Μάριος Ευρυβιάδης
Στην εκπομπή «Κωδικός Ευρώπη» της 21ης Νοεμβρίου της κρατικής τηλεόρασης (ΡΙΚ) κατατέθηκε η θέση – άποψη ότι:
(α) «χωρίς λύση» του Κυπριακού δεν μπορούν να «φθάσουν» στην Ευρώπη (και στις αγορές) τα όποια ενεργειακά πλεονάσματα της Κύπρου
(β) ότι η «πιο οικονομική λύση» για τη διάθεση των πλεονασμάτων στις αγορές είναι «μέσω Τουρκίας».
Την παραπάνω θέση – άποψη, κατέθεσε ο Πάνος Παπαναστασίου (Π.Π.), επικεφαλής της νεοσύστατης από την κυβέρνηση Χριστόφια «Συμβουλευτικής Ομάδας Εμπειρογνωμώνων για Υδρογονάνθρακες».
Η Ομάδα αυτή συστάθηκε για να συμβουλεύει επιστημονικά και αντικειμενικά, αλλά όπως ωστόσο προκύπτει από τη δημόσια τουλάχιστον τοποθέτηση του επικεφαλής της ομάδας και πολιτικά, την κυβέρνηση ως προς τις επιλογές της αναφορικά με το ζήτημα της εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων από την κυπριακή ΑΟΖ.
Παρά την λογικοφάνειά τους και οι δυο παραπάνω τοποθετήσεις είναι λανθασμένες. Και αφήνω κατά μέρος κατά πόσο η Ομάδα, ή κατ’ ιδίαν τα μέλη της νομιμοποιούνται να ξεφεύγουν από τους «τεχνοκρατικούς», υποθέτω, όρους εντολής τους και να καταθέτουν πολιτικές θέσεις και απόψεις.
Θ’αρχίσω από τη δεύτερη τοποθέτηση, την «οικονομική» για να καταδείξω, με οικονομικά δεδομένα, ότι όχι μόνο δεν είναι «οικονομική» αλλά ότι είναι εξόχως πολιτική. Και δεν αναφέρομαι καν στην τοποθέτηση του κ. Π.Π. Αναφέρομαι στην εξόχως πολιτική και στρατηγική απόφαση της Ουάσιγκτον, που άρχισε να υλοποιείται τη δεκαετία του 1990 και συνεχίζεται, για τη μετατροπή της Τουρκίας σε ενεργειακό κόμβο (energy hub), μια απόφαση που συγκρούετο, τότε, μετωπικά με τα διεθνή οικονομικά δεδομένα (αγορά και ζήτηση) και η οποία συνεχίζεται ακόμα και σήμερα να συγκρούεται με τα δεδομένα αυτά.
Συγκεκριμένα αναφέρομαι και περιορίζομαι, για να μην κουράζω, στην κατασκευή του αγωγού Μπακού – Τιφλίδα – Τσεϊχάν (Baku – Tiflis – Ceyhan – BTC) που κατασκευάστηκε κατόπιν επίμονης των ΗΠΑ (εγκαινιάσθηκε από τον Πρόεδρο Κλίντον) παρά την αντίθεση όλων κυριολεκτικά των μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών του κόσμου. Αρκεί κάποιος να ανατρέξει στη συζήτηση της εποχής προς επιβεβαίωση. Γιατί αντιτίθεντο οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες; Διότι ο αγωγός BTC δεν πληρούσε κανένα οικονομικό κριτήριο κόστους (return on investment) και μελλοντικής οικονομικής βιωσιμότητας (επαρκής τροφοδότηση). Ποια οδός ήτανε η οικονομικά πιο συμφέρουσα και μακρόχρονα η πιο βιώσιμη; Η γεωγραφία μας δίδει την απάντηση: το Ιράν.
Η Ουάσιγκτον ως αυτοκρατορική (imperial) χώρα με αυτοκρατορική στρατηγική (που μεταφραζόμενη σημαίνει πολιτικό και οικονομικό έλεγχο – imperialism) χτύπησε τότε, και συνεχίζει να χτυπά και σήμερα, σε τρία ταμπλώ.
-Απομόνωση του Ιράν, με στρατηγικό στόχος την ανατροπή του καθεστώτος του Μουλλάδων,
-Απομόνωση της Ρωσίας, για μια σειρά από ευνόητους αλλά και μη ευνόητους λόγους –πολιτικο-οικονομικούς και στρατηγικούς, και, τέλος,
-ενίσχυση της Τουρκίας.
Τη δεκαετία του 1990 η τελευταία πελαγοδρομούσε διότι με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου (και παρά τον πρώτο πόλεμο κατά του Σαντάμ που τη βοήθησε) έχανε το παραδοσιακό στρατηγικό της ρόλο που κατείχε στη διπολική αντιπαράθεση του Ψυχρού Πολέμου. Να θυμίσω επίσης ότι η τουρκική οικονομία είχε τα κακά της χάλια, φτάνοντας επανειλημμένα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας από την οποία σώθηκε χάριν και πάλι της Ουάσιγκτον.
Η κατασκευή του αγωγού BTC υπήρξε αποτέλεσμα ενός Αμερικανού πολιτικού diktat και, κατ’ επέκταση η μετατροπή της Τουρκίας σε ενεργειακό κόμβο υπήρξε μια εξόχως πολιτική απόφαση και όχι οικονομική. Οι αμερικανικές εταιρείες πετρελαίου τελικά συναίνεσαν διότι πήραν άλλα ανταλλάγματα μέσα από το αμερικανικό σύστημα (φοροαπαλλαγές, προνομιακή μεταχείριση αλλού κλπ). Αλλά ακριβώς επειδή τα πολιτικά κριτήρια επιβλήθηκαν των οικονομικών και παρά το γεγονός ότι η Τουρκία έχει υπερδραστηριοποιηθεί από τότε για να «τσιμεντώσει» τη θέση της, το μέλλον της ως ενεργειακός κόμβος (πέραν της δικής της εσωτερικής αγοράς) δεν είναι εξασφαλισμένο. Αντίθετα η Τουρκία μπορεί κάλλιστα να περιθωριοποιηθεί, με τις ενεργειακές της υποδομές να καταστούν πλεονάζουσες (redundant, όπως λένε οι οικονομολόγοι).
Η Τουρκία δεν είναι εξασφαλισμένη ως ενεργειακός κόμβος διότι το Ιράν (που με τα τελευταία δεδομένα διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα υγραερίου στον κόσμο, διπλάσια από τον πλησιέστερο) δεν μπορεί να παραμείνει απομονωμένο εσαεί. Θα ανοίξει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
Ας πάρουμε το «καλό» αμερικανικό σενάριο – της ανατροπής των Μουλλάδων. Τι θα γίνει την άλλη μέρα; Θα γίνει ο οικονομικός χαμός. Θα τρέξουν όλοι με πρώτους τους Αμερικανούς (και πολλούς άλλους δυτικούς) και τους υπόλοιπους πετρελαϊκούς γίγαντες Ανατολής και Δύσης, για να παίξουν με το πραγματικό, το οικονομικό παιχνίδι της αγοράς και της ζήτησης. Και μαζί με αυτούς θα τρέξουν και το Αζερμπαϊτζάν και όλα τα «Στάνς» της Κεντρικής Ασίας να τροφοδοτήσουν τις αγορές, τις πεινασμένες αγορές της Ανατολής, μέσω του Ιράν – της, πραγματικά, πιο «οικονομικής λύσης». Και τον «οικονομικό» αγωγό BTC, που θα πρέπει να έχει πληρότητα φορτίου για να βγάλει τα λεφτά του ποιος θα τον τροφοδοτεί; Μήπως η Κύπρος της οποίας η μόνη επιλογή αφού θα έχει αλυσοδεθεί εσαεί στο τουρκικό άρμα για «οικονομικούς» λόγους, θα είναι αυτή του Χόπσον (Hobson’s choice), δηλαδή καμία;
Όσο για το άλλο επιχείρημα εκείνο της πολυπαινεμένης στρατηγικής των πολλαπλών αγωγών όπου παίζει η Τουρκία για τη μη εξάρτηση, «δήθεν», της Ευρώπης από τους Ρώσους εκβιαστές, εδώ μας έχουν επιβάλλει ένα άλλο σουρεαλιστικό παραλογισμό. Αυτό της δήθεν ανάγκης για «ενεργειακή ασφάλεια». Μα τώρα την οικονομική ατμομηχανή της Ευρώπης, τη Γερμανία, ποιος ήδη την τροφοδοτεί, με την πανηγυρική μάλιστα συναίνεση του Βερολίνου; Όχι βέβαια ο αγωγός BTC ή τα μελλούμενα τουρκικά παρακλάδια του. Την τροφοδοτεί η Ρωσία που παρεμπιπτόντως τροφοδοτεί και την Τουρκία!
Θέλετε και έναν επιπρόσθετο παραλογισμό; Η Ευρώπη έχει ήδη ενεργειακή αυτάρκεια μέσω της Ρωσίας, μέσω της Βόρειας Θάλασσας (έρχονται και οσωνούπω και τα αποθέματα της Αρκτικής) μέσω της Βορείου και υποσαχάριας Αφρικής (ελέγχεται τώρα και η Λιβύη). Ταυτόχρονα, όλα τα οικονομικά δεδομένα καταδείχνουν ότι η αυξανόμενη ζήτηση θα μας έρχεται από την Ανατολή, ενώ στη Δύση τρέχουν και εναλλακτικές μορφές ενέργειας. Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, έχουμε τον οικονομικό παραλογισμό να προωθείται, με βαρύγδουπες στρατηγικές τυμπανοκρουσίες και πολιτικές κορώνες, μια στρατηγική μεταφοράς ενεργειακών αποθεμάτων (Κασπίας και Κεντρικής Ασίας) μέσω Τουρκίας στη Μεσόγειο, για να γίνει η επανεξαγωγή τους στην ενεργοβόρα … Ανατολή. Αφήστε που με τα καινούρια δεδομένα η ίδια η μεσογειακή λεκάνη γίνεται αυτάρκης και δυνητικός εξαγωγέας ενέργειας.
Πέραν των παραπάνω, δεν θα πρέπει η κυπριακή κυβέρνηση να προβληματισθεί από το παράδειγμα της συνεργασίας Τουρκίας – Αζερμπαϊτζάν για τη μεταφορά του αζερικού αερίου μέσω Τουρκίας; Η εμπειρία αυτή είναι νωπή. Τουρκία και Αζερμπαϊτζάν, διακηρύττει ο Ερντογάν , «είναι ένα έθνος, δυο κράτη». Αυτό όμως δεν απέτρεψε τους Τούρκους να πατάνε στο λαιμό τα αδέλφια του, τους Αζέρους, από το 2001, όταν εκβιαστικά απέσπασαν πέραν των «διοδίων» διελεύσεις, τιμές αερίου 30% κάτω της αγοράς. Για να αναπνεύσουν από τον αδελφικό εναγκαλισμό της Άγκυρας, οι Αζέροι υπέγραψαν διμερείς συμφωνίες με την Ρωσία, το Ιράν και την Βουλγαρία. Η πρόσφατη συμφωνία Άγκυρας - Αζερμπαϊτζάν, του Οκτωβρίου 2011, περιορίζει αισθητά τις λεόντιες απαιτήσεις της Άγκυρας. Αλλά δεν τις ακυρώνει. Η συμφωνία αυτή έγινε δυνατή και πάλι με δυναμική παρέμβαση της Ουάσιγκτον. Αλλά δεν πρέπει εμάς να μας προβληματίσει η εμπειρία των Αζέρων, με τους καρντάσηδες τους;
Και κάτι τελευταίο. Γιατί δεν υλοποιήθηκε ποτέ ο «αγωγός ειρήνης;», ο αγωγός νερού μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ, όταν οι σχέσεις τους ήταν μέλι – γάλα την δεκαετία του 1990; Στήθηκαν όλες οι υποδομές στο Τουρκικό λιμάνι Τσεϊχάν και σ’ αντίστοιχο στο Ισραήλ. Αγωγός όμως, γιόκ! Η απάντηση βρίσκεται στις ληστρικές και εκβιαστικές αντιλήψεις των Τούρκων επί παντός ζητήματος που νομίζουν ότι έχουν το πάνω χέρι (βλ. σχετικά κείμενό μου «Τουρκία προς ΗΠΑ: Πρέπει να μας πληρώνετε», Φιλελεύθερος της Κυριακής, 23/11/2011).
Τώρα πως η Κύπρος, ακολουθώντας την επιλογή Χόπσον μέσω Τουρκίας, θα υλοποιήσει ταυτόχρονα και τον στρατηγικό της στόχο ο οποίος, κατά δημόσια τοποθέτηση του Υπουργού κ. Συλυκιώτη σε πρόσφατη εκδήλωση στην Αθήνα, είναι η «μετατροπή της σε περιφερειακό ενεργειακό κέντρο», είναι ένα ζήτημα.
Ως προς την πρώτη τοποθέτηση του Π.Π. ότι «χωρίς λύση» τίποτα δεν πρόκειται να γίνει, δημιουργείται κατ’αρχάς ένα επιμέρους ερώτημα: εάν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε προς τι η δημιουργία «Συμβουλευτικής Ομάδας Εμπειρογνωμώνων για Υδρογονάνθρακες» της οποίας είναι επικεφαλής; Για τη διασπάθιση δημοσίου χρήματος και τα πανηγύρια;
Με την Τουρκία βρισκόμαστε όχι λόγω επιλογής μας σε μια, για εμάς, υπαρξιακή σύγκρουση (όχι για τη Μεγάλη, Buyuk, Τουρκία) εδώ και πάνω από μισό αιώνα. Για την Τουρκία δεν υφιστάμεθα ούτε ως κράτος, αλλά ούτε και ως Έλληνες. Είναι «μισό» κράτος η Κύπρος κατά τον ισλαμιστή Πρόεδρό της, τον Μεγάλο (Buyuk) Γκιούλ. Και είμαστε ένα συνονθύλευμα χριστιανών (rum) πρώην υποτακτικών της που πρέπει να γνωρίζουμε τη θέση μας έναντι της Μεγάλης (Buyuk) Τουρκίας. Όπως έγραψα και σε άλλο κείμενό μου («Το Κυπριακό Καραβάνι και ο Μεγάλος Γκιούλ» Φιλελεύθερος, 4 Δεκεμβρίου 2011) η αντίληψη και η εμπεδωμένη για την Τουρκία εικόνα για την Κύπρο και το ρόλο της έναντι της Μεγάλης (Buyuk) Τουρκίας, δεν ξεπερνά τα όρια της σατραπείας. Σατραπεία τους, θέλουν την Κύπρο οι Ισλαμοπασάδες.
«Λύση» θα είχαμε «χθές» , εφόσον εμείς αποδεχόμαστε την τουρκική θεώρηση των πραγμάτων και της ιστορίας. Τουτέστιν να ξέρουμε τη θέση μας και να προσαρμόζουμε τις πολιτικές και οικονομικές συμπεριφορές μας με τη βούληση της Μεγάλης (Buyuk) Τουρκίας. Δεν ζούμε όμως ούτε στον 19ο αιώνα αλλά ούτε και στον 20ο, όπου τέτοιες καταστάσεις επιβάλλοντο δια της βίας και ήταν αποδεκτές. Ζούμε στον 21ο.
Οι μαξιμαλιστικές απαιτήσεις της Άγκυρας επιβάλλουν μια στρατηγική ενίσχυσης του κυπριακού κράτους, με συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων, εφόσον αποδέχονται δημοκρατικές και όχι ρατσιστικές διαδικασίες, ουσιαστικής συμμετοχής τους στα κοινά του τόπου. Η εντόπιση και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων από το κράτος είναι ένα σημαντικό εργαλείο μαζί με άλλα, προς την κατεύθυνση αυτή. Δεν μπορεί το εργαλείο αυτό να εκχωρηθεί στην Άγκυρα λόγω ιδεοληπτικών εκλογικεύσεων του τύπου, «χωρίς λύση» τίποτα δεν γίνεται. Την τουρκική ειρήνη προσπάθησαν ετισθελικά να την επιβάλλουν στο κυπριακό λαό το 2004. Αλλά «το ταξίδι προς τα Σούσα», η καταπληκτική πλειοψηφία του κυπριακού λαού αρνήθηκε να το κάνει.
«Η ειρήνη» διαπιστώνει ο ιστορικός Πολύβιος, «είναι η μεγαλύτερη ευλογία όταν μας εγγυάται την τιμή και τα νόμιμα δικαιώματά μας». Μια τουρκική ειρήνη δεν εγγυάται τίποτα, ούτε καν πρόσκαιρα οικονομικά οφέλη.
Στην εκπομπή «Κωδικός Ευρώπη» της 21ης Νοεμβρίου της κρατικής τηλεόρασης (ΡΙΚ) κατατέθηκε η θέση – άποψη ότι:
(α) «χωρίς λύση» του Κυπριακού δεν μπορούν να «φθάσουν» στην Ευρώπη (και στις αγορές) τα όποια ενεργειακά πλεονάσματα της Κύπρου
(β) ότι η «πιο οικονομική λύση» για τη διάθεση των πλεονασμάτων στις αγορές είναι «μέσω Τουρκίας».
Την παραπάνω θέση – άποψη, κατέθεσε ο Πάνος Παπαναστασίου (Π.Π.), επικεφαλής της νεοσύστατης από την κυβέρνηση Χριστόφια «Συμβουλευτικής Ομάδας Εμπειρογνωμώνων για Υδρογονάνθρακες».
Η Ομάδα αυτή συστάθηκε για να συμβουλεύει επιστημονικά και αντικειμενικά, αλλά όπως ωστόσο προκύπτει από τη δημόσια τουλάχιστον τοποθέτηση του επικεφαλής της ομάδας και πολιτικά, την κυβέρνηση ως προς τις επιλογές της αναφορικά με το ζήτημα της εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων από την κυπριακή ΑΟΖ.
Παρά την λογικοφάνειά τους και οι δυο παραπάνω τοποθετήσεις είναι λανθασμένες. Και αφήνω κατά μέρος κατά πόσο η Ομάδα, ή κατ’ ιδίαν τα μέλη της νομιμοποιούνται να ξεφεύγουν από τους «τεχνοκρατικούς», υποθέτω, όρους εντολής τους και να καταθέτουν πολιτικές θέσεις και απόψεις.
Θ’αρχίσω από τη δεύτερη τοποθέτηση, την «οικονομική» για να καταδείξω, με οικονομικά δεδομένα, ότι όχι μόνο δεν είναι «οικονομική» αλλά ότι είναι εξόχως πολιτική. Και δεν αναφέρομαι καν στην τοποθέτηση του κ. Π.Π. Αναφέρομαι στην εξόχως πολιτική και στρατηγική απόφαση της Ουάσιγκτον, που άρχισε να υλοποιείται τη δεκαετία του 1990 και συνεχίζεται, για τη μετατροπή της Τουρκίας σε ενεργειακό κόμβο (energy hub), μια απόφαση που συγκρούετο, τότε, μετωπικά με τα διεθνή οικονομικά δεδομένα (αγορά και ζήτηση) και η οποία συνεχίζεται ακόμα και σήμερα να συγκρούεται με τα δεδομένα αυτά.
Συγκεκριμένα αναφέρομαι και περιορίζομαι, για να μην κουράζω, στην κατασκευή του αγωγού Μπακού – Τιφλίδα – Τσεϊχάν (Baku – Tiflis – Ceyhan – BTC) που κατασκευάστηκε κατόπιν επίμονης των ΗΠΑ (εγκαινιάσθηκε από τον Πρόεδρο Κλίντον) παρά την αντίθεση όλων κυριολεκτικά των μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών του κόσμου. Αρκεί κάποιος να ανατρέξει στη συζήτηση της εποχής προς επιβεβαίωση. Γιατί αντιτίθεντο οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες; Διότι ο αγωγός BTC δεν πληρούσε κανένα οικονομικό κριτήριο κόστους (return on investment) και μελλοντικής οικονομικής βιωσιμότητας (επαρκής τροφοδότηση). Ποια οδός ήτανε η οικονομικά πιο συμφέρουσα και μακρόχρονα η πιο βιώσιμη; Η γεωγραφία μας δίδει την απάντηση: το Ιράν.
Η Ουάσιγκτον ως αυτοκρατορική (imperial) χώρα με αυτοκρατορική στρατηγική (που μεταφραζόμενη σημαίνει πολιτικό και οικονομικό έλεγχο – imperialism) χτύπησε τότε, και συνεχίζει να χτυπά και σήμερα, σε τρία ταμπλώ.
-Απομόνωση του Ιράν, με στρατηγικό στόχος την ανατροπή του καθεστώτος του Μουλλάδων,
-Απομόνωση της Ρωσίας, για μια σειρά από ευνόητους αλλά και μη ευνόητους λόγους –πολιτικο-οικονομικούς και στρατηγικούς, και, τέλος,
-ενίσχυση της Τουρκίας.
Τη δεκαετία του 1990 η τελευταία πελαγοδρομούσε διότι με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου (και παρά τον πρώτο πόλεμο κατά του Σαντάμ που τη βοήθησε) έχανε το παραδοσιακό στρατηγικό της ρόλο που κατείχε στη διπολική αντιπαράθεση του Ψυχρού Πολέμου. Να θυμίσω επίσης ότι η τουρκική οικονομία είχε τα κακά της χάλια, φτάνοντας επανειλημμένα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας από την οποία σώθηκε χάριν και πάλι της Ουάσιγκτον.
Η κατασκευή του αγωγού BTC υπήρξε αποτέλεσμα ενός Αμερικανού πολιτικού diktat και, κατ’ επέκταση η μετατροπή της Τουρκίας σε ενεργειακό κόμβο υπήρξε μια εξόχως πολιτική απόφαση και όχι οικονομική. Οι αμερικανικές εταιρείες πετρελαίου τελικά συναίνεσαν διότι πήραν άλλα ανταλλάγματα μέσα από το αμερικανικό σύστημα (φοροαπαλλαγές, προνομιακή μεταχείριση αλλού κλπ). Αλλά ακριβώς επειδή τα πολιτικά κριτήρια επιβλήθηκαν των οικονομικών και παρά το γεγονός ότι η Τουρκία έχει υπερδραστηριοποιηθεί από τότε για να «τσιμεντώσει» τη θέση της, το μέλλον της ως ενεργειακός κόμβος (πέραν της δικής της εσωτερικής αγοράς) δεν είναι εξασφαλισμένο. Αντίθετα η Τουρκία μπορεί κάλλιστα να περιθωριοποιηθεί, με τις ενεργειακές της υποδομές να καταστούν πλεονάζουσες (redundant, όπως λένε οι οικονομολόγοι).
Η Τουρκία δεν είναι εξασφαλισμένη ως ενεργειακός κόμβος διότι το Ιράν (που με τα τελευταία δεδομένα διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα υγραερίου στον κόσμο, διπλάσια από τον πλησιέστερο) δεν μπορεί να παραμείνει απομονωμένο εσαεί. Θα ανοίξει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
Ας πάρουμε το «καλό» αμερικανικό σενάριο – της ανατροπής των Μουλλάδων. Τι θα γίνει την άλλη μέρα; Θα γίνει ο οικονομικός χαμός. Θα τρέξουν όλοι με πρώτους τους Αμερικανούς (και πολλούς άλλους δυτικούς) και τους υπόλοιπους πετρελαϊκούς γίγαντες Ανατολής και Δύσης, για να παίξουν με το πραγματικό, το οικονομικό παιχνίδι της αγοράς και της ζήτησης. Και μαζί με αυτούς θα τρέξουν και το Αζερμπαϊτζάν και όλα τα «Στάνς» της Κεντρικής Ασίας να τροφοδοτήσουν τις αγορές, τις πεινασμένες αγορές της Ανατολής, μέσω του Ιράν – της, πραγματικά, πιο «οικονομικής λύσης». Και τον «οικονομικό» αγωγό BTC, που θα πρέπει να έχει πληρότητα φορτίου για να βγάλει τα λεφτά του ποιος θα τον τροφοδοτεί; Μήπως η Κύπρος της οποίας η μόνη επιλογή αφού θα έχει αλυσοδεθεί εσαεί στο τουρκικό άρμα για «οικονομικούς» λόγους, θα είναι αυτή του Χόπσον (Hobson’s choice), δηλαδή καμία;
Όσο για το άλλο επιχείρημα εκείνο της πολυπαινεμένης στρατηγικής των πολλαπλών αγωγών όπου παίζει η Τουρκία για τη μη εξάρτηση, «δήθεν», της Ευρώπης από τους Ρώσους εκβιαστές, εδώ μας έχουν επιβάλλει ένα άλλο σουρεαλιστικό παραλογισμό. Αυτό της δήθεν ανάγκης για «ενεργειακή ασφάλεια». Μα τώρα την οικονομική ατμομηχανή της Ευρώπης, τη Γερμανία, ποιος ήδη την τροφοδοτεί, με την πανηγυρική μάλιστα συναίνεση του Βερολίνου; Όχι βέβαια ο αγωγός BTC ή τα μελλούμενα τουρκικά παρακλάδια του. Την τροφοδοτεί η Ρωσία που παρεμπιπτόντως τροφοδοτεί και την Τουρκία!
Θέλετε και έναν επιπρόσθετο παραλογισμό; Η Ευρώπη έχει ήδη ενεργειακή αυτάρκεια μέσω της Ρωσίας, μέσω της Βόρειας Θάλασσας (έρχονται και οσωνούπω και τα αποθέματα της Αρκτικής) μέσω της Βορείου και υποσαχάριας Αφρικής (ελέγχεται τώρα και η Λιβύη). Ταυτόχρονα, όλα τα οικονομικά δεδομένα καταδείχνουν ότι η αυξανόμενη ζήτηση θα μας έρχεται από την Ανατολή, ενώ στη Δύση τρέχουν και εναλλακτικές μορφές ενέργειας. Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, έχουμε τον οικονομικό παραλογισμό να προωθείται, με βαρύγδουπες στρατηγικές τυμπανοκρουσίες και πολιτικές κορώνες, μια στρατηγική μεταφοράς ενεργειακών αποθεμάτων (Κασπίας και Κεντρικής Ασίας) μέσω Τουρκίας στη Μεσόγειο, για να γίνει η επανεξαγωγή τους στην ενεργοβόρα … Ανατολή. Αφήστε που με τα καινούρια δεδομένα η ίδια η μεσογειακή λεκάνη γίνεται αυτάρκης και δυνητικός εξαγωγέας ενέργειας.
Πέραν των παραπάνω, δεν θα πρέπει η κυπριακή κυβέρνηση να προβληματισθεί από το παράδειγμα της συνεργασίας Τουρκίας – Αζερμπαϊτζάν για τη μεταφορά του αζερικού αερίου μέσω Τουρκίας; Η εμπειρία αυτή είναι νωπή. Τουρκία και Αζερμπαϊτζάν, διακηρύττει ο Ερντογάν , «είναι ένα έθνος, δυο κράτη». Αυτό όμως δεν απέτρεψε τους Τούρκους να πατάνε στο λαιμό τα αδέλφια του, τους Αζέρους, από το 2001, όταν εκβιαστικά απέσπασαν πέραν των «διοδίων» διελεύσεις, τιμές αερίου 30% κάτω της αγοράς. Για να αναπνεύσουν από τον αδελφικό εναγκαλισμό της Άγκυρας, οι Αζέροι υπέγραψαν διμερείς συμφωνίες με την Ρωσία, το Ιράν και την Βουλγαρία. Η πρόσφατη συμφωνία Άγκυρας - Αζερμπαϊτζάν, του Οκτωβρίου 2011, περιορίζει αισθητά τις λεόντιες απαιτήσεις της Άγκυρας. Αλλά δεν τις ακυρώνει. Η συμφωνία αυτή έγινε δυνατή και πάλι με δυναμική παρέμβαση της Ουάσιγκτον. Αλλά δεν πρέπει εμάς να μας προβληματίσει η εμπειρία των Αζέρων, με τους καρντάσηδες τους;
Και κάτι τελευταίο. Γιατί δεν υλοποιήθηκε ποτέ ο «αγωγός ειρήνης;», ο αγωγός νερού μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ, όταν οι σχέσεις τους ήταν μέλι – γάλα την δεκαετία του 1990; Στήθηκαν όλες οι υποδομές στο Τουρκικό λιμάνι Τσεϊχάν και σ’ αντίστοιχο στο Ισραήλ. Αγωγός όμως, γιόκ! Η απάντηση βρίσκεται στις ληστρικές και εκβιαστικές αντιλήψεις των Τούρκων επί παντός ζητήματος που νομίζουν ότι έχουν το πάνω χέρι (βλ. σχετικά κείμενό μου «Τουρκία προς ΗΠΑ: Πρέπει να μας πληρώνετε», Φιλελεύθερος της Κυριακής, 23/11/2011).
Τώρα πως η Κύπρος, ακολουθώντας την επιλογή Χόπσον μέσω Τουρκίας, θα υλοποιήσει ταυτόχρονα και τον στρατηγικό της στόχο ο οποίος, κατά δημόσια τοποθέτηση του Υπουργού κ. Συλυκιώτη σε πρόσφατη εκδήλωση στην Αθήνα, είναι η «μετατροπή της σε περιφερειακό ενεργειακό κέντρο», είναι ένα ζήτημα.
Ως προς την πρώτη τοποθέτηση του Π.Π. ότι «χωρίς λύση» τίποτα δεν πρόκειται να γίνει, δημιουργείται κατ’αρχάς ένα επιμέρους ερώτημα: εάν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε προς τι η δημιουργία «Συμβουλευτικής Ομάδας Εμπειρογνωμώνων για Υδρογονάνθρακες» της οποίας είναι επικεφαλής; Για τη διασπάθιση δημοσίου χρήματος και τα πανηγύρια;
Με την Τουρκία βρισκόμαστε όχι λόγω επιλογής μας σε μια, για εμάς, υπαρξιακή σύγκρουση (όχι για τη Μεγάλη, Buyuk, Τουρκία) εδώ και πάνω από μισό αιώνα. Για την Τουρκία δεν υφιστάμεθα ούτε ως κράτος, αλλά ούτε και ως Έλληνες. Είναι «μισό» κράτος η Κύπρος κατά τον ισλαμιστή Πρόεδρό της, τον Μεγάλο (Buyuk) Γκιούλ. Και είμαστε ένα συνονθύλευμα χριστιανών (rum) πρώην υποτακτικών της που πρέπει να γνωρίζουμε τη θέση μας έναντι της Μεγάλης (Buyuk) Τουρκίας. Όπως έγραψα και σε άλλο κείμενό μου («Το Κυπριακό Καραβάνι και ο Μεγάλος Γκιούλ» Φιλελεύθερος, 4 Δεκεμβρίου 2011) η αντίληψη και η εμπεδωμένη για την Τουρκία εικόνα για την Κύπρο και το ρόλο της έναντι της Μεγάλης (Buyuk) Τουρκίας, δεν ξεπερνά τα όρια της σατραπείας. Σατραπεία τους, θέλουν την Κύπρο οι Ισλαμοπασάδες.
«Λύση» θα είχαμε «χθές» , εφόσον εμείς αποδεχόμαστε την τουρκική θεώρηση των πραγμάτων και της ιστορίας. Τουτέστιν να ξέρουμε τη θέση μας και να προσαρμόζουμε τις πολιτικές και οικονομικές συμπεριφορές μας με τη βούληση της Μεγάλης (Buyuk) Τουρκίας. Δεν ζούμε όμως ούτε στον 19ο αιώνα αλλά ούτε και στον 20ο, όπου τέτοιες καταστάσεις επιβάλλοντο δια της βίας και ήταν αποδεκτές. Ζούμε στον 21ο.
Οι μαξιμαλιστικές απαιτήσεις της Άγκυρας επιβάλλουν μια στρατηγική ενίσχυσης του κυπριακού κράτους, με συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων, εφόσον αποδέχονται δημοκρατικές και όχι ρατσιστικές διαδικασίες, ουσιαστικής συμμετοχής τους στα κοινά του τόπου. Η εντόπιση και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων από το κράτος είναι ένα σημαντικό εργαλείο μαζί με άλλα, προς την κατεύθυνση αυτή. Δεν μπορεί το εργαλείο αυτό να εκχωρηθεί στην Άγκυρα λόγω ιδεοληπτικών εκλογικεύσεων του τύπου, «χωρίς λύση» τίποτα δεν γίνεται. Την τουρκική ειρήνη προσπάθησαν ετισθελικά να την επιβάλλουν στο κυπριακό λαό το 2004. Αλλά «το ταξίδι προς τα Σούσα», η καταπληκτική πλειοψηφία του κυπριακού λαού αρνήθηκε να το κάνει.
«Η ειρήνη» διαπιστώνει ο ιστορικός Πολύβιος, «είναι η μεγαλύτερη ευλογία όταν μας εγγυάται την τιμή και τα νόμιμα δικαιώματά μας». Μια τουρκική ειρήνη δεν εγγυάται τίποτα, ούτε καν πρόσκαιρα οικονομικά οφέλη.
Source : infognomonpolitics.blogspot
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου