Ι.1. Η Ιδρυτική Σχολή της Γεωπολιτικής: Γερμανική Γεωγραφική Σχολή.
Ως γνωστόν, ιδρυτής της πρώτης Σχολής Γεωπολιτικής Διεθνώς, δηλαδή της Γερμανικής Γεωπολιτικής Σχολής, είναι ο Γερμανός Γεωγράφος FriedrichRatzel (1844 – 1904), ο οποίος ανέπτυξε την έννοια της «Πολιτικής Γεωγραφίας/Politische Geographie» αναγνωρίζοντας την επιστημονική προέλευση της γεωπολιτικής αναλύσεως στην Επιστήμη της Γεωγραφίας. Ο Ratzel ανέπτυξε τις θεωρίες του όντας καθηγητής της έδρας της Γεωγραφίας στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο (Πολυτεχνείο) του Μονάχου και εν συνεχεία στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας.
Συμφώνως λοιπόν προς τον Friedrich Ratzel η Γεωπολιτική είναι «Η Γεωγραφία στην Υπηρεσία της Πολιτικής του Κράτους». Αυτήν την έννοια έδωσε στον όρο «Πολιτική Γεωγραφία» ο Ratzel με το έργο του Politische Geographie (πλήρης τίτλος: Πολιτική Γεωγραφία ή Γεωγραφία των Κρατών, του Εμπορίου και των Πολέμων). Και μόνον ο πλήρης τίτλος του κεφαλαιώδους σημασίας θεωρητικού αυτού έργου δηλώνει την θεμελίωση της Γεωπολιτικής αναλύσεως στην Επιστήμη της Γεωγραφίας, της Οικονομίας και της Πολεμολογίας.
Από το έργο του Ratzel τον οποίον θαύμαζε, εμπνεύστηκε ο σουηδός Rudolf Kjellen, Καθηγητής των Πολιτικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο της Ουψάλας και του Γκέτεμποργκ και γεωγράφος, ο οποίος χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο «Γεωπολιτική» στο έργο του «Το Κράτος ως Μορφή Ζωής» (1916)
Ο διασημότερος από τους Γερμανούς θεωρητικούς και θεμελιωτές της Γεωπολιτικής και επίσης πνευματικό τέκνο του γεωγράφου F. Ratzel είναι ο επίσης γερμανός Γεωγράφος Karl Haushofer (1869 – 1946), που και αυτός, κατείχε την έδρα της Γεωγραφίας στο Πολυτεχνείο του Μονάχου. Ο Καθηγητής Haushoffer έγραφε το 1920 ότι: «Η Γεωπολιτική θα είναι και πρέπει να είναι η γεωγραφική συνείδηση του κράτους. Το αντικείμενό της είναι η μελέτη των μεγάλων ζωτικών συσχετίσεων του σύγχρονου ανθρώπου στο πλαίσιο του σύγχρονου χώρου και ο σκοπός της είναι ο συντονισμός των φαινομένων που συνδέουν το κράτος με το χώρο».
Ι.2.. Η Αγγλοσαξονική Γεωγραφική Σχολή της Γεωπολιτικής.
Ιδρυτής της Αγγλοσαξονικής Σχολής της γεωπολιτικής, η οποία επηρεάστηκε βαθύτατα από την Γερμανική Γεωγραφική Σχολή σκέψης, υπήρξε ο επίσηςΓεωγράφος Sir Halford Mackinder (1861 – 1947) και Μέλος της Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας του Λονδίνου, ο οποίος και ίδρυσε τη Σχολή της Γεωγραφίας στο London School of Economics (LSE), τονίζοντας και αυτός με τη σειρά του, με την ένταξη της γεωπολιτικής στο πλαίσιο των Οικονομικών Επιστημών, την Οικονομικο-γεωγραφική διάσταση της αγγλοσαξωνικής Σχολής Γεωπολιτικής Σκέψης. Θεμέλιο της θεωρίας του Mackinder ήταν το περιβόητο άρθρο TheGeographical Pivot of History, του οποίου και μόνον η ανάγνωση του τίτλου αναδεικνύει την επιστημονική πεποίθηση του Sir Halford να θέσει τη Γεωγραφία στο επίκεντρο της διαδικασίας διαχρονικής διαμόρφωσης των διεθνών σχέσεων.
Συνεχιστής της σκέψης του Mackinder, στο πλαίσιο της Αγγλοσαξονικής γεωπολιτικής ανάλυσης, είναι ο Αμερικανός καθηγητής του Πανεπιστημίου του Γέηλ,Nickolas Spykman (1893 – 1943), του οποίου ο τίτλος του σημαντικότερου και ιστορικού έργου του, “Geography of the Peace”, είναι χαρακτηριστικός όσον αφορά την επιστημολογική θεμελίωση της γεωπολιτικής στο επιστημονικό και μεθοδολογικό πλαίσιο της Γεωγραφίας.
Παραθέτουμε μερικούς ακόμη ορισμούς της Γεωπολιτικής, σύγχρονων αγγλοσαξώνων θεωρητικών που αναδεικνύουν σαφέστατα τη Γεωγραφική επιστημολογική θεμελίωση της Γεωπολιτικής αναλύσεως:
1) Ο Saul Cohen (Geography and Politics in a World Divided, 1963) έγραφε ότι:
«Η πεμπτουσία της Γεωπολιτικής είναι η μελέτη της υφισταμένης σχέσεως μεταξύ της διεθνούς πολιτικής της ισχύος και των αντιστοίχων γεωγραφικών χαρακτηριστικών, κυρίως δε αυτών των γεωγραφικών χαρακτηριστικών επί των οποίων αναπτύσσονται οι πηγές της ισχύος» .
«Η πεμπτουσία της Γεωπολιτικής είναι η μελέτη της υφισταμένης σχέσεως μεταξύ της διεθνούς πολιτικής της ισχύος και των αντιστοίχων γεωγραφικών χαρακτηριστικών, κυρίως δε αυτών των γεωγραφικών χαρακτηριστικών επί των οποίων αναπτύσσονται οι πηγές της ισχύος» .
2) Ο Robert Harkavy: θεωρεί ότι: «Η Γεωπολιτική είναι η χαρτογραφική [Σ.Σ.: άρα γεωγραφική] αναπαράσταση των σχέσεων μεταξύ των κυρίων αντιτιθεμένων δυνάμεων».
3) Συμφώνως προς τον Ladis Kristof:«Ο σύγχρονος θεωρητικός της Γεωπολιτικής δεν επισκοπεί το γεωγραφικό χάρτη της Γης για να διακρίνει τι μας υπαγορεύει η φύση να κάνουμε, αλλά τι μας συμβουλεύει η φύση να κάνουμε με δεδομένες τις προτιμήσεις μας»[2].
Ι.3. Η Γαλλική Γεωγραφική Σχολή της Γεωπολιτικής.
Η ίδια αντίληψη επικρατεί και στην Γαλλική Σχολή της Γεωπολιτικής αναφορικά με την επιστημολογική της θεμελίωση στο γνωστικό πεδίο της Γεωγραφίας. Παράδειγμα λαμπρό αποτελεί ο ορισμός του σύγχρονου Γάλλου Γεωγράφου-Γεωπολιτικού Michel Foucher (Sorbonne I), ο οποίος αναφέρει ότι: «Η Γεωπολιτική είναι μια συνολική μέθοδος γεωγραφικής αναλύσεως συγκεκριμένων κοινωνικο-πολιτικών καταστάσεων αντιμετωπιζομένων στο γεωγραφικό τους πλαίσιο συνδυαζόμενη με τις συνήθεις βιοθεωρήσεις που τις χαρακτηρίζουν»[3].
O γάλλος γεωγράφος Pascal Lorot, γράφει χαρακτηριστικά κάτι που δεν αφήνει καμία αμφιβολία για τη σχέση Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής: “LaGéopolitique est la fille de la Géographie”, δηλαδή «Η Γεωπολιτική είναι η κόρη της Γεωγραφίας»[4].
Είναι γεγονός, ότι στην Γαλλική Σχολή της Γεωπολιτικής, η επιστημονική θεμελίωση εντοπίζεται αποκλειστικά και μόνον στην επιστήμη της Γεωγραφίας. Όλοι οι Γάλλοι Γεωπολιτικοί έχουν ως βασικές σπουδές τους την Γεωγραφία. Αναφέρω τα παραδείγματα των:
1) τον Γεωγράφο Albert Demangeon (1872-1940) απόφοιτο της École Normal ο οποίος είχε ως δάσκαλο τον μέγιστο των Γάλλων Γεωγράφων, τονVidal de La Blache,
2) τον Γεωγράφο Jacques Ancel (1879-1943), τον θεμελιωτή της Γαλλικής Σχολής της Γεωπολιτικής, ο οποίος αντιπάλεψε τον όρο «Γεωπολιτική», λέγοντας ότι «πρόκειται απλώς για ένα κούφιο νεολογισμό, ο οποίος σημαίνει απλούστατα: Πολιτική Γεωγραφία» και
3) τον Γεωγράφο, Yves Lacoste, ο οποίος διδάσκει και σήμερα στο Paris-VIII, Saint Denis, Sorbonne Nouvelle, και ο οποίος θεωρείται ο πατέρας της σύγχρονης Γεωπολιτικής ανάλυσης στη Γαλλία. Πρόκειται για τον ιδρυτή του επιστημονικού Γεωγραφικού-Γεωπολιτικού περιοδικού Herodote (το όνομα του Έλληνα Γεωγράφου και Ιστορικού) το οποίο έχει ως υπότιτλο, από το 1983 και μετά: «Επιθεώρηση Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής/Revue de Géographie et de Géopolitique». ΟLacoste την ορίζει και αυτός, όπως ο επιφανής γερμανός ιδρυτής της, ο Ratzel, ως εξής «...η Γεωπολιτική μας επιτρέπει να έχουμε μια “αφ’ υψηλού καθολική εικόνα της πραγματικότητος’’» και δηλώνοντας ότι δεν πρόκειται για ιδιαίτερη επιστήμη αλλά «ούτε για κάποιας μορφής κανονιστική έρευνα» καταλήγει στο πολύ ενδιαφέρον συμπέρασμα ότι «Πρόκειται για μια τεχνολογία/τεχνογνωσία ανάλυσης του γήινου χώρου [Γεωγραφία συνεπώς] και των αντιπαραθέσεων που λαμβάνουν χώρα στην επιφάνειά του [Βλ. Γεωγραφικούς Χώρους, κατωτέρω], που σκοπό έχει την καλύτερη εμβάθυνση στο μυστήριο των συμβαινόντων, ώστε να είμαστε σε θέση να αντιδρούμε ή να δρούμε αποτελεσματικά ως προς αυτά»[5].
Προκύπτει λοιπόν αβίαστα ότι και για τον Lacost, αλλά και για τον τον Jacques Ancel, η Επιστήμη είναι η Γεωγραφία, ενώ η Γεωπολιτική είναι “μια τεχνική ανάλυσης των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων στο Φυσικό Χώρο”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου