Ο Τούρκος δημοσιογράφος Ερντάλ Γκιουβέν σκιαγραφεί στην «Κ» την εικόνα που επικρατεί αυτή τη στιγμή στη χώρα
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι σήμερα το κεντρικό πρόσωπο, τουλάχιστον στον χώρο της Μέσης Ανατολής. Υπό την καθοδήγησή του η Τουρκία έχει καταφέρει να ελέγξει έναν παντοδύναμο στρατό, να τριπλασιάσει το κατά κεφαλήν εισόδημα της χώρας, ενώ παρά τη στροφή προς τον αραβικό κόσμο έχει ως επί το πλείστον διατηρήσει μια φιλοδυτική στάση. Σήμερα αποτελεί φάρο για τις χώρες που έχουν πρόσφατα απαλλαγεί από αυταρχικά καθεστώτα, ενώ εξυμνείται και από τη Δύση ως πρότυπο για τον αραβικό κόσμο.
Την ίδια στιγμή, τίθεται υπό αμφισβήτηση η συνεχής δέσμευσή του για ελευθερία του Τύπου και θέσπιση ενός κράτους δικαίου. Γνωστοί επικριτές της τουρκικής κυβέρνησης, φοιτητές και δημοσιογράφοι, βρίσκονται στη φυλακή αντιμετωπίζοντας κατηγορίες για «τρομοκρατία». Ωστόσο, η δημοτικότητα του Τούρκου πρωθυπουργού συνεχίζει να αυξάνεται. Ο πρώην αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Ραντικάλ», Ερντάλ Γκιουβέν, περιγράφει στην «Κ» την κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, σκιαγραφεί το προφίλ του Ερντογάν και κάνει εκτιμήσεις για τις επόμενές του κινήσεις.
– Υπό τον Ερντογάν η Τουρκία έδειξε ένα πιο σύγχρονο πρόσωπο με ανοίγματα σε Κουρδικό και Κυπριακό. Τελευταία όμως είδαμε τουρκικά αεροσκάφη να βομβαρδίζουν αμάχους στο βόρειο Ιράκ, εκατοντάδες Κούρδους να φυλακίζονται, τις σχέσεις με το Ισραήλ να οδηγούνται στα άκρα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η νηφαλιότητα και το δόγμα Νταβούτογλου για μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες, που χαρακτήριζαν την τουρκική εξωτερική πολιτική, σιγά-σιγά εγκαταλείπονται και η Τουρκία υιοθετεί μια πιο συγκρουσιακή λογική;
– Η πολιτική μηδενικών προβλημάτων ήταν από την πρώτη στιγμή καταδικασμένη να αποτύχει για σειρά λόγων: Παρά τις καλές προθέσεις, αποδείχθηκε μια καθαρά θεωρητική προσέγγιση, η οποία έβαζε την άμαξα μπροστά από το άλογο. Η εξωτερική πολιτική μιας χώρας διαμορφώνεται στη βάση ρεαλιστικής ανάλυσης των δεδομένων. Ο Ερντογάν επιχείρησε να κάνει ακριβώς το αντίθετο: να προσαρμόσει τα δεδομένα στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Αυτός είναι και ο λόγος που οι σχέσεις Τουρκίας και Συρίας, οι οποίες μέχρι πρόσφατα προβάλλονταν από μέρους της κυβέρνησης ως απόδειξη της επιτυχίας της εφαρμοσθείσας πολιτικής, κατέληξαν ακριβώς να καταδείξουν την ίδια της την αδυναμία. Επιπλέον, απέτυχε να λάβει υπόψη την αδιαμφισβήτητη διασύνδεση μεταξύ εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής. Μια χώρα με χρόνιες εσωτερικές διαμάχες θα ήταν πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να αντιμετωπίσει τις εξωτερικές προκλήσεις. Πώς μπορεί η Τουρκία να αναπτύξει μια εύρυθμη, ας πούμε, σχέση με το Ιράκ, χωρίς την επίλυση του κουρδικού ζητήματος εντός των συνόρων της; Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι μια τέτοια πολιτική απαιτεί, πέραν του οράματος, τόλμη και ακλόνητη πολιτική βούληση ώστε αυτή να στηριχθεί μέχρι τέλους. Κάτι που ο κ. Ερντογάν έδειξε να μη διαθέτει. Εξ ου και η στροφή σήμερα προς μια πιο επιθετική πολιτική.
– Άρα να αναμένουμε, με δεδομένο και το ότι η ενταξιακή πορεία έχει παγώσει, μια απομάκρυνση της Τουρκίας από την προσπάθεια επίλυσης ζητημάτων στα οποία έδειξε προς στιγμήν διάθεση να προχωρήσει, όπως το Κυπριακό και το Κουρδικό;– Η Τουρκία από το 2007 παρουσιάζει συμπτώματα ευρωπαϊκής κόπωσης. Τα μηνύματα που στέλνει έκτοτε, στην καλύτερη περίπτωση είναι αντιφατικά. Η αρνητική στάση κάποιων εκ των Ευρωπαίων ηγετών και το μπλοκάρισμα αριθμού κεφαλαίων στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις ελέω Κύπρου τυγχάνουν εκμετάλλευσης από πολιτικούς κύκλους και τμήματα της κοινωνίας που δεν ασπάζονται τα δημοκρατικά ιδεώδη και τις αξίες που η Ε.Ε. πρεσβεύει. Επιπλέον, η οικονομική ανάπτυξη που η Τουρκία απολαμβάνει σε μια περίοδο που η υπόλοιπη Ευρώπη βιώνει μια πρωτόγνωρη οικονομική κρίση, της επιτρέπει να αντιμετωπίζει με πρωτόγνωρη αυτοπεποίθηση την Ευρώπη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η ένταξη στην Ε.Ε. να μην αποτελεί σήμερα προτεραιότητα. Συνεπώς, και η σημασία ζητημάτων που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη προσπάθεια, στα οποία συμπεριλαμβάνεται και το Κυπριακό, έχει υποβαθμιστεί. Ως εκ τούτου, θεωρώ μη ρεαλιστικό να αναμένει κάποιος οποιουδήποτε είδους πρωτοβουλία ή ανοίγματα από την Τουρκία στο θέμα της Κύπρου. Εξάλλου, κυβερνητικοί αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του κ. Ερντογάν, έχουν επανειλημμένως αφήσει να εννοηθεί ότι η Τουρκία δεν προτίθεται να δείξει την ίδια ευελιξία και διαλλακτικότητα όπως την περίοδο του Σχεδίου Ανάν.
– Εκμεταλλευόμενος και την Αραβική Άνοιξη, ο Ερντογάν έχει καταφέρει να χτίσει ένα ηγετικό προφίλ, με τη δημοτικότητά του ανάμεσα στον αραβικό κόσμο να βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα. Στην προσπάθειά του όμως αυτή έχει υιοθετήσει μια ρητορική την οποία χαρακτηρίζει ο έντονος λαϊκισμός και έχει προβεί σε ενέργειες, όπως η αλλαγή στάσης έναντι του Ισραήλ, που έχουν προκαλέσει δυσφορία μεταξύ των δυτικών του συμμάχων. Μπορεί να συνεχίσει με βάση αυτή τη λογική χωρίς την καταβολή αντιτίμου στο εξωτερικό;
– Ο Ερντογάν δείχνει να αισθάνεται άνετα με την εξωτερική πολιτική την οποία ακολουθεί η χώρα το τελευταίο διάστημα –με έντονο το στοιχείο του εθνικισμού και με μια συγκρουσιακή λογική– και η οποία ταιριάζει σε μεγάλο βαθμό με την επιθετική και επιβλητική του προσωπικότητα, ενώ τονώνει το προφίλ του στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Εξ ου και η αντιευρωπαϊκή και αντιισραηλινή ρητορική του, η οποία, παρά τις προβλέψεις περί του αντιθέτου, δεν είχε, ούτε φαίνεται ότι θα έχει, κόστος για την Τουρκία. Αυτό νομίζω εξηγεί και το γιατί σήμερα θεωρείται ο πιο δημοφιλής και χαρισματικός ηγέτης, όχι μόνο στην Τουρκία, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.
Σε πλήρη ισχύ ο μηχανισμός λογοκρισίας
– Όταν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) ανήλθε στην εξουσία το 2002, υπήρχε η ανησυχία ότι πιθανόν να είχε ισλαμική ατζέντα για τη χώρα. Σήμερα αυτή η ανησυχία έχει δώσει τη θέση της σ’ ένα αίσθημα φόβου απέναντι σε έναν υποβόσκοντα αυταρχισμό, σε βαθμό που πολλοί να ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση απλώς έχει πάρει τη θέση του στρατού.– Σε καμιά στιγμή δεν πίστεψα ότι το ΑΚΡ είχε ισλαμική ατζέντα, υπό την έννοια ότι στόχευε να μετατρέψει τη χώρα σε μια σουνιτική εκδοχή του Ιράν. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάποιοι στο κόμμα, συμπεριλαμβανομένου και του κ. Ερντογάν, δεν οραματίζονται μια πιο συντηρητική και θρησκόληπτη κοινωνία. Ωστόσο –έχετε δίκαιο– περισσότερο θα πρέπει να προβληματίσει ο υποβόσκων αυταρχισμός. Για να παραφράσω το περίφημο ρητό: «το φάντασμα του αυταρχισμού στοιχειώνει την Τουρκία» εδώ και κάποιο διάστημα. Αυτό κατέστη εμφανές από τότε που μια σειρά δικαστικών ερευνών –οι οποίες αρχικά τύγχαναν καθολικής στήριξης, καθώς οι έρευνες φαίνονταν να στοχεύουν εκείνους, πρώην στρατιωτικούς κυρίως, οι οποίοι με αντιδημοκρατικές μεθόδους προσπάθησαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση του ΑΚΡ– άρχισε να τοποθετεί ολόκληρη τη χώρα στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Με τη μια έρευνα να διαδέχεται την άλλη, το πεδίο της υπόθεσης διευρύνθηκε ώστε να συμπεριλάβει γνωστούς επικριτές της κυβέρνησης, μέλη της κοινωνίας των πολιτών, δημοσιογράφους και συγγραφείς, οι περισσότεροι από τους οποίους σήμερα βρίσκονται στη φυλακή. Αυτό ενέτεινε την κριτική, με το ΑΚΡ να προχωρεί στον περιορισμό της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης, με εκφοβισμούς και εξαγορές. Μεγάλος αριθμός δημοσιογράφων, συμπεριλαμβανομένου και εμένα, έχασαν τις δουλειές τους, ενώ άλλοι βρίσκονται στη φυλακή με την κατηγορία της «τρομοκρατίας» ή της «συνωμοσίας για ανατροπή της κυβέρνησης». Ο μηχανισμός της λογοκρισίας βρίσκεται σήμερα σε πλήρη ισχύ.
– Με την προωθούμενη αναθεώρηση του Συντάγματος, ο κ. Ερντογάν ισχυρίζεται ότι επιχειρεί να το καταστήσει πιο δημοκρατικό. Η αντιπολίτευση, από την άλλη, υποστηρίζει ότι στόχος είναι η συσσώρευση εξουσιών στο πρόσωπο του προέδρου, αξίωμα το οποίο στη συνέχεια ο Ερντογάν προτίθεται να διεκδικήσει, σε μια κίνηση παρόμοια με αυτήν του Βλαντιμίρ Πούτιν στη Ρωσία.– Η αναθεώρηση του Συντάγματος δεν έχει τίποτα να κάνει με τη δημοκρατία, αλλά με τον έλεγχο της εξουσίας. Και ο δρόμος προς τον απόλυτο έλεγχό της περνάει μέσα από την αλλαγή του πολιτικού συστήματος σε προεδρικό. Με τον τρόπο αυτό, ο Ερντογάν προσβλέπει στο να ανοίξει για τον ίδιο ο δρόμος για την προεδρία, αφού πρώτα αυτή ενδυναμωθεί με πολλές και σημαντικές εξουσίες. Εξ ου και οι πρόεδροι θα εκλέγονται από τώρα και στο εξής από τον κόσμο. Ο Ερντογάν ξέρει ότι κανείς δεν μπορεί να τον κερδίσει σε εκλογές. Η εικόνα του Ερντογάν στην πρωθυπουργία ήταν αρκούντως ανησυχητική. Η ιδέα τού να βρεθεί στην προεδρία μού προκαλεί φόβο.
Source : www.kathimerini.com.cy
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι σήμερα το κεντρικό πρόσωπο, τουλάχιστον στον χώρο της Μέσης Ανατολής. Υπό την καθοδήγησή του η Τουρκία έχει καταφέρει να ελέγξει έναν παντοδύναμο στρατό, να τριπλασιάσει το κατά κεφαλήν εισόδημα της χώρας, ενώ παρά τη στροφή προς τον αραβικό κόσμο έχει ως επί το πλείστον διατηρήσει μια φιλοδυτική στάση. Σήμερα αποτελεί φάρο για τις χώρες που έχουν πρόσφατα απαλλαγεί από αυταρχικά καθεστώτα, ενώ εξυμνείται και από τη Δύση ως πρότυπο για τον αραβικό κόσμο.
Την ίδια στιγμή, τίθεται υπό αμφισβήτηση η συνεχής δέσμευσή του για ελευθερία του Τύπου και θέσπιση ενός κράτους δικαίου. Γνωστοί επικριτές της τουρκικής κυβέρνησης, φοιτητές και δημοσιογράφοι, βρίσκονται στη φυλακή αντιμετωπίζοντας κατηγορίες για «τρομοκρατία». Ωστόσο, η δημοτικότητα του Τούρκου πρωθυπουργού συνεχίζει να αυξάνεται. Ο πρώην αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Ραντικάλ», Ερντάλ Γκιουβέν, περιγράφει στην «Κ» την κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, σκιαγραφεί το προφίλ του Ερντογάν και κάνει εκτιμήσεις για τις επόμενές του κινήσεις.
– Υπό τον Ερντογάν η Τουρκία έδειξε ένα πιο σύγχρονο πρόσωπο με ανοίγματα σε Κουρδικό και Κυπριακό. Τελευταία όμως είδαμε τουρκικά αεροσκάφη να βομβαρδίζουν αμάχους στο βόρειο Ιράκ, εκατοντάδες Κούρδους να φυλακίζονται, τις σχέσεις με το Ισραήλ να οδηγούνται στα άκρα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η νηφαλιότητα και το δόγμα Νταβούτογλου για μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες, που χαρακτήριζαν την τουρκική εξωτερική πολιτική, σιγά-σιγά εγκαταλείπονται και η Τουρκία υιοθετεί μια πιο συγκρουσιακή λογική;
– Η πολιτική μηδενικών προβλημάτων ήταν από την πρώτη στιγμή καταδικασμένη να αποτύχει για σειρά λόγων: Παρά τις καλές προθέσεις, αποδείχθηκε μια καθαρά θεωρητική προσέγγιση, η οποία έβαζε την άμαξα μπροστά από το άλογο. Η εξωτερική πολιτική μιας χώρας διαμορφώνεται στη βάση ρεαλιστικής ανάλυσης των δεδομένων. Ο Ερντογάν επιχείρησε να κάνει ακριβώς το αντίθετο: να προσαρμόσει τα δεδομένα στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Αυτός είναι και ο λόγος που οι σχέσεις Τουρκίας και Συρίας, οι οποίες μέχρι πρόσφατα προβάλλονταν από μέρους της κυβέρνησης ως απόδειξη της επιτυχίας της εφαρμοσθείσας πολιτικής, κατέληξαν ακριβώς να καταδείξουν την ίδια της την αδυναμία. Επιπλέον, απέτυχε να λάβει υπόψη την αδιαμφισβήτητη διασύνδεση μεταξύ εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής. Μια χώρα με χρόνιες εσωτερικές διαμάχες θα ήταν πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να αντιμετωπίσει τις εξωτερικές προκλήσεις. Πώς μπορεί η Τουρκία να αναπτύξει μια εύρυθμη, ας πούμε, σχέση με το Ιράκ, χωρίς την επίλυση του κουρδικού ζητήματος εντός των συνόρων της; Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι μια τέτοια πολιτική απαιτεί, πέραν του οράματος, τόλμη και ακλόνητη πολιτική βούληση ώστε αυτή να στηριχθεί μέχρι τέλους. Κάτι που ο κ. Ερντογάν έδειξε να μη διαθέτει. Εξ ου και η στροφή σήμερα προς μια πιο επιθετική πολιτική.
– Άρα να αναμένουμε, με δεδομένο και το ότι η ενταξιακή πορεία έχει παγώσει, μια απομάκρυνση της Τουρκίας από την προσπάθεια επίλυσης ζητημάτων στα οποία έδειξε προς στιγμήν διάθεση να προχωρήσει, όπως το Κυπριακό και το Κουρδικό;– Η Τουρκία από το 2007 παρουσιάζει συμπτώματα ευρωπαϊκής κόπωσης. Τα μηνύματα που στέλνει έκτοτε, στην καλύτερη περίπτωση είναι αντιφατικά. Η αρνητική στάση κάποιων εκ των Ευρωπαίων ηγετών και το μπλοκάρισμα αριθμού κεφαλαίων στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις ελέω Κύπρου τυγχάνουν εκμετάλλευσης από πολιτικούς κύκλους και τμήματα της κοινωνίας που δεν ασπάζονται τα δημοκρατικά ιδεώδη και τις αξίες που η Ε.Ε. πρεσβεύει. Επιπλέον, η οικονομική ανάπτυξη που η Τουρκία απολαμβάνει σε μια περίοδο που η υπόλοιπη Ευρώπη βιώνει μια πρωτόγνωρη οικονομική κρίση, της επιτρέπει να αντιμετωπίζει με πρωτόγνωρη αυτοπεποίθηση την Ευρώπη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η ένταξη στην Ε.Ε. να μην αποτελεί σήμερα προτεραιότητα. Συνεπώς, και η σημασία ζητημάτων που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη προσπάθεια, στα οποία συμπεριλαμβάνεται και το Κυπριακό, έχει υποβαθμιστεί. Ως εκ τούτου, θεωρώ μη ρεαλιστικό να αναμένει κάποιος οποιουδήποτε είδους πρωτοβουλία ή ανοίγματα από την Τουρκία στο θέμα της Κύπρου. Εξάλλου, κυβερνητικοί αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του κ. Ερντογάν, έχουν επανειλημμένως αφήσει να εννοηθεί ότι η Τουρκία δεν προτίθεται να δείξει την ίδια ευελιξία και διαλλακτικότητα όπως την περίοδο του Σχεδίου Ανάν.
– Εκμεταλλευόμενος και την Αραβική Άνοιξη, ο Ερντογάν έχει καταφέρει να χτίσει ένα ηγετικό προφίλ, με τη δημοτικότητά του ανάμεσα στον αραβικό κόσμο να βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα. Στην προσπάθειά του όμως αυτή έχει υιοθετήσει μια ρητορική την οποία χαρακτηρίζει ο έντονος λαϊκισμός και έχει προβεί σε ενέργειες, όπως η αλλαγή στάσης έναντι του Ισραήλ, που έχουν προκαλέσει δυσφορία μεταξύ των δυτικών του συμμάχων. Μπορεί να συνεχίσει με βάση αυτή τη λογική χωρίς την καταβολή αντιτίμου στο εξωτερικό;
– Ο Ερντογάν δείχνει να αισθάνεται άνετα με την εξωτερική πολιτική την οποία ακολουθεί η χώρα το τελευταίο διάστημα –με έντονο το στοιχείο του εθνικισμού και με μια συγκρουσιακή λογική– και η οποία ταιριάζει σε μεγάλο βαθμό με την επιθετική και επιβλητική του προσωπικότητα, ενώ τονώνει το προφίλ του στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Εξ ου και η αντιευρωπαϊκή και αντιισραηλινή ρητορική του, η οποία, παρά τις προβλέψεις περί του αντιθέτου, δεν είχε, ούτε φαίνεται ότι θα έχει, κόστος για την Τουρκία. Αυτό νομίζω εξηγεί και το γιατί σήμερα θεωρείται ο πιο δημοφιλής και χαρισματικός ηγέτης, όχι μόνο στην Τουρκία, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.
Σε πλήρη ισχύ ο μηχανισμός λογοκρισίας
– Όταν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) ανήλθε στην εξουσία το 2002, υπήρχε η ανησυχία ότι πιθανόν να είχε ισλαμική ατζέντα για τη χώρα. Σήμερα αυτή η ανησυχία έχει δώσει τη θέση της σ’ ένα αίσθημα φόβου απέναντι σε έναν υποβόσκοντα αυταρχισμό, σε βαθμό που πολλοί να ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση απλώς έχει πάρει τη θέση του στρατού.– Σε καμιά στιγμή δεν πίστεψα ότι το ΑΚΡ είχε ισλαμική ατζέντα, υπό την έννοια ότι στόχευε να μετατρέψει τη χώρα σε μια σουνιτική εκδοχή του Ιράν. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάποιοι στο κόμμα, συμπεριλαμβανομένου και του κ. Ερντογάν, δεν οραματίζονται μια πιο συντηρητική και θρησκόληπτη κοινωνία. Ωστόσο –έχετε δίκαιο– περισσότερο θα πρέπει να προβληματίσει ο υποβόσκων αυταρχισμός. Για να παραφράσω το περίφημο ρητό: «το φάντασμα του αυταρχισμού στοιχειώνει την Τουρκία» εδώ και κάποιο διάστημα. Αυτό κατέστη εμφανές από τότε που μια σειρά δικαστικών ερευνών –οι οποίες αρχικά τύγχαναν καθολικής στήριξης, καθώς οι έρευνες φαίνονταν να στοχεύουν εκείνους, πρώην στρατιωτικούς κυρίως, οι οποίοι με αντιδημοκρατικές μεθόδους προσπάθησαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση του ΑΚΡ– άρχισε να τοποθετεί ολόκληρη τη χώρα στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Με τη μια έρευνα να διαδέχεται την άλλη, το πεδίο της υπόθεσης διευρύνθηκε ώστε να συμπεριλάβει γνωστούς επικριτές της κυβέρνησης, μέλη της κοινωνίας των πολιτών, δημοσιογράφους και συγγραφείς, οι περισσότεροι από τους οποίους σήμερα βρίσκονται στη φυλακή. Αυτό ενέτεινε την κριτική, με το ΑΚΡ να προχωρεί στον περιορισμό της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης, με εκφοβισμούς και εξαγορές. Μεγάλος αριθμός δημοσιογράφων, συμπεριλαμβανομένου και εμένα, έχασαν τις δουλειές τους, ενώ άλλοι βρίσκονται στη φυλακή με την κατηγορία της «τρομοκρατίας» ή της «συνωμοσίας για ανατροπή της κυβέρνησης». Ο μηχανισμός της λογοκρισίας βρίσκεται σήμερα σε πλήρη ισχύ.
– Με την προωθούμενη αναθεώρηση του Συντάγματος, ο κ. Ερντογάν ισχυρίζεται ότι επιχειρεί να το καταστήσει πιο δημοκρατικό. Η αντιπολίτευση, από την άλλη, υποστηρίζει ότι στόχος είναι η συσσώρευση εξουσιών στο πρόσωπο του προέδρου, αξίωμα το οποίο στη συνέχεια ο Ερντογάν προτίθεται να διεκδικήσει, σε μια κίνηση παρόμοια με αυτήν του Βλαντιμίρ Πούτιν στη Ρωσία.– Η αναθεώρηση του Συντάγματος δεν έχει τίποτα να κάνει με τη δημοκρατία, αλλά με τον έλεγχο της εξουσίας. Και ο δρόμος προς τον απόλυτο έλεγχό της περνάει μέσα από την αλλαγή του πολιτικού συστήματος σε προεδρικό. Με τον τρόπο αυτό, ο Ερντογάν προσβλέπει στο να ανοίξει για τον ίδιο ο δρόμος για την προεδρία, αφού πρώτα αυτή ενδυναμωθεί με πολλές και σημαντικές εξουσίες. Εξ ου και οι πρόεδροι θα εκλέγονται από τώρα και στο εξής από τον κόσμο. Ο Ερντογάν ξέρει ότι κανείς δεν μπορεί να τον κερδίσει σε εκλογές. Η εικόνα του Ερντογάν στην πρωθυπουργία ήταν αρκούντως ανησυχητική. Η ιδέα τού να βρεθεί στην προεδρία μού προκαλεί φόβο.
Source : www.kathimerini.com.cy