα χρόνια καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των κλασικών Πόλεων είναι τόσο η βασική μονάδα οργάνωσης της εξουσίας στον παγκόσμιο χώρο όσο και ο χώρος εντός του οποίου κάθε κοινωνία διασφαλίζει το υπέρτατο ανθρώπινο αγαθό της συλλογικής ελευθερίας (Είναι αυτονόητο πως η ατομική ελευθερία εκφράζεται με διαφορετικούς τρόπους στο εσωτερικό κάθε κράτους ανάλογα και αντίστοιχα με τα αισθητά και πνευματικά κριτήρια κάθε πολιτικά κυρίαρχης κοινωνίας. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, αποτελεί μια προσπάθεια να βρεθεί κοινός τόπος μεταξύ των κρατών όσον αφορά την ανθρώπινη ελευθερία. Αναμφίβολα, όχι μόνο η προσπάθεια αυτή δεν ευοδώθηκε αλλά και τα ανθρώπινα δικαιώματα έγιναν μέσο άσκησης διεθνούς ισχύος ή και επιβολής ηγεμονικών διεθνών ρυθμίσεων που αντιμάχονται τις υπέρτατες κατακτήσεις στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων, δηλαδή την διακρατική ισοτιμία, την μη επέμβαση και το δικαίωμα της εσωτερικής αυτοδιάθεσης.) .
Η κατάκτηση πολιτισμού στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων που εκφράζεται με τον όρο «διεθνές δίκαιο» αποσκοπεί στην διασφάλιση της κυριαρχίας-ελευθερίας κάθε ανεξάρτητου κράτους. Το διεθνές δίκαιο, όμως, υπόκειται στους περιορισμούς που θέτει η ύπαρξη των αιτιών πολέμου (μεταξύ άλλων, αίτια πολέμου είναι ο ηγεμονισμός, η άνιση ανάπτυξη, οι παραμένουσες διακρατικές διενέξεις και οι επαναστατικές ιδεολογίες) Η εμβέλεια και αποτελεσματικότητα των κατά καιρούς συστημάτων συλλογικής ασφάλειας, επίσης, περιορίζεται για τους ίδιους λόγους.
Με συντομία: To μεταψυχροπολεμικό διεθνές σύστημα είναι άναρχο, τα αίτια πολέμου υπαρκτά όσο ποτέ άλλοτε, οι αρχές του διεθνούς δικαίου αποτελούν τη βάση του καθεστώτος ρύθμισης των διακρατικών σχέσεων αλλά η εφαρμογή τους δεν διασφαλίζεται και κατά συνέπεια η ασφάλεια κάθε κράτους αποτελεί υπόθεση της ενδιαφερόμενης κοινωνίας. Έτσι, λόγω αυτού του εγγενούς ελλείμματος διεθνούς ασφάλειας που θέτει σε κίνδυνο τα μέλη κάθε κοινωνίας οι κυβερνήσεις των κρατών αναπτύσσουν επαρκή εσωτερική ισχύ (ένοπλες δυνάμεις και άλλοι συντελεστές ισχύος) και ταυτόχρονα επιδιώκουν εξωτερική εξισορρόπηση των απειλών (τυπικές και άτυπες συμμαχίες).
Είναι σημαντικό να τονιστεί περαιτέρω πως όσον αφορά τη βασική κρατοκεντρική δομή, τη μορφή και τον χαρακτήρα του διεθνούς συστήματος, οι σύγχρονες διεθνείς σχέσεις ουδόλως διαφέρουν από τα παρελθόντα:

Βασική μονάδα του καθεστώτος οργάνωσης των διεθνών σχέσεων είναι το κράτος και βασική αρχή του διεθνούς δικαίου η κρατική κυριαρχία (η τελευταία, στην κλασική εποχή των ελληνικών Πόλεων ήταν γνωστή ως «το ιδεώδες της ανεξαρτησίας»).
Οι διεθνείς θεσμοί είναι εξαιρετικά μεγάλης χρηστική σημασίας στη διαχείριση των διακρατικών υποθέσεων αλλά για τους λόγους που αναφέρθηκαν μόλις είναι εξαρτημένες και όχι ανεξάρτητες μεταβλητές.
Η αναζήτηση ισχύος και ασφάλειας παραμένει σταθερά κύριο μέλημα των κοινωνιών.
Η ελευθερία κάθε κοινωνίας, τονίζεται ξανά, στηρίζεται στο οικείο σύστημα εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας.
Υπό το πρίσμα της πιο πάνω θεώρησης των διεθνών σχέσεων, οι ένοπλες δυνάμεις μιας δημοκρατικά οργανωμένης χώρας, επειδή ακριβώς υπηρετούν τον υπέρτατο σκοπό της εθνικής ασφάλειας έναντι άλλων κρατών στο άναρχο διεθνές σύστημα συνιστούν την σημαντικότερη ίσως ομάδα αυτής της κοινωνίας. Ταυτόχρονα, εκπλήρωση αυτού του ρόλου προϋποθέτει πως οι ένοπλες δυνάμεις κατέχουν την σωστή θέση στο πολιτειακό σύστημα.

Πιο συγκεκριμένα, «ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα», δηλαδή, «ο πόλεμος δεν έχει τη δική του γραμματική» αλλά διέπεται από την λογική των πολιτικών σκοπών μιας κοινωνίας: Η λειτουργία των ενόπλων δυνάμεων, η δομή τους, η αποστολή τους, η άσκηση βίας και οποιοσδήποτε άλλος ρόλος εντάσσονται στην λογική των πολιτικό στόχων της κοινωνίας στην οποία ανήκουν και τους σκοπούς της οποίας υπηρετούν.
Συνάγεται πως στο βαθμό που η ασφάλεια κάθε οργανωμένου κοινωνικού συνόλου στο άναρχο διεθνές σύστημα, βρισκόταν και συνεχίζει να βρίσκεται στη πιο υψηλή βαθμίδα των συλλογικών προτεραιοτήτων και στον βαθμό που κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια ενός άλλου κράτους (Στο σημείο αυτό καλό θα είναι ο αναγνώστης να διακρίνει μεταξύ «εγγύησης» της ακεραιότητας μιας χώρας που θα μπορούσε να προσφερθεί μόνο από ένα σύστημα αποτελεσματικής συλλογικής ασφάλειας και εξωτερικής «ενίσχυσης της ασφάλειας» ενός κράτους που σχετίζεται με την ανάπτυξη τυπικών και άτυπων συμμαχικών σχέσεων, λογική που διέπεται από την κατανομή ισχύος και όχι το γράμμα ή το πνεύμα των αρχών του διεθνούς δικαίου που όπως γνωστό εδώ και αρκετούς αιώνες αναφέρει πως πρέπει να ισχύει η αρχή της μή επέμβασης, της διακρατικής ισοτιμίας και της εσωτερικής αυτοδιάθεσης. ) οι ένοπλες δυνάμεις κάθε χώρας είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια και ευημερία της κοινωνίας ενός κράτους.
Το σύγχρονο διεθνές γίγνεσθαι, στρατιωτική διπλωματία και η θέση-ρόλος του κράτους και των ενόπλων δυνάμεων

Τέλος αλλά όχι το τελευταίο που θα μπορούσε να αναφερθεί, πέραν του γεγονότος πως αποτελούν ένα σταθερά άριστα οργανωμένο κομμάτι του κοινωνικοπολιτικού συστήματος, οι ένοπλες δυνάμεις μιας χώρας, είναι σημαντικές για ένα μεγάλο αριθμό λόγων που αφορούν την εξωτερική πολιτική και την θέση-ρόλο του κράτους στο διεθνές γίγνεσθαι. Ουσιαστικά, η μια όψη του νομίσματος της εξωτερικής πολιτικής είναι η καθαυτό διπλωματία και άλλη ο διεθνής ρόλος των ένοπλων δυνάμεων. Συνοπτικά, η στρατιωτική ικανότητα προσδιορίζει το ειδικό βάρος και τα διαπραγματευτικά ερείσματα ενός κράτους σε πλήθος διεθνών συναλλαγών και διεθνών συμμετοχών. Με συντομία:

1) Για τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο ρόλος ενός κράτους-μέλους στην υπό διαμόρφωση συλλογική άμυνα και ασφάλεια είναι συνάρτησης της ικανότητας συμμετοχής στη δομή άμυνας και ασφάλειας που οικοδομείται.
2) Οι πελατειακές σχέσεις μικρών και μεγάλων δυνάμεων συναρτώνται με την ικανότητα των λιγότερο ισχυρών κρατών αφενός να αμύνονται κατά των αναθεωρητικών κρατών που τα απειλούν και αφετέρου να είναι ενεργοί στρατηγικοί δρώντες των στρατηγικών εξελίξεων στην περιφέρεια που ανήκουν.
3) Οι ένοπλες δυνάμεις ενός σύγχρονου κράτους είναι κρίσιμο μέσο των διεθνών συμμετοχών μιας χώρας, πιο συγκεκριμένα, της «στρατιωτικής διπλωματίας». Μεταξύ άλλων:
α) παροχή συμβουλών στην πολιτική ηγεσία για τους τρόπους πολιτικής αξιοποίησης της στρατιωτικής ισχύος υπό το πρίσμα των διεθνών εξελίξεων,
β) συμμετοχή στελεχών των ενόπλων δυνάμεων στην επίσημη διπλωματική αντιπροσώπευση του κράτους σε άλλα κράτη ή διεθνείς θεσμούς,
γ) μετά από εντολή της πολιτικής ηγεσίας, σύναψη στενών σχέσεων, μυστικού ή δημοσιοποιημένου χαρακτήρα, με τις ένοπλες δυνάμεις άλλων κρατών,
δ) πάντοτε υπό το πρίσμα των πολιτικών εντολών, συμμετοχή και διαπραγματεύσεις στο ευρύ πλέγμα των διεθνών αμυντικών σχημάτων που αναπτύσσονται τα δέκα τελευταία χρόνια στον ευρωατλαντικό χώρο και στην Ευρώπη,
ε) συμμετοχή σε διεθνείς αποστολές (ανθρωπιστικές, «ειρηνευτικές» κλπ),
στ) βοήθεια προς άλλους στρατούς (εκπαίδευση, υποδομή, τεχνολογία, κτλ) και
ζ) συνεργασία με άλλα κυβερνητικά τμήματα, μυστικές αποστολές που εξυπηρετούν την αποτρεπτική ικανότητα των εθνικών ενόπλων δυνάμεων. Επίσης, στο ίδιο πλαίσιο, παραγωγή αναλύσεων, πληροφοριών και εκτιμήσεων για την κατανομή ισχύος στο διεθνές σύστημα, εκτιμήσεις των απειλών και ιεράρχησή τους υπό το πρίσμα της δεδομένης κατανομής ισχύος και προτάσεις πολιτικής για πρακτικές προσεγγίσεις που μεγιστοποιούν την εθνική ασφάλεια. Αναφορικά με το τελευταίο σημείο, προστίθεται πως στις προσεγγίσεις αυτές συμπεριλαμβάνονται οι συμμαχικές σχέσεις ή άλλου είδους συμφωνίες ή σχέσεις με τις ένοπλες δυνάμεις τρίτων κρατών που αντιμετωπίζουν τις ίδιες απειλές και προτάσεις για συγκεκριμένες επαφές, ενέργειες και άλλες στρατηγικές ή τακτικές κινήσεις που θα ενισχύσουν την θέση και τον ρόλο της χώρας στο πλαίσιο της δεδομένης κατανομής ισχύος. Επίσης, προτάσεις για επαφές, ενέργειες και αποστολές των ενόπλων δυνάμεων υπό το πρίσμα τόσο της δεδομένης κατανομής ισχύος όσο και υπό το πρίσμα του στρατηγικού περιβάλλοντος που δημιουργούν τα στρατηγικά και πολιτικά δόγματα των κρατών του διεθνούς υποσυστήματος στο οποίο ανήκει η χώρα.


* Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών και Έδρα Jean Monnet για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Source : Αδήωτος blogspot.

Αποβιομηχάνιση και τραπεζικό σύστημα

Φαίνεται ότι στη χώρα μας δύο τινά συμβαίνουν: Ή οι ηγεσίες και τα επιτελεία των κομμάτων, τα ΜΜΕ και η διανόηση δεν έχουν τις γνώσεις ούτε του πρωτοετούς φοιτητή των οικονομικών ή όλοι αυτοί εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία: Είναι δηλαδή υπάλληλοι των διεθνών και εγχώριων μαφιών του χρήματος.
Και επειδή είναι αδύνατον να μη γνωρίζει κανείς το αλφάβητο της αστικής οικονομίας, αβίαστα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι είναι «εγκάθετοι» των διεθνών μηχανισμών του χρηματιστικού κεφαλαίου.
Δεν μπορεί να αγνοούν ότι αυτή η ΠΤΩΧΕΥΣΗ δεν γίνεται άμεσα «εκτελεστή» και....
παρατείνεται για λίγο μέχρι να ξεζουμιστεί και πωληθεί ολόκληρη η χώρα σε αυτούς που την πτώχευσαν και ο οποίοι προσδοκούν, για τη σωτηρία τη δική τους και των τραπεζών, να ξεφορτωθούν τα ελληνικά ομόλογα.

Δεν μπορούν να αγνοούν ότι το στέγνωμα της ρευστότητας στην αγορά, ο δραματικός περιορισμός της ζήτησης και τα δολοφονικά μέτρα του Μνημονίου αφαιρούν κάθε δυνατότητα οικονομικής ανάκαμψης και βυθίζουν αναπότρεπτα τη χώρα σε ολοκληρωτική χρεοκοπία.

ΟΛΑ τα γνωρίζουν και ΟΛΟΙ τα γνωρίζουν: Κυβέρνηση, κόμματα, ΜΜΕ, οικονομολόγοι και ολόκληρο το ιερατείο της διανόησης.

Δεν βγάζουν άχνα, όμως για όλα αυτά, απεναντίας παραμυθιάζουν τον ελληνικό λαό για ανακάμψεις, σωτηρίες και λοιπές φαιδρολογίες.

Έχει επιβληθεί μια συνωμοσία της σιωπής, της συγκάλυψης της αλήθειας και της φρενήρους εξαπάτησης. Και αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη απόδειξη ότι όλα τα κόμματα, τα ΜΜΕ και τα πνευματικά ιερατεία του καθεστώτος βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία, εκτελώντας τις εντολές των διεθνών κέντρων εξουσίας.

Στο ίδιο μήκος κύματος εκπέμπουν και τα «αριστερά» δεκανίκια του καθεστώτος. Φλυαρούν αντιπολιτευτικά δήθεν, πάντα από «αριστερή σκοπιά», αλλά συγκαλύπτουν σκανδαλωδώς την αλήθεια των πραγμάτων, τη «μαθηματική πτώχευση» και τις τεράστιες πολιτικές ευθύνες τις δικές τους.
Αυτή η «αριστερά» (το έχουμε αναλύσει) συμμετείχε ΕΝΕΡΓΑ σε αυτή τη διαδικασία της χρεοκοπίας της ελληνικής κοινωνίας και της πτώχευσης που έχει συντελεστεί, και της οποίας δεν έχει υπογραφεί ακόμα η ληξιαρχική πράξη …

Ας δούμε τώρα τα βασικά ζητήματα που συγκαλύπτονται και παρασιωπούνται:

Ζήτημα 1ον

Η ένταξή μας στην ΕΕ και στο ευρώ, το «παραδεισένιο όνειρο» του καθεστωτικού παραμυθιού, ήταν η κόλαση:

α) Δραματική αποβιομηχάνιση της χώρας μας.

β). Χρηματοδότηση των εξοπλιστικών και λοιπών κρατικών προμηθειών.

γ). Χρηματοδότηση εισαγωγών από τις ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες της Ευρώπης.

Οι κοινοτικές επιδοτήσεις, συνεπώς, και ο ξένος δανεισμός ήταν το αντίτιμο των τεράστιων κερδών που απεκόμισαν οι ισχυροί της Ευρώπης από την αποβιομηχάνιση της Ελλάδας και το ξεπούλημα της Ελλάδας σε αυτούς.

Οι ισχυροί της Ευρώπης, με πρώτη τη Γερμανία, κερδοσκόπησαν αγρίως με την αποβιομηχάνιση της χώρας μας και το ξεπούλημα των οικονομικών της δομών.

Από τα υπερκέρδη αυτά μας επιδοτούσαν και μας δάνειζαν για καταναλωτικούς σκοπούς και όχι παραγωγικούς για να μας ρίξουν ακόμα πιο βαθιά στον αδιέξοδο φαύλο κύκλο, συνακόλουθα σε μεγαλύτερη καταλήστευση και υποταγή.

Επιδοτήσεις και δανεισμός για μια εικονική ρευστότητα ΧΩΡΙΣ ΑΝΤΙΚΡΙΣΜΑ παραγωγής.

Με πιο απλά λόγια: Από αυτά που μας είχαν ληστέψει μας έδιναν ένα μέρος σε επιδοτήσεις και δάνεια για να ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ τους υπερεθνικούς κολοσσούς: Hochtief, Siemens, Μirage, Mercedes, Miele,…

Από την καταλήστευση αυτή διογκώθηκε και το καθεστώς της μίζας και των ποικίλων μορφών διαφθοράς…

Ζήτημα 2ον

Με το ξέσπασμα της κρίσης οξύνθηκε ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής, συνακόλουθα μεταξύ Ευρώ και δολαρίου.
Όπως έχουμε αναλύσει πολλές φορές, σε τέτοιες καταστάσεις κλαδεύονται τα αδύνατα κλαδιά. Η Ελλάδα μοιραία ήταν ο αδύνατος κρίκος στην ΕΕ, έτσι την είχαν καταντήσει.
Η Ασφάλεια των ευρωπαϊκών τραπεζών κινδύνευε γιατί είχαν συσσωρεύσει πλαστικό χρήμα, δηλαδή ελληνικά κρατικά ομόλογα, από τις επιδοτήσεις και τους δανεισμούς προς την Ελλάδα.
Ο κλυδωνισμός των ευρωπαϊκών τραπεζών και η ΑΜΕΣΗ χρεοκοπία της Ελλάδας δεν θα τίναζε στο αέρα μόνο το Ευρώ, αλλά και το παγκόσμιο νομισματικό σύστημα.

Έπρεπε, συνεπώς, η Ελλάδα να θυσιαστεί σαν Ιφιγένεια (αύριο την ίδια τύχη θα έχουν και οι αδύνατοι καπιταλισμοί του Νότου) και να οδηγηθεί σε μια «ελεγχόμενη πτώχευση», ώστε να προλάβουν να απαλλαχτούν από τα αφερέγγυα ελληνικά ομόλογα οι Τράπεζες, χρεώνοντας αυτή την «απαλλαγή», δηλαδή την εξόφληση των ομολόγων, στην ίδια την Ελλάδα.
Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν ήταν το εξωτερικό χρέος μας (όλες οι χώρες έχουν παρόμοια χρέη) αλλά το γεγονός ότι αποτελούσαμε τον αδύνατο κρίκο στην αλυσίδα των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.

Το μένος των Γερμανών εναντίον μας δεν οφείλεται σε ψυχολογικά κίνητρα: Την κατάρρευση των τραπεζών τους φοβήθηκαν και τη διάλυση του Ευρώ.

Η προπαγανδιστική υστερία για τη διαφθορά, την «τεμπελιά» και άλλου τέτοιου είδους γλυκερές ηθικολογίες ήταν παραμύθια για να νανουρίζουν τους αφελείς…

Η ΟΥΣΙΑ ήταν η θυσία της Ελλάδας για να διασωθεί το τραπεζικό σύστημα και το ευρώ, να ξεζουμιστούμε ακόμα πιο πολύ και να αποπληρωθούν τα ΟΜΟΛΟΓΑ που λήγουν στην επόμενη τριετία…
Το πακέτο σωτηρίας μας δίνεται λοιπόν γα να πάει, όχι σε κάποια παραγωγική δομή ή ανάπτυξη της ζήτησης, αλλά για να αποπληρώσουμε τα ομόλογα που λήγουν στην επόμενη τριετία και τα έχουν ως βραδυφλεγή βόμβα στους ισολογισμούς των ευρωπαϊκών τραπεζών. Να σώσουμε δηλαδή τις Τράπεζες και το σύστημά τους…

Ζήτημα 3ον

Η τρόικα και το Μνημόνιο επιβλήθηκαν από τους διεθνείς μηχανισμούς του χρήματος ακριβώς για να ελεγχθεί αυτή η διαδικασία (να φεύγουν όλα τα λεφτά έξω) και να εφαρμοστούν ΠΙΣΤΑ τα μέτρα της ολοκληρωτικής αφαίμαξης της ελληνικής κοινωνίας, της ισοπέδωσης των πάντων και του τελικού ξεπουλήματός της, για να αποπληρωθούν τα αφερέγγυα ομόλογά μας…

ΟΤΑΝ ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, σε δύο ή τρία χρόνια, τότε θα ΕΠΙΚΥΡΩΘΕΙ και πτώχευση της Ελλάδας από τους διεθνείς ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς και θα πεταχτεί έξω από το Ευρώ…

Εν τω μεταξύ όλη η Ελλάδα θα έχει υποθηκευτεί και κάθε αδυναμία πληρωμής θα σημαίνει το πέρασμα της εθνικής της περιουσίας, του εδάφους και του υπεδάφους, καθώς και των εθνικών συνόρων της στα χέρια των διεθνών αρπακτικών.
Source: City Press

Πώς οδηγηθήκαμε στην αποβιομηχάνιση

Tης Ρίτας Ζαχαριάδου

Την ώρα τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης περιορίζονται σε ανακοινώσεις που αφορούν τις νέες απεργιακές κινητοποιήσεις, το αμερικανικό κανάλι CNN προβάλλει prime time τις επαγγελματικές ευκαιρίες στη γειτονική χώρα των Σκοπίων, την οποία αποκαλεί «Μακεδονία», και προτρέπει διά στόματος του πρωθυπουργού των Σκοπίων Νίκολα Γκρουέφσκι τους υποψήφιους επενδυτές να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες και το φιλόξενο κλίμα που προσφέρει η τοπική κυβέρνηση για τη δημιουργία εταιρειών σε χρόνο λιγότερο από 24 ώρες, με φορολόγηση που δεν ξεπερνά το 10%.



Ενώ οι Έλληνες επαγγελματίες μετρούν καθημερινά την απώλεια εκατοντάδων θέσεων εργασίας με το κλείσιμο παραγωγικών εγκαταστάσεων απανταχού της χώρας, το υπάρχον επιχειρηματικό δυναμικό δείχνει προβληματισμένο για τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση διαχειρίζεται τη σημερινή ύφεση.

Μεταξύ 15%30% υπολογίζεται η μείωση της απασχόλησης, σύμφωνα με την ΕΣΥΕ, σε κλάδους μεταποίησης όπως ξυλεία/βιομηχανία επίπλων, τρόφιμα-ποτά και καπνός. Οι νομοί Αχαΐας, Ημαθίας Μαγνησίας αλλά και η περιοχή της Θράκης έχουν πληγεί σοβαρά από την αποβιομηχάνιση των τελευταίων είκοσι χρόνων.

Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, στην οποία οι δραστηριότητες του δημόσιου τομέα καλύπτουν το 40% του ΑΕΠ, κλάδοι όπως η ενέργεια, οι επικοινωνίες, οι μεταφορές, η μεταποίηση, ο τουρισμός αποτελούν «εξαρτήματα» του κυβερνητικού οικονομικού μοντέλου, που καθοδηγείται επί δεκαετίες από συντεχνιακά συμφέροντα πνίγοντας κάθε άλλη επιχειρηματική πρωτοβουλία. Σε τεντωμένο σχοινί παραμένουν οι σχέσεις κράτους και βιομηχανίας, την ώρα που ο κρατικός μηχανισμός εξακολουθεί ασφυκτικά να ελέγχει κάθε επενδυτική δραστηριότητα με όποιο τίμημα. Σε κατάσταση βιομηχανικού κραχ έχουν περάσει είτε περνούν σταδιακά πολλές βιομηχανικές ζώνες της χώρας μεταξύ των οποίων της Πάτρας, του Βόλου και της Βορείου Ελλάδας.

Πρωτεργάτες της αντίδρασης τα συνδικάτα
ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ και πολιτικοί φορείς από κοινού στήριξαν το μηχανισμό αποβιομηχάνισης του τόπου, με τη συστράτευση μεγάλου αριθμού συνδικαλιστών, με σκοπό να εξασφαλίσουν ίδιον πολιτικό όφελος. Ήρθε μάλιστα και η «χρυσή εποχή» με αίτημα για 35ωρο -7ωρο5ήμερο πλήρους απασχόλησης, με πλήρεις αποδοχές και πλήρη ασφάλιση.

Την περίοδο εκείνη οι κυβερνήσεις ΝΔ – ΠΑΣΟΚ χαϊδεύανε τα αφτιά των συνδικαλιστών και υπόσχονταν σταδιακή αλλαγή· την ίδια ώρα που η Πορτογαλία και η Ισπανία επιδίωκαν το μεγάλο άλμα της ένταξης στην ΕΟΚ και του εκβιομηχανισμού των χωρών της Ιβηρικής χερσονήσου. Σύντομα τα πρώτα μηνύματα αποβιομηχάνισης έκαναν την εμφάνισή τους, καθώς οι αναρίθμητες επιδοτήσεις από τα πακέτα Ντελόρ εξωράιζαν το νέο μοντέλο της ελληνικής περιφέρειας.

Πρωτοπόροι στον τομέα της ελληνικής βιομηχανίας υπήρξαν όλες τις εποχές, καθώς σημαντικός αριθμός επιχειρήσεων επένδυσε στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό, στην ποιότητα και στην καινοτομία σε νέα προϊόντα. Εντούτοις, η διάχυτη καχυποψία απέναντι στις επιχειρήσεις και η δαιμονοποίηση του κέρδους είναι ριζωμένες από τις αρχές του περασμένου αιώνα εξαιτίας των ανατροπών και των ανακατατάξεων που προκαλούσε η επιχειρηματική κοινότητα· εξακολουθούν, δε, να μην γίνονται εύκολα αποδεκτές από τις κοινωνίες και τους πολιτικούς.

Από την πλευρά του ελληνικού κράτους καταγραφόταν έντονη η αδυναμία προγραμματισμού και η κατασπατάληση των τεράστιων πόρων που εισέρρευσαν την τελευταία 20ετία στο πλαίσιο της Ε.Ε., προκαλώντας την έλλειψη κοινωνικής εμπιστοσύνης.

H ΤΕΟΚΑΡ άνοιξε το χορό των λουκέτων το ’80
ΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ των επιχειρήσεων ΤΕΟΚΑΡ έστειλε στην ανεργία 420 εργαζόμενους, σε μια περίοδο μάλιστα όπως η δεκαετία του ‘80 οπότε η NISSAN επιθυμούσε διακαώς τη βιομηχανική παρουσία της στην Ευρώπη με αντάλλαγμα την εργασιακή ειρήνη.

Το αποτέλεσμα ήταν ο ιαπωνικός όμιλος να μεταφέρει τις δραστηριότητές του στην Αγγλία και η βιομηχανική Θεσσαλία να γνωρίζει την απαξίωση. Ακολούθησε το κλείσιμο και άλλων μονάδων από ποικίλους κλάδους σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας όπως: Βαμβακουργία, ΒΙΟΑΛ, ΣΕΞ ΑΠΗΛ, Κλωστήρια Φιλιατών, ΡΟΚΑ. Στη συνέχεια ακολούθησαν ο Σκαλιστήρης στο Μαντούδι, και οι OPEL, IDEALSTANDARD. Η πώληση των Τσιμέντων Χαλκίδας, αλλά και των μεταλλείων πρώην Σκαλιστήρη, το κλείσιμο των Μεταλλείων Φωκίδας, ΕΛΒΟ, των Φωσφορικών Λιπασμάτων, το λουκέτο στα Πλαστικά Καβάλας συμφερόντων ομίλου Πετζετάκη, και των Μεταλλείων Χαλκιδικής, το κλείσιμο των γραμμών παραγωγής της Βιαμύλ, της Siemens, η αποχώρηση των Καναδών από το Αλουμίνιον της Ελλάδος.

Αποχώρησαν περίπου 3.500 βιοτεχνίες
ΠΑΝΩ από 3.500 κλωστοϋφαντουργικές επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων δραστηριοποιούνται στο Πετρίτσι και σε άλλες περιοχές στη Βουλγαρία και σε άλλες χώρες των Βαλκανίων. Οι όμιλοι Λαναρά – Αργυρού έκαναν τον κύκλο τους βάζοντας λουκέτο στα Κλωστήρια Αττικής, στις Πειραϊκή – Πατραϊκή, Κλωνατέξ, Tricolan, Ολυμπιακή και Kλωστήρια Β’ Ναούσης γράφοντας ουσιαστικά τον επίλογο της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας και οδηγώντας μια μεγάλη κατηγορία εργατών στην ανεργία.

Ανεργία πάνω από 50% στη Νάουσα
ΤΟ ΑΛΛΟΤΕ «Μάντσεστερ των Βαλκανίων» όπως ονομάστηκε η Νάουσα, όπου το 1874 ιδρύθηκε το πρώτο εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας στα Βαλκάνια, σήμερα εμφανίζει ανεργία της τάξεως του 50%. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας 44.000 θέσεις εργασίας χάθηκαν στην κλωστοϋφαντουργία ενώ τη διετία 2003-2004 έχουν απολυθεί 28.700 εργαζόμενοι.

Οι σχέσεις κράτους και βιομηχάνων
ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ κράτους και βιομηχανίας, η αδυναμία εξεύρεσης ισορροπίας μεταξύ κρατικής ρύθμισης και οικονομίας της αγοράς, η υψηλή κρατική παρεμβατικότητα στην οικονομία, παραμένουν μερικά από τα μεγάλα στοιχήματα της ελληνικής οικονομίας. Μια χώρα που όχι μόνο στερείται κατάλληλου επιχειρηματικού και φορολογικού περιβάλλοντος αλλά και βιομηχανικής παράδοσης, κατάρτισης και τεχνογνωσίας. Παρά τις πρόσφατες εκκλήσεις προς την κυβέρνηση από μέρους των βιομηχάνων να δημιουργηθεί «Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών» κοντά στα βόρεια σύνορα, έτσι ώστε το κύμα μετεγκατάστασης να συγκρατηθεί, η πολιτεία απάντησε με απανωτές μεταρρυθμίσεις της εργατικής νομοθεσίας, με αποτέλεσμα οι κρατικές επιδοτήσεις για παραγωγικές επενδύσεις να σπαταληθούν στη μετεγκατάσταση των μονάδων σε χαμηλού κόστους περιοχές, κυρίως στη Μακεδονία και τη Θράκη.

Επανασχεδιασμός
Τον επανασχεδιασμό του αναπτυξιακού μοντέλου καλείται να αναλάβει η κυβέρνηση υπό την πίεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου παρά την άρνηση του εγχώριου τραπεζικού κλάδου να επιχορηγήσει επιχειρηματικά σχέδια, που βρίσκονται ερμητικά κλεισμένα στα συρτάρια των χρυσοκάνθαρων του πιστωτικού lobby.

Σε μια νέα περίοδο έντονης επιχειρηματικής ανασφάλειας, η αρνητική στάση των κάθε μορφής συνδικαλιστικών φορέων απέναντι σε νέες ρυθμίσεις στα εργασιακά προκαλεί αρρυθμία στην αγορά και υπονομεύει την προσπάθεια εξόδου από την ύφεση. Η ελληνική βιομηχανία αναπτύχθηκε στη σκιά ενός βουλιμικά παρεμβατικού κράτους, την προστασία του οποίου ωστόσο ενίοτε διεκδίκησε και η ίδια σε περιόδους κρίσης. Την ώρα που η ελληνική βιομηχανία καταγράφει σημαντικές απώλειες σε όλους τους κλάδους μεταποίησης όπως υποδήματα, τρόφιμα, χαρτοβιομηχανία, καπνός, ξύλο, οι απεργιακές κινητοποιήσεις επιταχύνουν τις διαδικασίες διακοπής κάθε ξένης επενδυτικής δραστηριότητας στην Ελλάδα.

Άλλωστε η χώρα διεκδικεί μόλις την 48η θέση το 2010 σε ό,τι αφορά την «Οικονομική Αποδοτικότητα» και την 54η στον τομέα της «Επιχειρηματικής Αποτελεσματικότητας», ενώ άγνωστο παραμένει το σκηνικό που θα διαμορφωθεί έως το τέλος του 2010.

Διέξοδο αναζητεί η ΛΑΡΚΟ
Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΑΡΚΟ σήμερα αναζητεί λύση για την επιβίωσή της. Η άλλοτε κραταιά ναυαρχίδα του ομίλου Μποδοσάκη με τους 1.300 εργαζόμενους, είναι μια αμιγώς ελληνική εταιρεία και από τις πέντε μεγαλύτερες παραγωγούς σιδηρονικελίου στον κόσμο. Είναι από τις λίγες σημαντικές βιομηχανίες στρατηγικής σημασίας που εξακολουθούν να λειτουργούν στη χώρα μας χωρίς όμως στρατηγικό σχεδιασμό.

Η πώληση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, άλλοτε ελληνικής μονάδας, της δεύτερης μεγαλύτερης μετά τη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη της Νορβηγίας, που έφτασε να «πουληθεί» με συμβολικό τίμημα στην γερμανική HDW αφού είχε γίνει βρόχος για το Δημόσιο, είναι ενδεικτική. Η Ε.Ε. προσέφυγε κατά της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παράνομες ενισχύσεις 230 εκατ. ευρώ που χορηγήθηκαν στα ναυπηγεία από το ελληνικό κράτος και την τότε κρατικής ιδιοκτησίας τράπεζα ΕΤΒΑ υπό μορφή δανείων και εγγυήσεων.

Πώς έφυγε η Pirelli για την Τουρκία
ΣΥΝΤΡΙΠΤΙΚΑ ΠΛΗΓΜΑΤΑ την τελευταία εικοσαετία δέχτηκε και η περιοχή της Αχαΐας, όπου η βιομηχανική αφαίμαξη οδήγησε στην ανεργία χιλιάδες άτομα. Αρχής γενομένης από την Pirelli, μια βιώσιμη μονάδα παραγωγής ελαστικών που «σφραγίστηκε» πριν από είκοσι χρόνια εξαιτίας των πολυήμερων απεργιακών κινητοποιήσεων που οδήγησαν σε ρήξη τις σχέσεις με την εργοδοσία με συνέπεια να μείνουν χωρίς δουλειά 500 άτομα.

Η ιταλική πολυεθνική ήλθε στη βιομηχανική ζώνη της Πάτρας κατόπιν συμφωνίας Ανδρέα Παπανδρέου και Λεοπόλντο Πιρέλι, για να καταλήξει λίγα χρόνια να μετεγκατασταθεί στη γειτονική Τουρκία. Η «Πειραϊκή – Πατραϊκή» (4.000 εργαζόμενοι), η χαρτοβιομηχανία «Λαδόπουλου» (1.200 εργαζόμενοι), η «Ελλάς ΑΕ» (120 εργαζόμενοι), έκλεισαν. Η μεταφορά των δραστηριοτήτων της πολυεθνικής «Barilla» ήταν θέμα χρόνου. Η καλτσοβιομηχανία «Μάντισον» (250 εργαζόμενοι), η οινοποιία «ΒΕΣΟ» (300 εργαζόμενοι), η «Ντρέσκο» (200 εργαζόμενοι) είναι μερικές από τις γνωστές εταιρείες που είτε έφυγαν από την περιοχή είτε κατέβασαν ρολά οριστικά. Λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα, στο Αίγιο, έκλεισαν η «Χαρτοποιία Αιγίου» (550 εργαζόμενοι), η μονάδα ενδυμάτων «Ρετσίνα» (300 εργαζόμενοι) και μια σειρά άλλες μικρότερες επιχειρήσεις. Προκαλεί θλίψη η καταμέτρηση των παραγωγικών απωλειών, που συνεχίζονται και επί των ημερών μας.

Source : The Netwar