Toυ Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Με την παρέμβασή του στη Βουλή, ο Πρωθυπουργός διέψευσε ότι είμαστε κοντά σε συμφωνία για την συνεκμετάλλευση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων με την Τουρκία. Το τελευταίο διάστημα, συγκλίνουσες πληροφορίες για μια τέτοια συμφωνία έρχονται από πολλές και
διαφορετικές πηγές, ελληνικούς πολιτικούς και επιχειρηματικούς κύκλους, πηγές στη Ουάσιγκτον, αλλά και δημόσιες δηλώσεις Αμερικανών και Τούρκων ιθυνόντων.
Η διάψευση του κ. Παπανδρέου έβαλε πάγο στις σχετικές φημολογίες, με το ρεκόρ όμως που έχει ο ‘Ελληνας Πρωθυπουργός τον τελευταίο χρόνο σε δηλώσεις που διαψεύδονται προτού αλέκτωρ λαλήσαι τρις, οι περισσότεροι παρατηρητές διατήρησαν τις επιφυλάξεις τους. Ο ίδιος άλλωστε, εξηγώντας γιατί είναι αντίθετος τώρα με τη συνεκμετάλλευση, αναφέρθηκε στην παραμονή του casus belli εν ισχύ και στη μη επίτευξη συμφωνίας για την υφαλοκρηπίδα. Υπό το φως αυτών των διευκρινίσεων, οι δηλώσεις του μπορούν να θεωρηθούν αντίδραση στον τουρκικό μαξιμαλισμό και απαίτηση να υποχωρήσει τουλάχιστον η ‘Αγκυρα σε ορισμένες όρους, που θα κάνουν τη σχετική συμφωνία ευπαρουσίαστη στον ελληνικό λαό και δεν θα θέσουν σε κίνδυνο μια κυβέρνηση που, ήδη, παίζει με τη φωτιά στα μέτωπα της κοινωνίας και της οικονομίας. Παρά τη διαπιστωμένη πειθαρχία τους, άλλωστε, τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ δεν είναι ηλίθιοι, γνωρίζουν ότι διακινδυνεύουν την ύπαρξη της κυβέρνησης, αν όχι και του κόμματός τους, ανοίγοντας στην παρούσα κατάσταση και εθνικά θέματα.
Δεν υπάρχει σοβαρή αμφιβολία ότι ο κ. Παπανδρέου εξακολουθεί να πιστεύει ειλικρινά ότι τα θέματα κυριαρχίας είναι δευτερεύουσας σημασίας εν σχέσει με το όφελος από την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών. ‘Εχει αποδείξει επανειλημμένως και έμπρακτα την άποψή του αυτή στο παρελθόν ως Υπουργός Εξωτερικών, με κορυφαία στιγμή την φανατική υπεράσπιση του σχεδίου Ανάν, σχεδίου που “έλυνε” το κυπριακό καταλύοντας την Κυπριακή Δημοκρατία, παρόλο που μια σειρά διακεκριμένων συνταγματολόγων και διεθνολόγων είχε χαρακτηρίσει το σχέδιο αυτό τέρας, κρινόμενο από πλευράς διεθνούς, ευρωπαϊκού και συνταγματικού δικαίου. Παπανδρέου, Σημίτης, Μητσοτάκης, Μπακογιάννη, Κύρκος πιστεύουν, από κοινού με την Ουάσιγκτον και την Αγκυρα, ότι ο ελληνικός «εθνικισμός» είναι η αιτία του κακού και θεωρούν ότι πρέπει επιτέλους να γυρίσουμε σελίδα στα ελληνοτουρκικά, καθιστάμενοι, έστω και με έναν όχι πολύ αξιοπρεπή τρόπο, «αξιοπρεπές» μέλος της διεθνούς (δυτικής) κοινότητας. Μόνο που η σελίδα που θέλουν να γυρίσουν, περιέχει και κάμποσα μείζονα κυριαρχικά δικαιώματα του ελληνικού λαού.
Η παρουσία εξάλλου δύο πολιτικών “τύπου Γκορμπατσώφ” στην εξουσία, σε Αθήνα και Λευκωσία, δύο πολιτικών δηλ. που αναμένουν αναγνώριση περισσότερο από το διεθνή παράγοντα και λιγότερο από τον ελληνικό λαό και είναι ικανοί να καταλύσουν αυτοκαταστροφικές διαδικασίες στις δομές των οποίων ηγούνται και που βρίσκονται υπό την προφανή και άμεση επιρροή μιας “Διεθνούς των Συμβούλων” (Rondos, Axelrod, Stauss-Cahn,Chioppa και άλλοι, ων ουκ έστι αριθμός), εκτιμάται από τον «διεθνή», δηλαδή αμερικανικό, αγγλικό και ισραηλινό παράγοντα, ως μοναδική, ιστορική ευκαιρία που δύσκολα θα ξαναπαρουσιασθεί.
Οι δυνάμεις αυτές είναι οι ίδιες που, σε συμμαχία με τη Γερμανία, έχουν βάλει στο στόχαστρο το ελληνικό κράτος στην εσωτερική του λειτουργία, δυστυχώς με τη συνδρομή της ελληνικής κυβέρνησης, καταφέρνοντας μάλιστα να αφαιρέσουν από τον ελληνικό λαό σημαντικό τμήμα της εσωτερικής του κυριαρχίας, μέσω του Μνημονίου. Αυτές θέλουν διακαώς να αφαιρέσουν από τα δύο κράτη του ελληνικού λαού στην Ανατολική Μεσόγειο και την «εξωτερική» κυριαρχία τους. Τον έλεγχο δηλαδή που δικαιούνται, βάσει του διεθνούς δικαίου, στο στρατηγικό και οικονομικό “φιλέτο” της Ανατολικής Μεσογείου, που εκτείνεται από τη Θεσσαλονίκη και την Αλεξανδρούπολη, μέχρι την Πάφο και το Ριζοκάρπασο.
Προτιμούν μάλιστα να κάνει τις παραχωρήσεις το, έστω και εκφυλισμένο σήμερα, κίνημα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου με το σύνθημα «Η Ελλάδα στους ‘Ελληνες», γιατί έτσι θα καταστήσουν πολύ δυσκολότερη και στο μέλλον την αναγέννηση του ελληνικού λαού. Δεν επιθυμούν να θέσουν σε κίνδυνο την μακροημέρευση της κυβέρνησης Παπανδρέου, από την άλλη όμως γνωρίζουν ότι η κυβέρνηση αυτή θα εξαντλήσει αργά ή γρήγορα τα αποθέματά της και η όποια καθυστέρηση μπορεί να αποβεί μοιραία για τις επιδιώξεις τους.
Το δίλημμα όμως εντείνεται γιατί η ‘Αγκυρα, για ακόμα μια φορά, δεν επιθυμεί να κάνει την παραμικρή υποχώρηση, αλλά και προσθέτει διαρκώς νέους όρους. ‘Όπως προκύπτει, εμμέσως πλην σαφώς, από έγγραφο της Δ1 Διεύθυνσης του Υπουργείου Εξωτερικών, που δημοσιεύτηκε το περασμένο Σάββατο στον “Κόσμο του Επενδυτή”, η Τουρκία αμφισβητεί τώρα όχι μόνο το δικαίωμα των νησιών σε υφαλοκρηπίδα, αλλά και το δικαίωμα σε χωρικά ύδατα, με το επιχείρημα ότι επικάθηνται σε τουρκική υφαλοκρηπίδα. Θέλει επίσης να ξεχωρίσει το Καστελόριζο από το Αιγαίο, ώστε να εισπράξει με πολιτικό τρόπο τις ελληνικές παραχωρήσεις στο Αιγαίο, όπου η ελληνική θέση είναι νομικά πανίσχυρη, και μετά να διαπραγματευθεί το θέμα του Καστελόριζου όπου μπορεί ενδεχομένως να βρει και ορισμένα νομικά επιχειρήματα. Το αποτέλεσμα είναι οι Τούρκοι διπλωμάτες να προκαλούν απελπισία ακόμα και σε ανθρώπους όπως οι υπηρεσιακοί παράγοντες, στους οποίους έχει ανατεθεί το ξεμπέρδεμα του ελληνοτουρκικού καβαριού και που μόνο για υπερβολική μαχητικότητα έναντι της Τουρκίας δεν μπορούν να κατηγορηθούν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι τουρκικές αυτές απαιτήσεις, που συνοδεύονται πάντα από μόνιμες και έμπρακτες αμφισβητήσεις, με υπερπτήσεις και εικονικούς βομβαρδισμούς, κυριαρχίας ελληνικών νησιών όπως το Αγαθονήσι εγείρονται ενώ ήδη η Αθήνα φέρεται ήδη να έχει απεμπολήσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης σημαντικό μέρος των δικαιωμάτων της στο Αιγαίο. Αν πιστέψουμε τις επιλεκτικές διαρροές σε εφημερίδες, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, από κυβερνητικές πηγές η Ελλάδα μοιάζει να συμφωνεί με την μη επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 μίλια, όπως έχει δικαίωμα, αλλά σε ένα σύστημα διαφορικών χωρικών υδάτων που ξεκινά από τα 12 στο Ιόνιο και φτάνει τα 6 στο Αν. Αιγαίο.
Φυσικά, μια τέτοια παραχώρηση, αν τελικά πραγματοποιηθεί, θα παρουσιασθεί στην κοινή γνώμη ως εθνική επιτυχία επέκτασης των χωρικών υδάτων ανά περιοχή από τα έξη που είναι σήμερα, όχι ως απεμπόληση του νομικά ισχυρότατου δικαιώματος στα 12. ‘Όπως και η συνεκμετάλλευση υδρογονανθράκων, που βρίσκονται επί ελληνικής υφαλοκρηπίδας, ως νέα εποχή φιλίας και ευημερίας – μήπως άλλωστε το Μνημόνιο δεν είναι “η σωτηρία της πατρίδας” και «ευτυχία»; Η ικανότητα της παρούσης κυβέρνησης να βαφτίζει το κρέας ψάρι δεν έχει ιστορικό προηγούμενο στη νεώτερη ελληνική πολιτική ιστορία…
Στην πραγματικότητα, αν αυτές οι ιδέες υλοποιηθούν, θα οδηγήσουν σε μια γιγαντιαία ‘Ιμια στο Αιγαίο, ανατολικώς του 25ου Μεσημβρινού και στη Θάλασσα της Λυκίας, που συνδέει Ελλάδα και Κύπρο. Στη ζώνη αυτή η κυριαρχία θα μοιράζεται μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας και αμερικανικών εταιρειών και οι στρατιωτικές δραστηριότητες θα αποφασίζονται από το ΝΑΤΟ. Μια γκρίζα, πολυεθνική κυριαρχία, που ίσως θα ανοίξει σταδιακά το δρόμο και σε μια πιο πολυεθνική σύσταση του πληθυσμού…
Μήπως όμως είναι δεν είναι σκόπιμο να γίνουν κάποιες παραχωρήσεις στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο, προκειμένου να σταματήσει ο ανταγωνισμός των δύο κρατών και να μπορέσουν να εκμεταλλευθούν τα πετρέλαια; Θα μπορούσε να διερωτηθεί ένας καλόπιστος αναγνώστης. Παραχωρήσεις όμως, και μάλιστα τέτοιας κλίμακας χωρίς αντάλλαγμα δεν οδηγούν σε παύση του ανταγωνισμού, αλλά δημιουργούν προϋποθέσεις για συνέχισή του. Η Τουρκία θα εμπεδώσει ακόμα μια φορά το συμπέρασμα που βγάζει συνεχώς από το 1922 και μετά: ότι με τους ‘Ελληνες περνάει ο «τσαμπουκάς». Θα εμφανισθεί πάλι με ανανεωμένες διεκδικήσεις, είτε στο ίδιο το Αιγαίο, είτε στη Θράκη και την Κύπρο.
Δεύτερον, είναι αμφίβολο ότι οποιαδήποτε εκμετάλλευση πετρελαίων υπό παρόμοιους όρους θα γίνει με όρους επωφελείς για τον ελληνικό λαό. ‘Ένα παρόμοιο σχήμα θα εντείνει τις ήδη ισχυρές τάσεις καθολικής προτεκτοροποίησης της Ελλάδας, θα μειώσει, δηλαδή, δεν θα αυξήσει τη δυνατότητα του ελληνικού λαού να κάνει κουμάντο στη χώρα του και στους φυσικούς της πόρους.
Τρίτο, η ασάφεια των εισαγόμενων ρυθμίσεων, όπως έχει αποδειχθεί κατά κόρον στο παρελθόν, είναι ο κατ’ εξοχήν μηχανισμός που χρησιμοποιούν τρίτες δυνάμεις για να κυριαρχήσουν στην όλη περιοχή και το κατ’ εξοχήν πεδίο επανέναρξης του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού.
Όπως όμως καταδεικνύει ο τορπιλισμός της ελληνορωσικής προσέγγισης, η παρά φύσιν συμμαχία με τον Νετανιάχου, η αποξένωση από τη μητροπολιτική Ευρώπη, η παρούσα κυβέρνηση διακρίνεται για μια πολύ ιδιόρρυθμη αντίληψη και της εθνικής κυριαρχίας και του εθνικού συμφέροντος. Ας ελπίσουμε ότι ο Θεός θα βάλει το χέρι του. ‘Η ο συνδυασμός τουρκικής αδιαλλαξίας, ΠΑΣΟΚικού ενστίκτου αυτοσυντήρησης και πολιτικού ενστίκτου του ελληνικού λαού θα προφυλάξει την Ελλάδα από μια πολύ επικίνδυνη περιπέτεια.
Επίκαιρα, 2.12.2010
konstantakopoulos.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου